Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας καταδίκασε σήμερα δύο εκ των τριών ιερωμένων που κατηγορούνταν για «κατάχρηση σε ασέλγεια ανήλικου αγοριού» την περίοδο 2005-2008 σε χωριό της Κοζάνης. Οι δύο ιερωμένοι, ένας πρεσβύτερος και ένας αρχιμανδρίτης, καταδικάστηκαν κατά πλειοψηφία σε τρία χρόνια φυλάκιση με αναστολή ενώ το δικαστήριο τους αναγνώρισε ελαφρυντικά μεταξύ αυτών του «σύννομου βίου» και της μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς.
Ο τρίτος κατηγορούμενος, ιερομόναχος σε μοναστήρι της Π.Ε. Γρεβενών την περίοδο της τέλεσης των αδικημάτων, κρίθηκε αθώος. Νωρίτερα, η πρόταση της εισαγγελέως της έδρας ήταν ενοχή του ενός και η απαλλαγή των άλλων δύο κατηγορουμένων, λόγω αμφιβολιών.
Οι καταδικασθέντες - σύμφωνα με την δικογραφία- προέβησαν σε ασελγείς πράξεις σε ανήλικο αγόρι, που σύμφωνα με την ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη η οποία παρουσιάστηκε στο δικαστήριο «είχε πνευματική αδυναμία και ανικανότητα να αντισταθεί στις πράξεις των κατηγορουμένων».
Στο πρωτόδικο δικαστήριο που έγινε στην Καστοριά οι τρεις ιερωμένοι είχαν κριθεί κατά πλειοψηφία αθώοι ενώ στην συνέχεια ο εισαγγελέας Εφετών Δυτικής Μακεδονίας άσκησε αναίρεση επί της απόφασης του δικαστηρίου.
Ο Χρήστος Σαββίδης (δικηγόρος υποστήριξης της κατηγορίας για τους τρεις ιερείς) δήλωσε: «σήμερα εκδικάστηκε ένα έγκλημα που αφορούσε στην προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας και ελευθερίας του ανθρώπου. Δηλαδή ενός προσώπου που, στο χρόνο που τελέσθηκαν οι πράξεις, ήταν πνευματικά αντίτιμο και ανίκανο να αντισταθεί στην προσβολή που δέχθηκε.
Τα εγκλήματα που αφορούν στην προσβολή της γενετήσιας ελευθερίας και αξιοπρέπειας διαχρονικά κινούνται ως μια ιδιαίτερη κοινωνική πραγματικότητα στη σιωπή ή στα όρια της σιωπής και της συγκάλυψης.
Σήμερα επιβεβαιώθηκε, στο πρόσωπο των δύο από τους τρεις κατηγορούμενους, η ταυτότητά τους ως δράστες των αξιόποινων δράσεων. Αποδόθηκε δικαιοσύνη».