Το «χαλινάρι του κουτσομπολιού» ήταν ένα μέσο στο Μεσαίωνα για τον εξευτελισμό των γυναικών που μιλούσαν πολύ και το χρησιμοποιούσαν οι σύζυγοι για την γκρίνια.
Το κουτσομπολιό είναι μια συνήθεια που έχει ξεχωριστή ιστορία. Δεν ξέρουμε πώς ξεκίνησε ούτε αν «θεραπεύεται». Το μόνο σίγουρο είναι ότι κάνει μεγάλο κακό και μπορεί ακόμα και να καταστρέψει τις ανθρώπινες σχέσεις.
Μπορεί στη σημερινή εποχή να μένει ατιμώρητο, δεν ισχύει όμως το ίδιο και για την εποχή του Μεσαίωνα, που είχαν εφεύρει ακόμα και ειδική «συσκευή εξευτελισμού» για τις κυρίες με τη... μακριά γλώσσα.
Στο Μεσαίωνα τιμωρούσαν ακόμα και τις γυναίκες που μιλούσαν πολύ δυνατά και ακατάπαυστα. Η χρήση του όμως, με το πέρασμα των χρόνων, εξυπηρέτησε και στην τιμωρία των λεγομένων μαγισσών. Σε εκείνη την περίπτωση, όμως, η συσκευή παρέμενε ισοβίως στο κεφάλι της γυναίκας.
Το «χαλινάρι του κουτσομπολιού» ήταν μια σιδερένια κατασκευή, που τη φορούσαν στο κεφάλι της γυναίκας. Ήταν έτσι φτιαγμένη που πίεζε την άκρη της γλώσσας προς τα κάτω. Με τον τρόπο αυτό γινόταν δύσκολη έως αδύνατη όχι μόνο η ομιλία, αλλά και η διαδικασία του φαγητού. Το καμπανάκι στην κορυφή του είχε σκοπό να γίνεται αντιληπτή με την παραμικρή κίνηση η ύπαρξη της… κουτσομπόλας.
Το χαλινάρι χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη Σκωτία του 1500, ενώ την ίδια εποχή ξεκίνησαν να το χρησιμοποιούν και στην Αγγλία. Στη Σκωτία η χρήση της συσκευής γινόταν με την παραμικρή αφορμή, ακόμα και από τους συζύγους. Όταν μια κυρία είχε αδυναμία στην γκρίνια και τον καβγά, ο αγανακτισμένος σύζυγος είχε το δικαίωμα να την καταγγείλει και να τη «συνετίσει» με το «χαλινάρι του κουτσομπολιού».
Σε σπάνιες περιπτώσεις είχε χρησιμοποιηθεί και στους άντρες. Ένας νταής ή ένας συκοφάντης τιμωρούταν με το συγκεκριμένο τρόπο. Στην πιο εξελιγμένη μορφή της αυτή η συσκευή είχε και μια ακίδα στο σημείο όπου εφάρμοζε η γλώσσα. Έτσι, σε περίπτωση που προσπαθούσε λίγο παραπάνω να μιλήσει, η γλώσσα αποκτούσε μια τρύπα με επώδυνο τρόπο.
Οι Σκωτσέζοι, όμως προτίμησαν, αντί για ακίδα να τοποθετήσουν μια αιχμηρή άκρη. Με τον τρόπο αυτό η γλώσσα δεν τραυματιζόταν απλά, αλλά κοβόταν στην άκρη. Η μεγάλη έξαρση ήταν τον 16ο και το 17ο αιώνα, οπότε χρησιμοποιούταν ευρέως.
Εκτεταμένη ήταν η χρήση της συσκευής και στα πτωχοκομεία, σε γυναίκες που φώναζαν ή μάλωναν πολύ η μία με την άλλη, για το ποια θα φάει λίγο παραπάνω. Η χρήση του έπαψε οριστικά το 1800. Το κουτσομπολιό, πάντως, επέζησε.