Μεγάλες πωλήσεις στρατιωτικού εξοπλισμού με προορισμό στο Κάιρο, κυρίως μεταγωγικών αεροσκαφών και συστημάτων ραντάρ, εγκρίθηκαν χθες Τρίτη από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, παρά την αυξανόμενη ανησυχία γύρω από τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Αίγυπτο. Η κυριότερη πώληση είναι αυτή 12 τετρακινητήριων μεταγωγικών αεροσκαφών C-130 J Super Hercules και συναφούς εξοπλισμού, που δεν είναι ακόμη οριστικοποιημένη. Εκτιμάται πως θα έχει αξία 2,2 δισεκ. δολάρια.
Θα επιτρέψει «να βελτιωθούν οι δυνατότητες της Αιγύπτου για την αντιμετώπιση τρεχουσών και μελλοντικών απειλών με τη χορήγηση υποστήριξης στις δυνάμεις της», πιο συγκεκριμένα με «τη μεταφορά εφοδίων, εξοπλισμού και προσωπικού», εξήγησε η Υπηρεσία Αμυντικής Συνεργασίας (DSCA) του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών σε ανακοίνωσή της.
Τα αεροσκάφη αυτά μπορούν επίσης να αξιοποιούνται για επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης και ναυτικές περιπολίες, πρόσθεσε η DSCA.
Η δεύτερη πιθανή πώληση αφορά συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας, εκτιμώμενης αξίας 335 εκατομμυρίων δολαρίων.
Οι πιθανές πωλήσεις αναγγέλλονται ενώ υψώνονται ολοένα δυνατότερες φωνές διαμαρτυρίας στην Ουάσινγκτον για τη μεταχείριση των αντιπολιτευόμενων από την κυβέρνηση του προέδρου Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι. Στις αιγυπτιακές φυλακές βρίσκονται τουλάχιστον 60.000 πολιτικοί κρατούμενοι, καταγγέλλουν ΜΚΟ.
Τον Σεπτέμβριο, οι ΗΠΑ πάγωσαν το 10% της βοήθειας που παρέχουν στη χώρα – η οποία ξεπερνά το ένα δισεκ. δολάρια σε ετήσια βάση – εξαιτίας της έλλειψης οποιασδήποτε προόδου σε ό,τι αφορά τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Πάντως για το οικονομικό έτος 2022, το οποίο ξεκίνησε την 1η Οκτωβρίου 2021, η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν διατήρησε τον ίδιο προϋπολογισμό με το προηγούμενο έτος, 1,4 δισεκ. δολάρια, σε ό,τι αφορά τη διμερή βοήθεια, κυρίως στρατιωτική, που προορίζει για το Κάιρο.
«Η αιγυπτιακή κυβέρνηση συνεχίζει να επιδίδεται σε γενικευμένα βασανιστήρια, καταστολή της αντιπολίτευσης, ακόμη και διωγμό αμερικανών πολιτών και οικογενειών αντιπολιτευόμενων που ζουν στις ΗΠΑ», κατήγγειλαν δύο Δημοκρατικοί αιρετοί στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ο Ντον Μπάιερ και ο Τομ Μαλινάουσκι, οι οποίοι επικρίνουν τις σχεδιαζόμενες πωλήσεις.
Η έγκριση των δύο πιθανών πωλήσεων στρατιωτικού εξοπλισμού ανακοινώθηκε μόλις τρεις εβδομάδες μετά τη σύλληψη στη Νέα Υόρκη Αμερικανοαιγύπτιου ο οποίος κατηγορείται πως κατασκόπευε αντιπολιτευόμενους για λογαριασμό των μυστικών υπηρεσιών της κυβέρνησης του Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι.