Το 1930 δύο επιχειρηματίες από το Αίγιο που είχαν μεταναστεύσει στην Αυστραλία και πλούτισαν, αποφάσισαν να κάνουν μια επένδυση στην πατρίδα τους. Ο Βασίλειος Χρύσης και ο Σπύρος Νικολούλιας επέλεξαν το μικρό χωριό Σαραντάπηχο στην Ορεινή Κορινθία.
Το χωριό ήταν χτισμένο σε υψόμετρο πάνω από 1.200 μέτρα και θεωρήθηκε ιδανικό για να μετατραπεί σε τουριστικό θέρετρο, όπως τα ελβετικά σαλέ. Έτσι χτίστηκε το ξενοδοχείο «Αναγγένησις».
Το ελληνικό Σεν Μόριτζ
Το υπερπολυτελές κτίριο ήταν τριώροφο και διέθετε 70 δωμάτια με δικό τους μπάνιο το καθένα, κάτι ιδιαίτερα πολυτελές για τη δεκαετία του 1930. Λόγω της τοποθεσίας, τα περισσότερα δωμάτια είχαν μια υπέροχη θέα.
Οι κοινόχρηστοι χώροι περιελάμβαναν εστιατόριο, αίθουσα εκδηλώσεων, γήπεδο τένις και κινηματογραφική λέσχη. Το ξενοδοχείο ήταν εξοπλισμένο με δικό του τηλεφωνικό κέντρο, όταν ακόμη και στην Αθήνα τα τηλέφωνα ήταν ελάχιστα. Διέθετε ακόμη παγοποιείο, αρδευτικό δίκτυο και ηλεκτρογεννήτριες. Εκτός από τα απλά δωμάτια, το ξενοδοχειακό συγκρότημα «Αναγέννησις» είχε και τρία ανεξάρτητα κτίρια για τη φιλοξενία της ελληνικής και ευρωπαϊκής αριστοκρατίας.
Το προσωπικό του ξενοδοχείου οργάνωνε εκδρομές στη γύρω περιοχή που ήταν μοναδικής φυσικής ομορφιάς. Σύμφωνα με τις περιγραφές που έχουν διασωθεί, το ξενοδοχειακό συγκρότημα θα μπορούσε να ανταγωνιστεί με αξιώσεις τα καλύτερα ξενοδοχεία της εποχής του. Όλα αυτά συνέβαιναν στο άγνωστο Σαραντάπηχο το 1930.
Το εγχείρημα αν και φαινόταν ριψοκίνδυνο, πέτυχε. Σε αυτό βοήθησε και ο καθηγητής του Δημόσιου Διεθνούς δικαίου της Νομικής Αθηνών, Δικαστής του Διεθνούς δικαστηρίου της Χάγης και ακαδημαϊκός, Ιωάννης Γ. Σπυρόπουλος που θέλησε να αναδείξει την ιδιαίτερη πατρίδα του. Χάρη στις υψηλές γνωριμίες του, το Σαραντάπηχο γέμισε εύπορους τουρίστες και ονομάστηκε «ελληνικό Σεν Μόριτζ».
Οι κάτοικοι που ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία σε συνθήκες σχεδόν απομόνωσης, είδαν το χωριό τους να αλλάζει φυσιογνωμία. Κάποιοι από τους κατοίκους που έλαβαν ειδική εκπαίδευση εργάστηκαν ως προσωπικό στο ξενοδοχείο, ενώ στην περιοχή, εκτός από το «Αναγέννησις», λειτούργησαν και τα ξενοδοχεία του Στάθη Πανουτσόπουλου και του Φίλερη. Το «Αναγένησις» φιλοξενούσε VIP από την Ευρώπη, ενώ συχνά επισκεπτόταν το ξενοδοχείο και ο βασιλιάς Φαρούκ της Αιγύπτου.
Το αεροδρόμιο
Για να εξυπηρετηθούν οι απαιτητικοί πελάτες δημιουργήθηκε ακόμα και αεροδρόμιο, σχεδόν δίπλα στο ξενοδοχείο, ώστε να μην ταλαιπωρούνται στις μετακινήσεις τους. Λειτούργησε για πρώτη φορά στα μέσα της δεκαετίας του 1930 και στο διάδρομό μπορούσαν να προσγειωθούν αεροπλάνα 25 θέσεων. Το αεροδρόμιο που ένωσε το μικρό χωριό της ορεινής Κορινθίας με Ευρώπη και Αίγυπτο, καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου από τους Ιταλούς.
Οι κατακτητές φοβήθηκαν τη χρήση του για προσγείωση εχθρικών αεροσκαφών και φρόντισαν να αχρηστεύσουν την πίστα. Η εικόνα του ξενοδοχείου μετά τον πόλεμο ήταν αποκαρδιωτική. Το άλλοτε πολυτελές συγκρότημα είχε εγκαταλειφτεί και με το πέρασμα του χρόνου γινόταν έρμαιο των καιρικών συνθηκών. Φυσικά, λόγω του πολυτελούς εξοπλισμού του έγινε στόχος λεηλασιών και υπάρχουν καταγραφές του 1950 με ζώα φορτωμένα ακόμα και με τα είδη υγιεινής του κτιρίου.
Δυστυχώς η σημερινή εικόνα δεν θυμίζει σε τίποτα την αίγλη του παρελθόντος. Ο χαρακτηρισμός του όμως σαν ελληνικό Σεν Μόριτζ, αποδεικνύει ότι το «Αναγέννησις» ήταν κάποτε εκεί.