p.p1 {margin: 0.0px 0.0px 0.0px 0.0px; font: 12.0px 'Helvetica Neue'; color: #454545}
Χωρίς να το θέλει αυτή η Βρετανίδα υπήρξε η μητέρα όλων των πολιτικο-θρησκευτικών πολέμων που θερίζουν ακόμη σήμερα την περιοχή.
Εξερευνήτρια, αρχαιολόγος και μυστική πράκτορας η Gertrude Bell σίγουρα δεν έχει κάποια όμοιά της στην σημερινή εποχή.
Στο κεφάλι φοράει ένα καπέλο. Γύρω από το λαιμό έχει μια γούνα αλεπούς. Τίποτα το περίεργο για μια πλούσια Βρετανίδα στις αρχές του 20ού αιώνα. Πλην όμως, η Gertrude Bell βρίσκεται στη μέση της ερήμου, στην πλάτη μιας καμήλας.
Δίπλα της βρίσκεται ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, υπουργός Εξωτερικών για τις αποικίες, εκείνη την εποχή, και ο Thomas Edward Lawrence, ο περιβόητος Λόρενς της Αραβίας. Πίσω τους διακρίνονται καθαρά η Σφίγγα της Γκίζας και οι πυραμίδες.
Αυτή η φωτογραφία τραβήχτηκε το 1921: ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει. Γάλλοι και Βρετανοί μοιράζονται τις αραβικές επαρχίες της οθωμανικής αυτοκρατορίας, μεγάλου ηττημένου του πολέμου μαζί με τους Γερμανούς.
Οι αδρές γραμμές της μοιρασιάς είχαν αποφασιστεί πέντε χρόνια νωρίτερα με τις μυστικές συμφωνίες Sykes-Picot, αλλά η SDN (πρόγονος των Ηνωμένων Εθνών) είχε μόλις αποφασίσει να δώσει στις δύο υπερδυνάμεις (Γαλλία, Αγγλία) την διοίκηση της Μεσοποταμίας, μιας τεράστιας περιοχής που εκτείνεται από τον σημερινό Λίβανο ως το Κουβέιτ.
Αν, λοιπόν, η Gertrude Bell βρίσκεται σε αυτή τη φωτογραφία δεν είναι για ομορφιά. Ηταν σύμβουλος του Τσόρτσιλ και μια από τις πιο εξειδικευμένες αρχαιολόγος της περιοχής. Θα γίνει «η βασίλισσα χωρίς στέμα» του Ιράκ, της χώρας της οποίας σχεδίασε τα σύνορα.
Η Gertrude Bell έγραψε το ημερολόγιό της από εκείνη την εποχή, σε 16 τόμους και βρίσκεται σήμερα στα Αρχεία αποικιών της Μεγάλης Βρετανίας. Από μικρή είχε πάθος με τα ταξίδια. Ο πατέρας της ήταν ο 6ος κατά σειράν πλουσιότερος Βρετανός χάρη στον πατέρα του, μεγιστάνα της σιδηρουργίας. Η Bell μεγάλωσε με ιστορίες που άκουγε από διπλωμάτες που σύχναζαν στο πατρικό σπίτι. Γεννήθηκε το 1869, ήταν επαναστάτρια γι'αυτό και γράφτηκε για σπουδές στην Οξφόρδη, όπου πήρε το πτυχίο της Σύγχρονης Ιστορίας σε δύο χρόνια, αντί για τρία. Ηταν η πρώτη γυναίκα που πήρε αυτό το πτυχίο στην εποχή της.
Μιλούσε αραβικά, φαρσί, γαλλικά, γερμανικά, λίγα τουρκικά και ιταλικά. Είχε πάθος με την Μέση Ανατολή, όπου ο πατέρας της είχε μεταλλεία. Σε ηλικία 24 ετών το όνειρό της έγινε πραγματικότητα: το 1892 πήγε στην Τεχεράνη να συναντήσει τον θείο της, πρέσβη εκεί, ώστε να γνωρίσει έναν μακρινό ξάδελφο, πιθανόν για γάμο. Αλλά δεν της άρεσε.
Προτίμησε τον Henri, νεαρό διπλωμάτη, τον οποίο συνάντησε στην Τεχεράνη. Ηταν πολύ φτωχός και ο πατέρας της δεν της έδωσε την άδεια να τον παντρευτεί. Ο Henri πέθανε ένα χρόνο αργότερα, σε ατύχημα. Η Bell επιστρέφει στην Ευρώπη αλλά το 1900 γυρίζει στη Μέση Ανατολή για να εξερευνήσει τον Ευφράτη.
Ταξιδεύει στην έρημο, γνωρίζει τη Δαμασκό, το Χαλέπι, τα Ιεροσόλυμα, τη Βηρυττό. Φυλακίζεται στο Tur Abdin, στη σημερινή Τουρκία. Μετακινείται με 6-8 άνδρες, μαζί με όλα της τα φορέματα, τα καπέλα, τα σερβίτσια από πορσελάνη, τα απαραίτητα αλληλογραφίας καθώς και μια μπανιέρα.
Στην περιοχή, η Bell γνωρίζει καλά τους Κούρδους, τους Γεζίντι, τους σιίτες, τους σουνίτες. Σημειώνει τα πάντα, παίρνει φωτογραφίες, καταγράφει την περιοχή. Το απίστευτο ταλέντο και οι γνώσεις της γίνονται γνωστά στην Αγγλία, και την στέλνουν το 1915 στην Αίγυπτο. Αποστολή της είναι να φτιάξει χάρτες της περιοχής, να αποκτήσει δεσμούς με τους ντόπιους και κυρίως να ενισχύσει την βρετανική επιρροή.
Η Gertrude Bell συνάντησε τον Λόρενς της Αραβίας, Thomas Edward Lawrence, το 1910. Αγαπούν και οι δύο τα αγόρια και έχουν 20 χρόνια διαφορά ηλικίας.
Αριστερά η Bell και δεξιά ο Λόρενς:
Ο Λόρενς ήταν επιφορτισμένος να υποκινήσει την αραβική επανάσταση εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στόχος των βρετανών ήταν να κατανικήσουν τους Οθωμανούς αλλά κυρίως να αποκτήσουν τις πετρελαιοπηγές στην περιοχή. Αυτό ήταν και το κίνητρο της μοιρασιάς της Μεσοποταμίας μετά τη Συμφωνία Sykes-Picot του 1916.
Το 1919 η Belle βρίσκεται στη Βαγδάτη (η οποία είχε καταληφθεί από τους Αγγλους δύο χρόνια νωρίτερα) αλλά το Ιράκ δεν υπήρχε ακόμη. Η Bell εργάστηκε ως το 1921 και συνεργάστηκε με όλες τις εθνότητες της περιοχής ώστε να οριστούν τα όρια των νέων κρατών της Μεσοποταμίας. Το 1921 καταθέτει τα σχέδια των νέων χωρών, και του Ιράκ, στο Συνέδριο του Καίρου.
Συνέδριο του Καΐρου: Διακρίνεται μόνη γυναίκα η Gertrude Bell, μαζί και ο Τσότσιλ, ο Λόρενς της Αραβίας κλπ.
Η Bell έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να δημιουργήσει ένα Ιράκ με πλειοψηφία σιιτών και επικεφαλής έναν σουνίτη Hachémite sunnite: τον βασιλιά Φεϊζάλ 1ο, έναν φίλο του Λόρενς της Αραβίας, πρώην βασιλιά της Συρίας που καρατομήθηκε από τους Γάλλους. Στην αναφορά της η Bell έγραφε:
«Δεν αμφιβάλλω ούτε για μια στιγμή ότι η εξουσία πρέπει να δοθεί στους σουνίτες, παρότι είναι λιγότεροι σε αριθμό […] γιατί αλλιώς θα έχετε ένα θεοκρατικό κράτος, το οποίο μπορεί να αποδειχθεί πολύ επικίνδυνο».
Για τους Αγγλους, οι οποίοι γνώριζαν το Ιράν γιατί εξήγαν το πετρέλαιο μέσω της Αγγλο-περσικής Oil Company, οι σιίτες θεωρούνταν πολύ θρησκευόμενοι, έως υπερβολικά. Αντίθετα από τους σουνίτες, οι σιίτες διοικούνταν από τον κλήρο, ο οποίος έχει βαθιές ρίζες και ιεραρχική δομή. Είναι πολύπλοκοι συνομιλητές και δύσκολα ελέγχονται.
Η Gertrude γράφει στον πατέρα της, στα τέλη του 1921 για να περιγράψει την κατάσταση: «Πέρασα το πρωινό μου στο γραφείο σχεδιάζοντας τα σύνορα νότια του Ιράκ».
Αυτή η προτίμηση για τους σουνίτες, ωστόσο, θα βάλει το σπόρο για το χάος στην περιοχή. Μόλις ο Φεϊζάλ ανέβηκε στο θρόνο, ξεκινάει επανάσταση των σιιτών, την οποία οι Βρετανοί καταπνίγουν στο αίμα. Η Bell έχει διοικητικά καθήκοντα στο πλευρό του Φεϊζάλ. Ιδρύει ένα Μουσείο για να φιλοξενήσει τις αρχαιολογικές ανακαλύψεις που έκανε και για να συμβολίσει την γέννηση της ιρακινής ταυτότητας. Σε αυτό το Μουσείο υπάρχει ακόμη σήμερα το μπούστο της, προς τιμήν της γυναίκας που θεωρείται «η πρώτη των Ιρακινών».
Η Bell ήθελε να πεθάνει στη Βαγδάτη. Στα 1926, σε ηλικία 58 ετών, αρρώστησε βαριά αλλά δεν ήθελε να επιστρέψει στη Βρετανία και αυτοκτόνησε με βαρβιτουρικά χάπια. Η κηδεία της ήταν υπέρλαμπρη και στρατιωτική και έγινε στη Βαγδάτη, παρουσία του βασιλιά Φεϊζάλ.
Μια γρήγορη ματιά στο σήμερα: ο Σαντάμ Χουσείν επέβαλε την κυριαρχία του με την νοσταλγία του μεγαλείου της Μεσοποταμίας. Οταν κατέρρευσε, μετά την αμερικανική επέμβαση το 2003, στο Ιράκ έγιναν εκλογές οι οποίες έφεραν τους σιίτες στην εξουσία. Το ισλαμικό κράτος (σουνίτες κατά πλειοψηφία) αμφισβητεί σήμερα τα σύνορα όπως σχεδιάστηκαν και απαιτεί την επαναφορά ενός «χαλιφάτου» στην περιοχή.
«Για το ISIS τα σύνορα όπως σχεδιάστηκαν δεν έχουν αξία. Αλλά αν καταργήσει κανείς τα σύνορα θα γίνει ένα «κράτος σουνιτών» πάνω στη Συρία (όπου οι σουνίτες είναι πλειοψηφία χωρίς να έχουν την εξουσία) και πάνω στο Ιράκ (όπου οι σουνίτες είναι μειοψηφία), εξηγεί ειδικός της περιοχής.
Σε μια από τις επιστολές του στην Gertrude, ο Λόρενς της Αραβίας, πιστός στο αποικιοκρατικό πνεύμα της εποχής, έγραφε:
«Το Ιράκ είναι μια καλή κατασκευή, ακόμη και αν δεν κρατήσει πολλά χρόνια, όπως φοβάμαι. Μια κυβέρνηση είναι ένα αμφιλεγόμενο δώρο σε ανθρώπους που δεν είχαν ποτέ».
Ο τάφος της Gertrude Bell στο Ιράκ: