Ο μεγάλος Αμερικανός εφευρέτης Thomas Edison είχε κάποτε αφηγηθεί στον επιστήθιο φίλο και συνεργάτη του Frank Herbert Harriman ένα όνειρο που είχε δει, το οποίο του είχε κάνει τεράστια εντύπωση και του έμεινε αξέχαστο στη μνήμη του για πολλά χρόνια.
Την εποχή εκείνη, ο Edison, ο οποίος ουδέποτε είχε δώσει σημασία στα όνειρα, άρχισε αιφνιδίως να ενδιαφέρεται για τον κλάδο της Ψυχολογίας. Μολονότι σπανίως διάβαζε άλλα βιβλία πέραν εκείνων με τεχνολογικό περιεχόμενο, αποφάσισε να μελετήσει ένα ογκωδέστατο αγγλικό βιβλίο σχετικό με τα όνειρα.
Το όνειρο που είχε δει ο μέγας αυτός εφευρέτης, ήταν τόσο συγκλονιστικό, ώστε ο ίδιος του απέδωσε έναν συγκεκριμένο ρόλο στην πιο περίφημη εφεύρεσή του, την ηλεκτρική λυχνία.
Ο Edison και οι δύο βοηθοί του ασχολούνταν την περίοδο εκείνη με την ανεύρεση του κατάλληλου στοιχείου, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως νήμα της λυχνίας, της οποίας η τελειοποίηση αποτελούσε τον μοναδικό σκοπό της ζωής του μεγάλου εφευρέτη.
Η ιδέα της λυχνίας είχε από καιρό αποκρυσταλλωθεί στο μυαλό του. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι και άλλοι επιστήμονες, πριν από τον Thomas Edison, είχαν θέσει τις βάσεις για την κατασκευή της ηλεκτρικής λυχνίας, εντός του γυάλινου περιβλήματος της οποίας πυρακτωνόταν ένα λεπτό νήμα μέσα σε πολύ αραιό αέρα και σκόρπιζε φως. Με τη διαφορά, όμως, ότι όλες αυτές οι λυχνίες δεν ήταν πρακτικές να χρησιμοποιηθούν, καθώς η καύση διαρκούσε για ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Εκείνο, λοιπόν, που απασχολούσε τον Thomas Edison ήταν να ανακαλύψει ένα στοιχείο κατάλληλο να χρησιμοποιηθεί ως νήμα καύσης.
Για βδομάδες ολόκληρες ο τρανός Αμερικανός εφευρέτης και οι βοηθοί του πάσχιζαν να λύσουν το πρόβλημα αυτό, επιλέγοντας διαφορετικά στοιχεία κάθε φορά. Εν τω μεταξύ, είχαν βρει μερικά νήματα σχετικώς καλά, αλλά ο Edison προσδοκούσε να ανακαλύψει το άριστο νήμα καύσης.
Ακριβώς την εποχή εκείνη, ο μεγάλος επιστήμονας είδε ένα παράξενο όνειρο, ότι δηλαδή ταξίδευε μ’ ένα πλοίο, το οποίο ναυάγησε. Ενώ πάλευε με τα κύματα, τον άρπαξε ένα θεόρατο κύμα και τον πέταξε με ορμή στην ακτή ενός νησιού. Η βλάστηση του τροπικού αυτού νησιού ήταν εξαιρετικά πυκνή, ήταν μεγαλοπρεπής. Εκεί αντίκρισε εξωτικά δέντρα και φυτά, τα οποία δεν είχε ξαναδεί ποτέ του.
Ενώ περιφερόταν στο νησί, έφτασε κάποτε σ’ ένα ξέφωτο, όπου υψώνονταν τεράστιοι κορμοί δέντρων μπαμπού. Όταν πλησίασε, τα μπαμπού λαμπάδιασαν από ζωηρή φωτιά και απανθρακώθηκαν ξαφνικά μπροστά στα έκπληκτα μάτια του.
Μόλις ξύπνησε ο Thomas Edison, θυμόταν όλες τις λεπτομέρειες του ονείρου, ειδικά τους καιομένους κορμούς των μπαμπού. Φυσικά, πήγε, όπως κάθε μέρα, στο εργαστήριό του, αλλά το όνειρο δεν μπορούσε να του φύγει από τον νου. Αίφνης, σαν να φωτίστηκε ολόκληρος από μια αστραπή γνώσης, βρήκε την πολυπόθητη σχέση που υπέβοσκε μεταξύ της εργασίας του και του ονείρου του!
Αποφάσισε, λοιπόν, να δοκιμάσει κατά πόσον ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν νήματα μπαμπού ως νήματα καύσης στην ηλεκτρική λυχνία. Πράγματι, δεν άργησε να εκτελέσει το κατάλληλο πείραμα, το οποίο στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, με την πολύτιμη αρωγή ενός ονείρου, κατασκευάστηκε η ηλεκτρική λυχνία, η οποία αποτέλεσε σημαντικό σταθμό στη ζωή του μεγάλου αυτού εφευρέτη, αλλά και στην εξέλιξη και ευημερία του ανθρώπινου πολιτισμού.
Αλλά και ο μεγαλοφυής Ιταλός εφευρέτης Guglielmo Marconi είχε αφηγηθεί σε κάποιον Άγγλο δημοσιογράφο ένα πολύ ενδιαφέρον και χαρακτηριστικό όνειρο που είχε δει, ενώ ήταν ακόμη φοιτητής.
Καθηγητής του Marconi ήταν ο διακεκριμένος Ιταλός φυσικός και πρωτοπόρος του ηλεκτρομαγνητισμού, Augusto Righi. Ο Righi είχε απολύτως αφοσιωθεί στη μελέτη των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων και του άρεσε συχνά να αφηγείται στους μαθητές του διάφορα ουτοπιστικά σχέδια περί των μελλοντικών πιθανοτήτων χρησιμοποίησης των κυμάτων αυτών.
Ο Guglielmo Marconi, λοιπόν, ο οποίος από τότε διακατεχόταν από έντονη φιλοδοξία ώστε να γίνει ένας σημαντικός και αναγνωρίσιμος εφευρέτης, είδε μια νύχτα ένα αλλόκοτο όνειρο.
Ονειρεύτηκε ότι βρισκόταν σε μια πολυσύχναστη πλατεία μιας ιταλικής πόλης, στη μέση της οποίας δέσποζε ένα μνημείο. Όταν πλησίασε, αναγνώρισε στο πρόσωπο του ορειχάλκινου αγάλματος, το οποίο στηριζόταν πάνω σ’ ένα στιβαρό βάθρο, τον ίδιο του τον εαυτό.
Μάλιστα, πάνω στο βάθρο ήταν χαραγμένη με χρυσοποίκιλτα γράμματα η εξής επιγραφή, που έφερε το όνομά του: «Guglielmo Marconi, ο μέγας εφευρέτης, ο οποίος εξερεύνησε για το καλό της ανθρωπότητας το πεδίο των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων».
Αλλά και ο διάσημος εφευρέτης του τηλεφώνου, ο Σκώτος Alexander Graham Bell είχε δει ένα περίεργο όνειρο, που του έμεινε αλησμόνητο.
Ο Bell συνήθιζε, όπως είχε αφηγηθεί ένας βιογράφος του, να εξιστορεί σε φιλικούς κύκλους του ότι είχε λάβει μια ώθηση από ένα όνειρο, που τον οδήγησε να τελειοποιήσει την περίφημη εφεύρεσή του.
Την εποχή που είδε το όνειρο αυτό, ο Alexander Graham Bell απασχολούνταν με το πρόβλημα του ηλεκτρομαγνητικού τηλεφώνου. Για την κατασκευή του κατάλληλου μηχανήματος, είχε εκτελέσει μόνο μερικά ατελή προσχέδια.
Μια νύχτα, λοιπόν, ονειρεύτηκε ότι ενώ περπατούσε, βρήκε ένα πακέτο, το οποίο και άνοιξε. Μέσα του ανακάλυψε έντρομος ένα ανθρώπινο αυτί.
Ο Bell δεν έδωσε καμιά σημασία στο όνειρο αυτό, που του είχε φανεί εξωφρενικό και δυσάρεστο, αλλά δυστυχώς το ίδιο όνειρο επαναλαμβανόταν για δύο ακόμα νύχτες εντελώς πανομοιότυπο.
Ξάφνου, όμως, επηρεασμένος από το νυχτερινό αυτό όραμα, ο Σκώτος εφευρέτης πήρε την ιδέα να κατασκευάσει το πρώτο ακουστικό για το τηλεφωνικό του μηχάνημα σε σχήμα ανθρώπινου αυτιού. Πράγματι, το πρώτο τηλέφωνο, που δημιουργήθηκε από τον Alexander Graham Bell, έφερε ακουστικό σε σχήμα ανθρώπινου αυτιού.
Τα όνειρα αυτά βοήθησαν τους μεγάλους εφευρέτες να βρουν τις λύσεις που χρειάζονταν, προκειμένου να ολοκληρώσουν τις αξεπέραστες εφευρέσεις τους.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Η ΒΡΑΔΥΝΗ», στις 21/02/1931…