Στο greek-observatory και τις Ειδήσεις Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
ΠΑΡΑΞΕΝΑ

Θεωρίες για τη Συντέλεια του Κόσμου…

Από αρχαιοτάτων χρόνων, όλοι οι λαοί της Γης φαντάστηκαν, ο καθένας με τον τρόπο του, το μοιραίο τέλος του κόσμου, συνδυάζοντάς το με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις και με τη φύση του εδάφους, στο οποίο ζούσαν.

Καθένας από τους λαούς αυτούς πίστευε ότι τα δεινά, από τα οποία είχαν περισσότερο υποφέρει και τους είχαν κατατρομάξει, θα γίνονταν οι πρόξενοι της γενικής καταστροφής του κόσμου.

Από τις δοξασίες αυτές γεννήθηκαν ένα σωρό δραματικοί θρύλοι και ζοφερές παραδόσεις, που χρησιμοποιήθηκαν από ποιητές και καλλιτέχνες, για να συνθέσουν έργα μεγάλης έμπνευσης, όπως η «Αποκάλυψη» του Ιωάννη:

«Τότε, είπε ο Προφήτης, υψώθηκε από το πηγάδι της αβύσσου καπνός, όμοιος με εκείνον που βγάζει μια μεγάλη φωτιά. Σεισμός μέγας έγινε κι ο ήλιος σκοτίστηκε. Η Σελήνη φαινόταν σαν να έσταζε αίμα. Τα άστρα του ουρανού άρχισαν να πέφτουν πάνω στη Γη. Ο ουρανός αποτραβήχτηκε, σαν ένα χαλί που το σηκώνουν. Τα βουνά και τα νησιά άλλαξαν θέση και μια μεγάλη μάχη γινόταν στον ουρανό. Ο Μιχαήλ και οι Άγγελοι πολεμούσαν εναντίον του Δράκου, του Μεγάλου Φιδιού. Τότε, άκουσαν μια φωνή μέσα απ’ τον ουρανό, που έλεγε: «Τώρα αρχίζει η ειρήνη, η δύναμη, η Βασιλεία του Θεού μας!» Κατόπιν, είδα ένα καινούριο κόσμο και μια καινούρια γη».

Καταστροφή του παλιού κόσμου και γέννηση ενός καινούριου είναι το διπλό γεγονός, το οποίο προαναγγέλλουν όλοι οι παλιοί θρύλοι, είτε των βορείων λαών, είτε των νοτίων.

Στα ιερά βιβλία των Σκανδιναβών, τις περίφημες «Eddas», το ψύχος θα ήταν εκείνος ο παράγοντας, που θα επέφερε τον αφανισμό του κόσμου. Συνηθισμένοι οι Σκανδιναβοί να υποφέρουν διαρκώς από το πολικό κρύο, φαντάστηκαν ότι αυτό θα ήταν το στοιχείο, που θα οδηγούσε στη Συντέλεια του Κόσμου.

Η παράδοσή τους προέβλεπε έναν μακρύ χειμώνα, τόσο παγερό και τρομερό, που θα διαρκούσε για τρία συνεχόμενα χρόνια. Κάθε βλάστηση θα εξαφανιζόταν και τα ζώα θα πέθαιναν. Τα βουνά θα έτρεμαν, η θάλασσα θα ξερνούσε όλα τα ψάρια της, τα φύκια της κι όλα τα ναυάγια, που από αιώνες είχε καταπιεί στα βάθη της. Σ’ όλη τη Γη θα αντηχούσαν κρότοι φοβεροί και τα άστρα θα συσκοτίζονταν.

Τότε, ο παντοδύναμος και τρομακτικός λύκος της σκανδιναβικής μυθολογίας, ο Fenrir, θα καταβρόχθιζε τον Ήλιο, ενώ ο άλλος πανίσχυρος λύκος, ο Managarmr, θα κατάπινε τη Σελήνη.

Ευθύς, η θάλασσα θα σκέπαζε ολόκληρη τη στεριά και θα κατέστρεφε κάθε ίχνος ζωής. Τότε, πάνω στην ερημωμένη και αφανισμένη Γη, χωρίς φως και θερμότητα, θα ξεκινούσε ένας αβυσσαλέος πόλεμος μεταξύ των θεών του Καλού και του Κακού. Έτσι, μετά τον χαμό των ανθρώπων, θα επακολουθούσε ο θάνατος των θεών, ενώ και τα τελευταία συντρίμμια της Γης θα καταποντίζονταν μέσα στον απέραντο Ωκεανό.

Μα, ύστερα, μέσα από την αγκαλιά των κυμάτων, θα αναδύονταν νέα εδάφη, γόνιμα και καταπράσινα. Οι κάμποι θα πρόσφεραν αφειδώς τους καρπούς τους, τα βάσανα θα έπαυαν και το κακό θα εξαλειφόταν από προσώπου γης.

Από την άλλη, οι Ινδοί, που κατοικούσαν σε θερμά κλίματα, θεωρούσαν τη φωτιά ως το στοιχείο, που θα κατέστρεφε τον πλανήτη. Και γι’ αυτούς, το τέλος θα ερχόταν έπειτα από μια σκληρή μάχη μεταξύ των θεών του Καλού και του Κακού, η οποία, όμως, έχει ξεκινήσει ήδη από κτίσεως του κόσμου.

Την ημέρα αυτή, το πνεύμα του Καλού, ο Ormuzd, θα θριαμβεύσει και θα σωριάσει το πνεύμα του Κακού μες στην άβυσσο του ερέβους. Μα, και η Γη, που επί τόσους αιώνες ήταν ο τόπος της αδικίας και του εγκλήματος, πρέπει κι αυτή να παραχωρήσει τη θέση της σ’ έναν καινοφανή κόσμο, εμποτισμένο από καλοσύνη. Επομένως, ποτάμια φωτιάς θα κυλήσουν από τα βουνά, αφανίζοντας κάθε πνοή ζωής. Αργότερα, βέβαια, θα παρουσιαστεί ένας νέος κόσμος, πλασμένος από αγνή αρετή και καλοσύνη.

Οι Αιγύπτιοι, που ζουν σε μια χώρα, την οποία ποτίζουν ολόκληρη τα νερά του Νείλου με τις παροδικές πλημμύρες του, συνηθισμένοι να περιμένουν όλα τα καλά και τα κακά με την ίδια ευκολία από την εύνοια ή την οργή του ιερού ποταμού τους, φαντάστηκαν ότι το τέλος του κόσμου θα προέλθει από τον Νείλο. Η σχετική παράδοσή τους αναφέρει:

«Ύστερα από τρεις χιλιάδες χρόνια, ο Νείλος, αντί να πλημμυρίσει την Αίγυπτο με τα ευεργετικά νερά του, θα την πλημμυρίσει με φωτιά κι έτσι, όλη η οικουμένη θα καταστραφεί μέσα στις φλόγες, που θα σκορπίσει ο ποταμός».

Πάντως, τον τρόμο του αφανισμού της πλάσης τον ένιωσαν οι άνθρωποι συχνά στο παρελθόν. Το έτος 1.000 μ.Χ θεωρούνταν ευρέως ότι έμελλε να ήταν το τελευταίο του κόσμου. Έναν χρόνο νωρίτερα, τόσος ήταν ο πανικός που είχε καταβάλλει τις καρδιές των ανθρώπων μπροστά στο αδηφάγο τέρας του αφανισμού, ώστε το έτος αυτό έμεινε σταθμός στα χρονικά της Παγκόσμιας Ιστορίας.

Ιδού πώς συνέβη το πράγμα.

Το 960 μ.Χ., κάποιος μοναχός από τη Θουριγγία της Γερμανίας, στηριζόμενος σ’ ένα δυσεξήγητο και δυσνόητο εδάφιο της «Αποκαλύψεως», προανήγγειλε τον ερχομό του Αντίχριστου και την καταστροφή της Γης την 25η Μαρτίου του έτους 1.000 μ.Χ.

Η απελπισία γέμισε τις ψυχές τους, έπαψαν να εργάζονται και να ενεργούν, καθώς περίμεναν παθητικά τη στερνή στιγμή τους. Κατά σύμπτωσιν, οι χειμώνες των χρόνων εκείνων ήταν εξαιρετικώς δριμείς και λιμοί μάστιζαν διάφορες χώρες. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με κάποια θαύματα, που είχαν πιστοποιηθεί, επαύξησαν την αγωνία και τον φόβο στο κατακόρυφο.

Όπως, μάλιστα, ανέφερε ο χρονογράφος Rodolfue Glaber, ο μαρμάρινος Χριστός της Μητρόπολης της Ορλεάνης, στη Γαλλία, άρχισε να δακρύζει. Επίσης, στην Ορλεάνη, την ίδια χρονιά, ένα πρωί, καθώς οι φύλακες της Μητρόπολης άνοιξαν την πόρτα, είδαν να βγαίνει από μέσα ένας λύκος τεράστιου μεγέθους, ο οποίος κατευθύνθηκε στο καμπαναριό. Πιάνοντας το σχοινί της καμπάνας με τα δόντια του, άρχισε να τη χτυπάει πένθιμα και δυνατά. Ένα χρόνο αργότερα, μια φοβερή πυρκαγιά ξέσπασε στην πόλη, καταστρέφοντάς την εξ ολοκλήρου.

Την ίδια περίπου εποχή, ο Βεζούβιος ξεκίνησε να βγάζει φλόγες, τέφρα και δηλητηριώδες αναθυμιάσεις, που θανάτωναν τους κατοίκους των περιχώρων. Επιπλέον, είδαν στον ουρανό να πλέει μια τεράστια φάλαινα, τόσο κολοσσιαία, ώστε το πρωί φάνηκε το κεφάλι της και το απόγευμα, η ουρά της. Μέχρι βροχές λίθων σημειώθηκαν και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ισχυρίστηκαν ότι είδαν κέρατα να ρίχνονται από τον ουρανό.

Προφανώς, συνήθη φυσικά φαινόμενα είχαν αποκτήσει μυθικές και απόκοσμες διαστάσεις, εξαιτίας του τρόμου που βίωναν αγράμματοι άνθρωποι, που τα ερμήνευαν ως προμηνύματα της Συντέλειας του κόσμου.

Τέλος, η μοιραία ημέρα του έτους 1.000 έφτασε και οι άνθρωποι κατέκλυσαν τις εκκλησίες, αναμένοντας μέσα σ’ αυτές τη Δευτέρα Παρουσία. Ωστόσο, η Συντέλεια δεν πραγματοποιήθηκε και όσο περνούσαν οι μέρες, τόσο ο κόσμος αναθάρρευε. Στο έτος αυτό του γενικευμένου φόβου, οφείλεται το γεγονός ότι κατασκευάστηκαν πολλοί μεγαλοπρεπείς ναοί, που ανεγείρονταν, για να εξευμενίσουν τον Θεό, αλλά και για να Τον ευχαριστήσουν που δεν τους εξολόθρευσε.

Τον ίδιο πανικό αισθάνονταν οι άνθρωποι κάθε φορά, που εμφανιζόταν στο στερέωμα κάποιος κομήτης. Το 1577 ήταν το έτος, που σημαδεύτηκε από την εμφάνιση του περίφημου «Μεγάλου Κομήτη». Σε μια συλλογή ιστοριών της εποχής, υπήρχε ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, τιτλοφορούμενο: «Ο κομήτης που παρουσιάστηκε κατά το έτος 1577», στο οποίο διάβαζε κανείς την ακόλουθη πρόβλεψη:

«Δεν υπάρχει πια καμιά αμφιβολία ότι όλα αυτά τα σημεία του ουρανού μας προαναγγέλλουν ότι το τέλος του κόσμου και η Ημέρα της Κρίσεως του Θεού έφτασε».

Αλλά και οι εμφανίσεις κομητών και μετεώρων τον 19ο αιώνα, όπως τα έτη 1816, 1832 και 1857, προκάλεσαν συγκλονισμό στους κατοίκους της Ευρώπης. Ωστόσο, ο κόσμος δεν αφανίστηκε.

Φυσικά, η ζωή επί γης εξαρτάται πάντα από τον Ήλιο. Αν οι αχτίδες του ζωοδότη Ήλιου πάψουν να μας φωτίζουν, η πλάση αυτομάτως θα νεκρωθεί. Έτσι, κάθε φορά που γινόταν έκλειψη Ηλίου, τρομοκρατημένα πλήθη έτρεχαν να κρυφτούν, πιστεύοντας πως είχε έρθει το τέλος της ανθρώπινης ζωής και ο πικρός επίλογος του γαλάζιου πλανήτη μας.

Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΜΠΟΥΚΕΤΟ», στις 03/05/1928…

Tags
Back to top button