-Καλέ μου γέροντα, απάντησα, περιμένω τις διαταγές σου.Δεν ξέρω κι εγώ πως κατάλαβα ότι επρόκειτο περί του Μεγαλοδύναμου. Ήμουν όρθιος εμπρός Του και αισθανόμουν τον εαυτό μου ως ένα χαλίκι κοντά σ’ ένα πανύψηλο βουνό. Άρχισε να μου μιλά:-Πήγαινε και ανάγγειλε στον κόσμο εκείνο που σου λέγω. Πληροφόρησε τους ανθρώπους ότι εάν δεν παύσουν να αμαρτάνουν και να αλληλομάχονται, εάν εξακολουθήσουν να εγκαταλείπουν την Εκκλησία και να περιφρονούν τη διδασκαλία της, εάν δε λειτουργούνται τις Κυριακές και τις γιορτές, θα εξαπολύσω το πυρ επί της Γης.Τελείωσε έτσι και εξαφανίστηκε με την ίδια αστραπιαία ταχύτητα που εμφανίστηκε. Αυτή υπήρξε η πρώτη μου συνάντηση με τον Καλό Θεό, αλλά δεν την αφηγήθηκα σε κανέναν. Φοβόμουν πως δε θα γινόμουν πιστευτός από τους ανθρώπους.Για δεύτερη φορά ο Θεός εμφανίστηκε μπροστά μου στις 7 Ιουνίου, ημέρα επίσης Παρασκευή και στο ίδιο σημείο. Ο Καλός Γέροντας μου έκανε παρατηρήσεις, διότι δεν είχα αναγγείλει τις εντολές Του στους ανθρώπους. Υποσχέθηκα να το κάνω, αλλά και πάλι δεν είχα το θάρρος.Τότε ο Θεός εμφανίστηκε ενώπιόν μου για τρίτη φορά την Παρασκευή 14 Ιουνίου. Με πλησίασε, φαινόταν θυμωμένος και μου μίλησε με τόνο τρομακτικό. Επανέλαβε την εντολή Του και με διέταξε να τη γνωστοποιήσω στους ανθρώπους.Μετά από δυο μέρες πήγα στον παπά του χωριού και του αφηγήθηκα τη συνάντηση και τη συνομιλία μου με τον Θεό. Την Κυριακή, ο παπάς ανήγγειλε το θαύμα από του άμβωνος. Την στιγμή εκείνη είδα εκ νέου τον Καλό Γέροντα κοντά στην Αγία Τράπεζα και μου έγνεψε φιλικά. Κανείς άλλος δεν τον είδε εκτός από εμένα. Ήμουν πολύ συγκινημένος.Την επόμενη Κυριακή στις 7 Ιουλίου κατά τις 10 το βράδυ, διέσχιζα το σημείο όπου είχα συναντήσει τον Θεό. Κρατούσα αναμμένες λαμπάδες και Τον ευχαριστούσα για ό,τι μου είχε δώσει. Διότι, ξέχασα να σας πω, ήμουν κωφάλαλος και μετά την πρώτη συνάντηση απέκτησα φωνή και ακοή.Ήθελα να συνεχίσω τον δρόμο μου, όταν ξαφνικά ένα αστραποβόλο άστρο εμφανίστηκε ενώπιόν μου. Το άστρο αυτό ήταν εξήντα έως και εβδομήντα εκατοστά και ταλαντευόταν οριζόντια πάνω από το έδαφος. Το κέντρο του έλαμπε από καθαρότατο φως. Στο άνω σημείο του είδα φωτιά, στο κάτω έπνεε ισχυρός άνεμος, δεξιά έβρεχε και αριστερά έπεφτε στάχτη. Πάνω από το άστρο στεκόταν ο Θεός. Μου εξήγησε την σημασία του άστρου αυτού:-Εάν οι άνθρωποι δε μετανοήσουν, θα εξαπολύσω επί της Γης το πυρ, τον άνεμο, την βροχή και τη στάχτη, διότι δεν θα είναι άξιοι της αγάπης μου.Με διέταξε ακόμη μια φορά να αναγγείλω τη θέλησή Του στον κόσμο ολόκληρο και στους άρχοντες του κόσμου αυτού”.Αυτή είναι η αφήγηση του θαύματος από το στόμα του χωρικού Petrache Lupu. Από τότε, οι λαϊκές μάζες δεν έπαψαν να συρρέουν από κάθε γωνιά της Ρουμανίας στο Maglavit, για να ακούσουν τον Λόγο του Κυρίου και να ζητήσουν από τον Petrache τη θεραπεία ανιάτων ασθενειών.Ο Petrache Lupu ήταν ένας απλοϊκός και αγνός νέος, βαθύτατα θρήσκος. Πριν συντελεστεί το θαύμα, ήταν κωφάλαλος, όπως τουλάχιστον βεβαίωναν όσοι τον γνώριζαν. Από τη στιγμή της εμφανίσεως του Θεού απέκτησε φωνή και ακοή και πράγματι άκουγε τέλεια και μιλούσε σχετικώς καλά, αν και με κάποια βραδυγλωσσία. Οι κάτοικοι του Maglavit αφηγούνταν ότι σε πολλούς κωφάλαλους είχε δώσει φωνή και ακοή.Η φανατική αφοσίωση την οποία του έδειχναν τα πλήθη προξενούσε βαθύτατη εντύπωση. Πάνω σ’ ένα ύψωμα και μολονότι δε γνώριζε ούτε να γράφει ούτε και να διαβάζει, μιλούσε καθημερινά σ’ ένα ακροατήριο 20.000 προσκυνητών. Τα μάτια του σκορπούσαν τότε ένα φως μυστικοπάθειας. Τραυλίζοντας, αλλά γεμάτος ενέργεια, ζητούσε να σιωπήσουν.Τα πλήθη σιωπούσαν και εκείνος άρχιζε να αφηγείται τη συνάντησή του με τον Θεό. Με χειρονομίες εξηγούσε τα θεία παραγγέλματα, τα οποία οι ακροατές του άκουγαν με υγρά τα μάτια. Κατόπιν, έθετε ερωτήματα:-Θα ακολουθήσετε τις εντολές του Θεού;Όλα τα στόματα απαντούσαν συγχρόνως:-Θα τις ακολουθήσουμε.-Θα ζήσετε εν ειρήνη και θα εκδιώξετε τον Σατανά από τα σπίτια σας;-Θα το κάνουμε.-Θα αμαρτήσετε από δω και πέρα;Το τελευταίο αυτό ερώτημα επαναλαμβανόταν τρεις φορές και το πλήθος εκστατικά απαντούσε τρεις φορές “όχι”. Έπειτα, κατέβαινε από το βήμα. Γύρω του, συνωστίζονταν άνθρωποι που έκλαιγαν, άνθρωποι που έπασχαν από ψυχικές ασθένειες, γονείς με άρρωστα παιδιά που τα είχαν φέρει από αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων. Εκλιπαρούσαν την ευλογία του. Ανάπηροι σύρονταν πίσω από τον Petrache, του φιλούσαν τα χέρια και τα ρούχα. Εκείνος διαμαρτυρόταν και φώναζε:“Δεν είμαι ένας άγιος, μη μου φιλάτε τα χέρια, σας φέρνω μόνο τις εντολές του Θεού”.Το υπερδιεργερμένο πνεύμα πολλών προσκυνητών τους έκανε να βλέπουν ένα φωτοστέφανο γύρω από το κεφάλι του Petrache και τον έδειχναν ο ένας στον άλλο. Παντού γονυκλισίες, σταυροκοπήματα, προσευχές. Ιερείς, ο ένας μετά τον άλλο ανέβαιναν στο βήμα και εκφωνούσαν φλογερούς λόγους θρησκευτικής πίστης. Το πλήθος έκλαιγε, πολλοί χτυπούσαν τα στήθη τους και καταλαμβάνονταν από ένα είδος συλλογικής μανίας.“Ο Θεός κατήλθε ανάμεσά μας. Ο Θεός θα μας απελευθερώσει από τα κακά και τις δυστυχίες μας. Ακούσατε τον Λόγο του Θεού και εκείνον του προφήτη του, Petrache. Ακολουθήστε τον! Αλληλούια, αλληλούια, αλληλούια!”Οι προσκυνητές έπεφταν στη γη και προσεύχονταν. Τα μάτια τους ήταν υγρά από δάκρυα, αλλά η ψυχή τους ήταν πλημμυρισμένη από χαρά.Ο Petrache Lupu, ο φτωχός Ρουμάνος χωρικός, είχε κατορθώσει να γεφυρώσει τους ανθρώπους του τόπου του με τον Θεό και την Εκκλησία. Ο Κλήρος, ο οποίος στην αρχή ήθελε να εμποδίσει τα πλήθη να πάνε στο Maglavit, είχε αναγνωρίσει την αξία της θρησκευτικής προπαγάνδας που περιείχαν τα λόγια του χωρικού και επιζητούσε τώρα να μεταβάλλει την πολίχνη αυτή σε ένα είδος Λούρδης της Γαλλίας ή Παναγίας της Τήνου της Ελλάδας. Το χρήμα συνέρρεε τόσο άφθονο, ώστε γίνονταν μεγάλα σχέδια ξενοδοχείων, ειδικών μέσων συγκοινωνιών, κλπ. Οι πολιτικές Αρχές, άλλωστε, έβλεπαν με πολύ καλό μάτι τη στροφή μεγάλων μαζών προς την Εκκλησία.Οι περισσότεροι Ρουμάνοι επιστήμονες αρνούνταν να αποδώσουν σημασία στο “Θαύμα του Maglavit” και χωρίς να αρνούνται την καλή πίστη του Petrache Lupu, θεωρούσαν τα όσα ο ίδιος αφηγούνταν ως αποτέλεσμα “παράνοιας”, εξημμένης θρησκευτικής πίστης, η οποία μετέβαλε τα δημιουργήματα της φαντασίας του σε πραγματικά γεγονότα.Στον πνευματικό και σωματικό αυτόν κλονισμό απέδιδαν και τη θεραπεία του από κωφάλαλου που ήταν. Αυτά, όμως, τα άκουγε με αγανάκτηση ο λαός, ο οποίος πίστευε ακραδάντως ότι ο Petrache Lupu είχε δει τον Θεό και είχε λάβει την εντολή να μεταδώσει στον κόσμο τον Θείο Λόγο.Εν πάσει περιπτώσει, έμενε ένα αναμφισβήτητο γεγονός: Το “Θαύμα του Maglavit” παρέσυρε καθημερινά χιλιάδες ανθρώπους. Καθημερινά, χιλιάδες άνθρωποι έφευγαν από το Maglavit με την ανακούφιση στην ψυχή. Ο Petrache Lupu κήρυττε την ειρήνη, την καλή θέληση, την αγαθότητα, τον εξαγνισμό των ανθρώπων, δε ζητούσε άλλωστε ως ανταμοιβή από τους ανθρώπους τίποτε για λογαριασμό του και παρέμενε φτωχότατος όπως και πριν.Και αν ακόμη ο αφελής Ρουμάνος χωρικός δεν είχε δει κανένα θαύμα, το γεγονός ότι είχε κατορθώσει να ακούγεται καθημερινά από χιλιάδες ανθρώπους, οι οποίοι ορκίζονταν γονυπετείς μπροστά του να ζήσουν εν ειρήνη και αγαθότητα, αποτελούσε, αυτό καθ’ εαυτό, ένα πραγματικό θαύμα.Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, στις 29/12/1937…
-Καλέ μου γέροντα, απάντησα, περιμένω τις διαταγές σου.Δεν ξέρω κι εγώ πως κατάλαβα ότι επρόκειτο περί του Μεγαλοδύναμου. Ήμουν όρθιος εμπρός Του και αισθανόμουν τον εαυτό μου ως ένα χαλίκι κοντά σ’ ένα πανύψηλο βουνό. Άρχισε να μου μιλά:-Πήγαινε και ανάγγειλε στον κόσμο εκείνο που σου λέγω. Πληροφόρησε τους ανθρώπους ότι εάν δεν παύσουν να αμαρτάνουν και να αλληλομάχονται, εάν εξακολουθήσουν να εγκαταλείπουν την Εκκλησία και να περιφρονούν τη διδασκαλία της, εάν δε λειτουργούνται τις Κυριακές και τις γιορτές, θα εξαπολύσω το πυρ επί της Γης.Τελείωσε έτσι και εξαφανίστηκε με την ίδια αστραπιαία ταχύτητα που εμφανίστηκε. Αυτή υπήρξε η πρώτη μου συνάντηση με τον Καλό Θεό, αλλά δεν την αφηγήθηκα σε κανέναν. Φοβόμουν πως δε θα γινόμουν πιστευτός από τους ανθρώπους.Για δεύτερη φορά ο Θεός εμφανίστηκε μπροστά μου στις 7 Ιουνίου, ημέρα επίσης Παρασκευή και στο ίδιο σημείο. Ο Καλός Γέροντας μου έκανε παρατηρήσεις, διότι δεν είχα αναγγείλει τις εντολές Του στους ανθρώπους. Υποσχέθηκα να το κάνω, αλλά και πάλι δεν είχα το θάρρος.Τότε ο Θεός εμφανίστηκε ενώπιόν μου για τρίτη φορά την Παρασκευή 14 Ιουνίου. Με πλησίασε, φαινόταν θυμωμένος και μου μίλησε με τόνο τρομακτικό. Επανέλαβε την εντολή Του και με διέταξε να τη γνωστοποιήσω στους ανθρώπους.Μετά από δυο μέρες πήγα στον παπά του χωριού και του αφηγήθηκα τη συνάντηση και τη συνομιλία μου με τον Θεό. Την Κυριακή, ο παπάς ανήγγειλε το θαύμα από του άμβωνος. Την στιγμή εκείνη είδα εκ νέου τον Καλό Γέροντα κοντά στην Αγία Τράπεζα και μου έγνεψε φιλικά. Κανείς άλλος δεν τον είδε εκτός από εμένα. Ήμουν πολύ συγκινημένος.Την επόμενη Κυριακή στις 7 Ιουλίου κατά τις 10 το βράδυ, διέσχιζα το σημείο όπου είχα συναντήσει τον Θεό. Κρατούσα αναμμένες λαμπάδες και Τον ευχαριστούσα για ό,τι μου είχε δώσει. Διότι, ξέχασα να σας πω, ήμουν κωφάλαλος και μετά την πρώτη συνάντηση απέκτησα φωνή και ακοή.Ήθελα να συνεχίσω τον δρόμο μου, όταν ξαφνικά ένα αστραποβόλο άστρο εμφανίστηκε ενώπιόν μου. Το άστρο αυτό ήταν εξήντα έως και εβδομήντα εκατοστά και ταλαντευόταν οριζόντια πάνω από το έδαφος. Το κέντρο του έλαμπε από καθαρότατο φως. Στο άνω σημείο του είδα φωτιά, στο κάτω έπνεε ισχυρός άνεμος, δεξιά έβρεχε και αριστερά έπεφτε στάχτη. Πάνω από το άστρο στεκόταν ο Θεός. Μου εξήγησε την σημασία του άστρου αυτού:-Εάν οι άνθρωποι δε μετανοήσουν, θα εξαπολύσω επί της Γης το πυρ, τον άνεμο, την βροχή και τη στάχτη, διότι δεν θα είναι άξιοι της αγάπης μου.Με διέταξε ακόμη μια φορά να αναγγείλω τη θέλησή Του στον κόσμο ολόκληρο και στους άρχοντες του κόσμου αυτού”.Αυτή είναι η αφήγηση του θαύματος από το στόμα του χωρικού Petrache Lupu. Από τότε, οι λαϊκές μάζες δεν έπαψαν να συρρέουν από κάθε γωνιά της Ρουμανίας στο Maglavit, για να ακούσουν τον Λόγο του Κυρίου και να ζητήσουν από τον Petrache τη θεραπεία ανιάτων ασθενειών.Ο Petrache Lupu ήταν ένας απλοϊκός και αγνός νέος, βαθύτατα θρήσκος. Πριν συντελεστεί το θαύμα, ήταν κωφάλαλος, όπως τουλάχιστον βεβαίωναν όσοι τον γνώριζαν. Από τη στιγμή της εμφανίσεως του Θεού απέκτησε φωνή και ακοή και πράγματι άκουγε τέλεια και μιλούσε σχετικώς καλά, αν και με κάποια βραδυγλωσσία. Οι κάτοικοι του Maglavit αφηγούνταν ότι σε πολλούς κωφάλαλους είχε δώσει φωνή και ακοή.Η φανατική αφοσίωση την οποία του έδειχναν τα πλήθη προξενούσε βαθύτατη εντύπωση. Πάνω σ’ ένα ύψωμα και μολονότι δε γνώριζε ούτε να γράφει ούτε και να διαβάζει, μιλούσε καθημερινά σ’ ένα ακροατήριο 20.000 προσκυνητών. Τα μάτια του σκορπούσαν τότε ένα φως μυστικοπάθειας. Τραυλίζοντας, αλλά γεμάτος ενέργεια, ζητούσε να σιωπήσουν.Τα πλήθη σιωπούσαν και εκείνος άρχιζε να αφηγείται τη συνάντησή του με τον Θεό. Με χειρονομίες εξηγούσε τα θεία παραγγέλματα, τα οποία οι ακροατές του άκουγαν με υγρά τα μάτια. Κατόπιν, έθετε ερωτήματα:-Θα ακολουθήσετε τις εντολές του Θεού;Όλα τα στόματα απαντούσαν συγχρόνως:-Θα τις ακολουθήσουμε.-Θα ζήσετε εν ειρήνη και θα εκδιώξετε τον Σατανά από τα σπίτια σας;-Θα το κάνουμε.-Θα αμαρτήσετε από δω και πέρα;Το τελευταίο αυτό ερώτημα επαναλαμβανόταν τρεις φορές και το πλήθος εκστατικά απαντούσε τρεις φορές “όχι”. Έπειτα, κατέβαινε από το βήμα. Γύρω του, συνωστίζονταν άνθρωποι που έκλαιγαν, άνθρωποι που έπασχαν από ψυχικές ασθένειες, γονείς με άρρωστα παιδιά που τα είχαν φέρει από αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων. Εκλιπαρούσαν την ευλογία του. Ανάπηροι σύρονταν πίσω από τον Petrache, του φιλούσαν τα χέρια και τα ρούχα. Εκείνος διαμαρτυρόταν και φώναζε:“Δεν είμαι ένας άγιος, μη μου φιλάτε τα χέρια, σας φέρνω μόνο τις εντολές του Θεού”.Το υπερδιεργερμένο πνεύμα πολλών προσκυνητών τους έκανε να βλέπουν ένα φωτοστέφανο γύρω από το κεφάλι του Petrache και τον έδειχναν ο ένας στον άλλο. Παντού γονυκλισίες, σταυροκοπήματα, προσευχές. Ιερείς, ο ένας μετά τον άλλο ανέβαιναν στο βήμα και εκφωνούσαν φλογερούς λόγους θρησκευτικής πίστης. Το πλήθος έκλαιγε, πολλοί χτυπούσαν τα στήθη τους και καταλαμβάνονταν από ένα είδος συλλογικής μανίας.“Ο Θεός κατήλθε ανάμεσά μας. Ο Θεός θα μας απελευθερώσει από τα κακά και τις δυστυχίες μας. Ακούσατε τον Λόγο του Θεού και εκείνον του προφήτη του, Petrache. Ακολουθήστε τον! Αλληλούια, αλληλούια, αλληλούια!”Οι προσκυνητές έπεφταν στη γη και προσεύχονταν. Τα μάτια τους ήταν υγρά από δάκρυα, αλλά η ψυχή τους ήταν πλημμυρισμένη από χαρά.Ο Petrache Lupu, ο φτωχός Ρουμάνος χωρικός, είχε κατορθώσει να γεφυρώσει τους ανθρώπους του τόπου του με τον Θεό και την Εκκλησία. Ο Κλήρος, ο οποίος στην αρχή ήθελε να εμποδίσει τα πλήθη να πάνε στο Maglavit, είχε αναγνωρίσει την αξία της θρησκευτικής προπαγάνδας που περιείχαν τα λόγια του χωρικού και επιζητούσε τώρα να μεταβάλλει την πολίχνη αυτή σε ένα είδος Λούρδης της Γαλλίας ή Παναγίας της Τήνου της Ελλάδας. Το χρήμα συνέρρεε τόσο άφθονο, ώστε γίνονταν μεγάλα σχέδια ξενοδοχείων, ειδικών μέσων συγκοινωνιών, κλπ. Οι πολιτικές Αρχές, άλλωστε, έβλεπαν με πολύ καλό μάτι τη στροφή μεγάλων μαζών προς την Εκκλησία.Οι περισσότεροι Ρουμάνοι επιστήμονες αρνούνταν να αποδώσουν σημασία στο “Θαύμα του Maglavit” και χωρίς να αρνούνται την καλή πίστη του Petrache Lupu, θεωρούσαν τα όσα ο ίδιος αφηγούνταν ως αποτέλεσμα “παράνοιας”, εξημμένης θρησκευτικής πίστης, η οποία μετέβαλε τα δημιουργήματα της φαντασίας του σε πραγματικά γεγονότα.Στον πνευματικό και σωματικό αυτόν κλονισμό απέδιδαν και τη θεραπεία του από κωφάλαλου που ήταν. Αυτά, όμως, τα άκουγε με αγανάκτηση ο λαός, ο οποίος πίστευε ακραδάντως ότι ο Petrache Lupu είχε δει τον Θεό και είχε λάβει την εντολή να μεταδώσει στον κόσμο τον Θείο Λόγο.Εν πάσει περιπτώσει, έμενε ένα αναμφισβήτητο γεγονός: Το “Θαύμα του Maglavit” παρέσυρε καθημερινά χιλιάδες ανθρώπους. Καθημερινά, χιλιάδες άνθρωποι έφευγαν από το Maglavit με την ανακούφιση στην ψυχή. Ο Petrache Lupu κήρυττε την ειρήνη, την καλή θέληση, την αγαθότητα, τον εξαγνισμό των ανθρώπων, δε ζητούσε άλλωστε ως ανταμοιβή από τους ανθρώπους τίποτε για λογαριασμό του και παρέμενε φτωχότατος όπως και πριν.Και αν ακόμη ο αφελής Ρουμάνος χωρικός δεν είχε δει κανένα θαύμα, το γεγονός ότι είχε κατορθώσει να ακούγεται καθημερινά από χιλιάδες ανθρώπους, οι οποίοι ορκίζονταν γονυπετείς μπροστά του να ζήσουν εν ειρήνη και αγαθότητα, αποτελούσε, αυτό καθ’ εαυτό, ένα πραγματικό θαύμα.Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, στις 29/12/1937…