Ο ναός του Παρθενώνας χτίστηκε στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα και δεν έχει καν θεμέλια. Παρ’ όλα αυτά έχει τριπλή αντισεισμική θωράκιση κι έτσι έχει «αντέξει» στο πέρασμα των ετών.
Μελέτες που έχουν γίνει, αναφορικά με την αρχιτεκτονική και δομική φόρμα του, καταδεικνύουν πως οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν από τότε ανακαλύψει αυτό που σήμερα ονομάζουμε σεισμική μόνωση.
Αυτή η τριπλή μόνωση, μάλιστα, εντοπίζεται σε διαφορετικά σημεία του οικοδομήματος. Το πρώτο σημείο βρίσκεται στις στρώσεις τεράστιων οριζόντιων και εξαιρετικά λείων μαρμάρων πάνω στις οποίες «πατάει» ο Παρθενώνας.
Το δεύτερο παρατηρείται στους μεταλλικούς ελαστικούς συνδέσμους, οι οποίοι συνδέουν τις πλάκες κάθε στρώματος και που στο κέντρο τους εντοπίζονται μικροί σιδηροπάσσαλοι γύρω από τους οποίους έχει χυθεί μολύβι. Το μολύβι έχει την ιδιότητα να προστατεύει το σίδηρο από τη σκουριά και να εξασθενεί με την ελαστικότητά του το όποιο «κύμα», αφού μέρος της κινητικής ενέργειάς του μετατρέπεται σε θερμική.
Το τρίτο εντοπίζεται στις κολόνες του κτίσματος, οι οποίες δεν τοποθετήθηκαν μονοκόμματες, αφού οι Αρχαίοι Έλληνες ήξεραν πως για να αντέξουν στους κραδασμούς της γης, από τη σεισμική δραστηριότητα, θα έπρεπε να τοποθετηθούν σε φέτες μαρμάρου, τέλεια εφαρμοσμένες η μία πάνω στην άλλη.
Κατά συνέπεια, τα επιφανειακά σεισμικά κύματα κινούν το ένα στρώμα των μαρμάρινων πλακών πάνω στο άλλο, την ίδια ώρα που οι σύνδεσμοι εκτονώνουν την κινητική ενέργεια που αναπτύσσει ο εγκέλαδος. Οι δε κολόνες, με τον τρόπο που είναι τοποθετημένες, επιτρέπουν σε ολόκληρο το οικοδόμημα να ταλαντώνεται, αλλά να μην καταρρέει.