Με ερωτήσεις των συνηγόρων πολιτικής αγωγής αλλά και της υπεράσπισης προς τον 27χρονο που κατέθεσε χθες στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, αναφέροντας ότι το 2011 βιάσθηκε από τον Δημήτρη Λιγνάδη σε ηλικία 16 ετών, αναμένεται να συνεχιστεί σήμερα η δίκη του κατηγορούμενου σκηνοθέτη για βιασμούς κατά συρροή τριών ανηλίκων και ενός ενήλικου άνδρα.
Χθες, ο νεαρός άνδρας περιέγραψε λεπτό προς λεπτό στο ακροατήριο, όλα όσα βίωσε όπως είπε, από τη στιγμή που γνώρισε τον κατηγορούμενο σκηνοθέτη. Ο μάρτυρας ανέφερε ότι ο Δημήτρης Λιγνάδης του έδινε υποσχέσεις για καριέρα στο χώρο του θεάματος και του έκανε κομπλιμέντα για την εξωτερική του εμφάνιση. «Δεν ήξερα ότι θα μπορούσε ένας άνθρωπος να κάνει κάτι τέτοιο σε ένα παιδί… Εκμεταλλεύτηκε την αθωότητά μου, δεν είχα εμπειρίες και για αυτό ήμουν το κατάλληλο θύμα για εκείνον…», ανέφερε κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του ο 27χρονος, ο οποίος σήμερα ζει στη Σουηδία και εργάζεται εκεί.
Ο ίδιος, όπως είπε, αντιμετώπιζε τον Δημήτρη Λιγνάδη ως δάσκαλο και ντρέπονταν που είχε μπροστά του έναν μεγάλο ηθοποιό. «Μου έστελνε μηνύματα, να πηγαίνουμε σε συναυλίες για να με γνωρίσει και σε άλλους καλλιτέχνες» είπε ο μάρτυρας και αναφερόμενος σε μια από τις συναντήσεις του με τον κατηγορούμενο υποστήριξε ότι εκείνος είχε βάλει τα χέρια του μέσα από το παντελόνι του, λέγοντας του: «ηρέμησε, έτσι κάνουν οι ηθοποιοί, πρέπει να είσαι χαλαρός».
Κατά τη διάρκεια της χθεσινής του κατάθεσης ο μάρτυρας ανέφερε πολλές φορές ότι είχε πει στο Δημήτρη Λιγνάδη ότι δεν είναι ομοφυλόφιλος. Δέχθηκε μάλιστα σειρά ερωτήσεων χθες από την έδρα σχετικά με τις συναντήσεις και τις επικοινωνίες που είχε με τον κατηγορούμενο και απαντώντας στις ερωτήσεις αυτές ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι είχε πει στο Δημήτρη Λιγνάδη ότι του αρέσει το ελληνικό τραγούδι και πως ήθελε να τραγουδήσει λαϊκά. «Μου έλεγε ότι θα με πάει σε συναυλίες να γνωρίσω τραγουδιστές. Δεν με πήγε. Σκεφτόμουν ότι μάλλον δεν είχε έρθει η ώρα ακόμα» είπε ο νεαρός για να καταθέσει στη συνέχεια ότι κατόπιν πρόσκλησης του ηθοποιού τον είχε επισκεφθεί στο θέατρο και στην παράσταση «Amadeus». Μετά το τέλος της παράστασης αυτής, όπως είπε, ο Δημήτρης Λιγνάδης προσκάλεσε εκείνον και τους φίλους του στο σπίτι του. Εκεί τους κέρασε φαγητό, ποτά και τσιγάρα κάνναβης. «Δεν είχα ξανακάνει κάνναβη, αρχίσαμε να γελάμε με οτιδήποτε δεν καταλάβαινα και πολλά σχετικά με τί γίνονταν» είπε ο 27χρονος και συνέχισε: «Μετά από λίγη ώρα και αυτό είναι κάτι που δεν ξεχνάω από αυτή τη νύχτα, είχε βάλλει ένα ελατήριο ανάμεσα στη μύτη του και μας είπε να πάμε στο δωμάτιο μαζί του. Να κάνουμε σεξουαλικές πράξεις. Αυτό μου δημιούργησε ένα άβολο αίσθημα και αποφασίσαμε να φύγουμε», ανέφερε. «Τον κατηγορούμενο τον είχα δει σαν δάσκαλο, με έκανε να τον εμπιστευτώ. Για το λόγο αυτόν ένιωσα ότι μπορώ να πάω στο σπίτι του.
Πρόεδρος: Γιατί τον λέτε δάσκαλο αφού δεν σας είχε βοηθήσει;
Μάρτυρας: Εγώ περίμενα ότι θα γίνονταν αυτό, ότι θα με βοηθήσει, αυτόν το ρόλο είχε πάρει.
Ακολούθως, ο 27χρονος, αναφέρθηκε στην ημέρα του βιασμού του, όταν, όπως είπε, ο κατηγορούμενος τον κάλεσε εκ νέου στο διαμέρισμά του αλλά αυτή τη φορά του ζήτησε να είναι μόνος του, προκειμένου να συζητήσουν για την καριέρα του.
«Μπήκα στο σαλόνι και μου πρόσφερε κάτι να φάω και μου είπε ότι «ήρθε η ώρα να δούμε τι θα κάνουμε πως θα προχωρήσουμε και πότε θα πάμε στον Ρουβά». Μου έβαλε κάτι να πιω και να καπνίσω. Στριφτά τσιγάρα ήταν πάντως» ανέφερε ο 27χρονος και συνέχισε: « Ήπια το πότο έκανα και το τσιγάρο. Αυτή τη φορά όμως ήταν πολύ πιο διαφορετικό από άλλες φορές. ‘Ένιωθα σαν ταχυπαλμίες, ότι δεν καταλαβαίνω τί γίνεται γύρω μου. Βγήκα έξω στο μπαλκόνι και έγειρα στον καναπέ. Ένιωθα ότι ήταν πολύ κλειστά στο σαλόνι. Έκατσα στο καναπέ στο μπαλκόνι. Ο κατηγορούμενος γδύθηκε τελείως. Εγώ εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να σηκώσω ούτε χέρι, ούτε πόδι. Ο κατηγορούμενος πήρε το κεφάλι μου άνοιξε το στόμα μου και έβαλε το πέος του στο στόμα μου. Ήθελα να γυρίσω από την άλλη αλλά δεν μπορούσα. Ήθελα να μιλήσω αλλά δεν μπορούσα. Έχασα τις αισθήσεις μου μετά από αυτό, το οποίο πρέπει να κράτησε ένα, δυο, τρία λεπτά. Ξύπνησα την επόμενη ημέρα, με κάτω το παντελόνι και το εσώρουχό μου. Ήμουν έξω στο μπαλκόνι. Κοίταξα γύρω μου να δω αν ήταν ο κατηγορούμενος. Δεν ήταν. Εκείνη τη στιγμή ένιωθα πολύ φόβο. Ήθελα να τρέξω, να βρω έξω. Ντύθηκα πολύ γρήγορα, δεν τον είδα στο σαλόνι και άνοιξα την πόρτα και έφυγα. Πήγα στον φίλο μου, χτύπησα μου άνοιξε και μπήκα μέσα. Δεν είπα σε κανέναν τίποτα, δεν ήξερα τι είχε συμβεί. Θυμόμουν τα τελευταία λεπτά πριν λιποθυμήσω. Ήξερα ότι ο κατηγορούμενος με είχε βιάσει. Ο φίλος μου δεν με ρώτησε τίποτα και εγώ μπήκα να κάνω μπάνιο».
Μάλιστα, όπως είπε, ο νεαρός ακόμη και μετά από τον βιασμό του, ο Δ. Λιγνάδης συνέχισε να έχει επικοινωνία μαζί του. «Μετά από ημέρες με πήρε και μου είπε «τι κάνεις πως είσαι;». Σαν να μην είχε γίνει κάτι. Του είπα με πολλά νεύρα «μη με ξαναπάρεις θα σου κάνω μήνυση. Μη με ενοχλήσεις άλλο». Μου ζήτησε να μη το κάνω αυτό και ότι θα πεθάνει γιατί έχει καρκίνο του λάρυγγα. Όμως μου έστελνε μηνύματα. Του έστελνα και εγώ και τον ρώταγα για τον καρκίνο και την μητέρα του, για την οποία μου είχε πει ότι ήταν άρρωστη» είπε ο μάρτυρας για να προσθέσει: «Τότε εγώ δεν είχα τα κότσια να κάνω μήνυση. Οι γονείς μου ήταν μετανάστες, πρώτα θα σκότωναν εμένα και μετά τον ίδιο. Είπα να το κρατήσω μέσα μου. Έχω δικαιώματα, αλλά τότε δεν ήξερα πολλά»