
Η κυβέρνηση της Ισπανίας δαπανεί σήμερα λιγότερα για την άμυνα συγκριτικά με οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση χώρας-μέλους της δυτικής στρατιωτικής συμμαχίας του ΝΑΤΟ. Εξαιτίας αυτού, σύμμαχοι της χώρας ζητούν από την Μαδρίτη να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες της, ακολουθώντας την σημερινή τάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πιο συγκεκριμένα, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 ταρακούνησε για τα καλά τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Η επανεκλογή του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ αποτέλεσε το κερασάκι στην τούρτα.
Οι περισσότερες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ (ευρωπαϊκές) φαίνονται αποφασισμένες να αυξήσουν δραστικά τις αμυντικές δαπάνες τους, έτσι ώστε να αποκτήσουν ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και να αποκτήσουν την ικανότητα αυτοπροστασίας έναντι εχθρικών απειλών (π.χ. της Ρωσίας).
Σύμφωνα με επίσημα δεδομένα, η Ισπανία δαπάνησε πέρυσι μόνο το 1,28% του ΑΕΠ τις στις ένοπλες δυνάμεις της, μένοντας κατά πολύ πίσω από το ελάχιστο όριο του 2% που έχει θέσει η δυτική στρατιωτική συμμαχία.
Να σημειώσουμε σε αυτό το σημείο πως εξαιτίας των νέων γεωπολιτικών εξελίξεων, είναι πολύ πιθανό το ΝΑΤΟ να αυξήσει αυτό το κατώτατο όριο από 2 σε 5% τα επόμενα χρόνια.
Θα υπακούσει όμως η Ισπανία στις συμβουλές των συμμάχων της; Ποιος είναι ο λόγος που η Μαδρίτη δεν δαπανεί μεγάλα ποσά για την άμυνά της;
Θα Επηρεαστεί η Ισπανία από το Νέο Κύμα;
Σύμφωνα με έναν Ισπανό ειδικό που μίλησε σε γνωστό ειδησεογραφικό πρακτορείο, ο λόγος που η Ισπανία δεν δαπανεί μεγάλο ποσοστό του ΑΕΠ της στον στρατό της είναι καθαρά οικονομικός.
Πάρα αυτά, ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ δήλωσε πως η χώρα του θα επιτύχει τον στόχο αμυντικών δαπανών της τάξεως του 2% του ΑΕΠ μέχρι το 2029. Αυτό σημαίνει πως η Ισπανία έχει σχεδόν τέσσερα χρόνια για να διπλασιάσει το ποσοστό που δαπανεί στον στρατό της.
Πάρα αυτά να τονίσουμε ότι μέχρι τότε το κατώτατο όριο στο ΝΑΤΟ μπορεί να είναι ήδη 5% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες, γεγονός που θα δημιουργήσει πρόσθετα προβλήματα για την Ισπανία.