Σε μία έτσι κι αλλιώς πολυσύχναστη πλατεία της πόλης επικρατούσε πανδαιμόνιο από τα πλήθη που είχαν μαζευτεί κρατώντας φαναράκια και δαυλούς...
Οι εκκλησίες γύρω από την κεντρική πλατεία του Βαγιαδολίδ είχαν πιάσει δουλειά από τις πρώτες πρωινές ώρες. Τα μπαλκόνια ήταν γεμάτα κόσμο και όλοι προσπαθούσαν να δουν όσο καθαρότερα γινόταν την τεράστια ξύλινη εξέδρα με τους αιρετικούς στις 21 Μαΐου του 1559, ανήμερα της Αγίας Τριάδας.
Ο πιο επιφανής από τους 30 κατηγορούμενους ήταν ο φημισμένος θεολόγος Δρ Καθάγια. Μαζί του γνωστοί δικηγόροι, σεβάσιμοι ιερείς και ηγετικά μέλη της τοπικής αριστοκρατίας και των ευκατάστατων εμπορικών τάξεων....
Το έγκλημα του Δρα Καθάγια ήταν ότι είχε ιδρύσει μια μυστική οργάνωση Λουθηρανικής Λατρείας στην πόλη, σε μία εποχή που η Καθολική Εκκλησία και η Ιερά Εξέταση δεν είχαν διάθεση να ανεχθούν την οποιαδήποτε ρωγμή στο ισπανικό οχυρό. Ο Δρ Καθάγια ζήτησε να του χαρίσουν τη ζωή και τη ζωή της αδερφής του και των φίλων του, αλλά αυτό δεν κατάφερε να αλλάξει την απόφαση του δικαστηρίου.
Εκείνος πάνω από όλα έπρεπε να παραδοθεί στις φλόγες. Η μετάνοιά του, ωστόσο, έχει μετριάσει κάπως την ποινή του. Θα τον έπνιγαν με την γκαρότα όρθιο και δεμένο σε ξύλινο στύλο, αντί να τον ρίξουν στην πυρά, όπου οι φλόγες θα έτρωγαν τις σάρκες του.
Η ίδια «επιεικής» μεταχείριση επιφυλάχθηκε και για 13 άλλους που είχαν εκφράσει την ίδια μετάνοια. Μόνο ο δικηγόρος Ερεθουέλο, που παρέμεινε αμετακίνητος στις απόψεις του, θα καιγόταν ζωντανός – μεγάλη απογοήτευση για όσους είχαν συρρεύσει εκεί από καθαρό σαδισμό.
Κι όμως η Αγία Έδρα σίγουρα πρέπει να ήταν εξαιρετικά ικανοποιημένη έτσι που είχε καταφέρει να αιχμαλωτίσει τη φαντασία κάθε στρώματος της ισπανικής κοινωνίας. Το μήνυμα ήταν ηχηρό και δεν σήκωνε καμία αμφισβήτηση. Ο Θεός ήταν μεγάλος και το χέρι της Ιεράς Εξέτασης μακρύ.
Αυτή ακριβώς ήταν και η πρόθεση του μεγάλου ιεροεξεταστή Φερνάντο ντε Βαλντές όταν σκηνοθέτησε αυτή διαδικασία, το λεγόμενο auto-da-fe (άουτο ντα φε), που θα πει «πράξη πίστης». Πριν από αυτό, το έργο της Ιεράς Εξέτασης γινόταν πίσω από κλειστές θύρες ενώ σκοπός αυτής της περίπλοκης δημόσιας τελετής ήταν να ενώσει το κοινό της μέσα από ίσες δόσεις οίκτου και τρόμου.
Θεία δίκη Η φωτιά βέβαια δεν χρησιμοποιείται από τους βασανιστές μόνο λόγω του θεολογικού της συμβολισμού, όπως μπορούν να διαβεβαιώσουν όσοι έχουν υποστεί στο δέρμα τους καύτρες τσιγάρων ή σταγόνες λιωμένης πολυουρεθάνης σε σύγχρονες ανακρίσεις. Εάν όμως ο πόνος αυτός καθαυτός του καψίματος της ανθρώπινη
σάρκας είναι οξύς, το ίδιο οξύς είναι και ο τρόμος που προκαλεί η απειλητική λάμψη της ίδιας της φωτιάς. Από τους μυστικιστές της Ανατολής που περπατούν χωρίς να καίγονται πάνω σε αναμμένα κάρβουνα μέχρι τους βιβλικούς προφήτες και τους πετούσαν σε φούρνους για να ξαναβγούν από εκεί ανέγγιχτοι, είχε πάντα ευρεία διάδοση η θρησκευτική άποψη ότι ο Θεός γλιτώνει τους δικούς του ανθρώπους από τις φλόγες....
Από αυτό μέχρι την ιδέα ότι μπορεί με τη δύναμη της φωτιάς να αποδειχθεί η ενοχή ή η αθωότητα ενός κατηγορούμενου η απόσταση είναι μικρή: όσοι δεν έχουν κάνει κακό, έτσι λέει αυτή η λογική, θα γλιτώσουν μέσω της θείας παρέμβασης. Ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ. αναφέρεται στα έργα του Σοφοκλή η δοκιμασία της φωτιάς, μία διαδικασία που εφαρμόστηκε κατά κόρον στη μεσαιωνική Ευρώπη. Θα περίμενε κανείς ότι η φωτιά θα ασκούσε έντονη μυστικιστική επίδραση ιδιαίτερα στους παγανιστές του Βορρά.
Αντίθετα η χρήση της στη βόρεια Ευρώπη έφτασε σχετικά αργά και συγκεκριμένα με τον εκχριστιανισμό, για να παραμείνει καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Η δοκιμασία του βραστού νερού Άλλη μια δοκιμασία διαδεδομένη στην Ευρώπη την ίδια εποχή ήταν το μαρτύριο του βραστού νερού το οποίο διεξαγόταν με παρόμοιο τρόπο. Και πάλι δοκιμασία λάμβανε χώρα σε μία εκκλησία υπό την επίβλεψη ενός ιερέα.
Στην περίπτωση αυτή ωστόσο ο κατηγορούμενος υποχρεωνόταν να βυθίσει το χέρι του σε ένα δοχείο με βραστό νερό για να βγάλει έξω ένα δαχτυλίδι ή ένα νόμισμα ή κάποιο άλλο αντικείμενο. Όπως και στη δοκιμασία με τη φωτιά, υπήρχε μία προκαταρτική περίοδος προσευχής και νηστείας και μετά ο αγιασμός του δοχείου και του θύματος.
Το τραυματισμένο χέρι δενόταν με επιδέσμους που αφαιρούσαν μετά από τρεις μέρες. Εάν ο κατηγορούμενος έβγαινε αλώβητος, αθωωνόταν. Η χρήση αυτού του μαρτυρίου δεν περιοριζόταν στο χριστιανισμό, αφού καταγράφεται και στην Ινδία και μάλιστα πολύ πιο πρόσφατα στα μέσα του 19ου αιώνα. Η σημερινή ανθρώπινη ευαισθησία δεν μπορεί παρά να βλέπει αυτού του είδος οι πρακτικές σαν απολύτως διεστραμμένες.
Αν παραβλέψουμε τον τρομακτικό πόνο που έπρεπε να υποστούν ακόμη και εκείνοι που στο τέλος αθωώνονταν, οι πιθανότητες ήταν σαφώς κατά του κατηγορουμένου αφού μία φουσκάλα σαν μισό καρύδι θα αρκούσε για να αποδείξει την ενοχή του. Ήταν εξαιρετικά απίθανο να βγει κάποιος αλώβητος από μία τέτοια δοκιμασία. Το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των αιώνων κάμποσοι κατηγορούμενοι φαίνεται πως έκαναν ακριβώς αυτό, υποδηλώνει ότι οι υπεύθυνοι ιερείς, είτε παρακινούμενοι από χριστιανική συμπόνια -είτε επειδή ήταν απλώς διεφθαρμένοι- πρέπει να έχουν βάλει το χεράκι τους στο ξέφτισμα της διαδικασίας.
Στην πραγματικότητα στα τέλη του 12ου αιώνα άρχισε ο κόσμος να βλέπει με μισό μάτι ένα σύστημα που δεν βασιζόταν στη γήινη απόδοση δικαιοσύνης. Είναι απολύτως φυσικό για ένα έγκαυμα να βγάζει φουσκάλες και το να περιμένεις να μη βγάλει είναι σαν να επιβάλλεις στο Θεό να κάνει ένα θαύμα.
Επιπλέον έχει αρχίσει να απλώνεται μεγάλη δυσαρέσκεια καθ’ όλη τη διάρκεια του αιώνα γιατί πολλά άτομα είχαν θεωρηθεί μέσω της δοκιμασίας ένοχα ενώ όλα τα στοιχεία έδειχναν το αντίθετο. Το 1210 αποτέλεσε ορόσημο των επίσκοπος του Στρασβούργου διέταξε να υποβληθεί μία ομάδα υποτιθέμενων αιρετικών στη δοκιμασία της φωτιάς. Ένας από τους κατηγορούμενους προσέφυγε στον πάπα Ιννοκέντιο Γ’ κατά της απόφασης του επισκόπου. Ο πάπας δέχτηκε το αίτημα του και μάλιστα πέντε χρόνια αργότερα απαγόρευσε οριστικά τη συγκεκριμένη δοκιμασία....