Μετά την αποχώρηση της Φωτεινής Μαυρομιχάλη, η Δούκισσα της Πλακεντίας παρέλαβε ως συνοδό της την Ελένη, την κόρη του περιώνυμου και αξέχαστου ήρωα της Επανάστασης, του Μεσολογγίτη Χρήστου Καψάλη, που ανατινάχτηκε στην πυριτιδαποθήκη του, παρασύροντας στον θάνατο πολλούς Τούρκους.
Η Σοφί ένιωθε μητρική αγάπη για την Ελένη και όχι μόνο τη μόρφωσε με τον καλύτερο τρόπο, αλλά φρόντισε και για την αποκατάστασή της. Έτσι, την πάντρεψε με τον Γεώργιο Σκουζέ, ο οποίος, λίγο αργότερα, ίδρυσε άριστο τραπεζικό οίκο στην Αθήνα, που, παρά τους κλυδωνισμούς, παρέμεινε πάντοτε ασάλευτος.Η Γαλλίδα αριστοκράτισσα συνήθιζε να απολύει ευκόλως τις νεαρές υπηρέτριές της, αν δεν την αποκαλούσαν σε κάθε φράση τους με τον επίσημο τίτλο της. Επαναλάμβανε στερεότυπα:-Είμαι μια Δούκισσα. Διότι δε μου μένει τίποτε άλλο πλέον σε αυτή την ηλικία, αφού είμαι γριά και ασθενής, παρά μόνον ο τίτλος μου…Συνεχώς στο μέγαρό της δίνονταν γεύματα, για τα οποία η Σοφί μεριμνούσε και για τη μεταφορά των καλεσμένων της. Όλοι όσοι προσκαλούνταν στην έπαυλή της, γνώριζαν εκ των προτέρων ότι κατά την ορισμένη ώρα θα βρισκόταν μπροστά στην πόρτα τους το αμάξι της, για να τους μεταφέρει στο σπίτι της.Τα γεύματα της Δούκισσας της Πλακεντίας δε φημίζονταν διόλου για την πολυτέλειά τους. Αντιθέτως, ήταν τόσο λιτά, ώστε ήταν δυνατόν να εκληφθούν και έως πενιχρά. Εν τούτοις, εκεί μπορούσαν οι Αθηναίοι να πιουν ευρωπαϊκά κρασιά και καμπανίτη, δηλαδή σαμπάνια, την οποία γνώριζαν μονάχα από τις μεταφράσεις των γαλλικών μυθιστορημάτων, τα οποία απλήστως διαβάζονταν την εποχή εκείνη.Όσον καιρό η Δούκισσα διέμενε στην ελληνική πρωτεύουσα, προτίμησε να έχει σχέσεις με τις ιστορικές οικογένειες του τόπου μας, που τους προσέδιδε πολιτικό προορισμό και τις συνέδεε με την επιτυχία του νεότευκτου Ελληνικού Κράτους.Όμως, με ψυχρότητα συμπεριφερόταν στις γνωστές φαναριώτικες οικογένειες που ζούσαν στην Αθήνα, διότι φρονούσε πως αυτές είχαν απομακρυνθεί από τις εθνικές παραδόσεις.Υπήρχε, φυσικά, κι ένας ακόμη λόγος που δεν τις ήθελε στις συναναστροφές της. Δεν ανεχόταν να ακούει τις κυρίες των Φαναριωτών να αυτοαποκαλούνται με τον τίτλο της Πριγκίπισσας. Μάλιστα, τις κατειρωνευόταν όσες φορές προσπάθησαν να μιλήσουν για τους δήθεν τίτλους τους. Αλλά και οι Φαναριώτισσες αντιγύριζαν την ίδια ειρωνεία, μεμφόμενες τον τρόπο που διαβιούσε και ντυνόταν η ξενόφερτη αυτή αρχόντισσα.Οι ειρωνικές αυτές κρίσεις των Φαναριωτισσών έφτασαν στ’ αυτιά της Σοφί και οι μεταξύ τους αντιπάθειες επετάθησαν τόσο, ώστε, κατά το έτος 1842, ο τότε Φαναριώτης Υπουργός των Εσωτερικών Ιάκωβος Ρίζος διέταξε τη διακοπή της κατασκευής μιας ωφέλιμης αμαξιτής οδού από την Αθήνα προς το Πεντελικό, η οποία θα κατασκευαζόταν με δαπάνες της ίδιας της Σοφί.Αυτό εξερέθισε τη Δούκισσα της Πλακεντίας, η οποία, προκειμένου να τον εκδικηθεί, ανήγειρε έναν μαρμάρινο στύλο στο σημείο, όπου αναγραφόταν το εξής:
“Διεκόπη η εκτέλεση του έργου υπό του Ρίζου”, απαθανατίζοντας έτσι τη μοχθηρία και την εκδικητικότητα του Υπουργού.Από την εποχή εκείνη ξέσπασε ένας αμείλικτος πόλεμος μεταξύ της Δούκισσας και των Φαναριωτών. Μάλιστα, κυκλοφορούσε μια φήμη ότι κυρίες της ανώτερης τάξης των Αθηνών εκμεταλλεύονταν τις αδυναμίες της ιδιότροπης ξένης και με τη μορφή τάχατες δωρεών, της αφαιρούσαν αξιόλογα κτήματα.Δεν ήταν λίγα τα σκάνδαλα που συνέβησαν. Ένα από αυτά έφτασε μέχρι και τις αίθουσες του Πρωτοδικείου. Σε μια στιγμή διαχύσεως, η Δούκισσα είχε δωρίσει στην Αικατερίνη Τρικούπη, τη σύζυγο του Πρωθυπουργού Σπυρίδωνα και μητέρα του επίσης Πρωθυπουργού Χαρίλαου Τρικούπη, την επικαρπία ενός λαμπρού ελαιώνα, που της έδινε επιπλέον εισόδημα 5.000 δραχμές ετησίως.Αλλά εξαιτίας της επελθούσας ρήξης με τους Φαναριώτες, η Δούκισσα θέλησε να ανακαλέσει τη δωρεά της προς την Αικατερίνη. Μα, η κυρία Τρικούπη, στηριζόμενη στο νομικό της δικαίωμα, απέκρουσε την αξίωση της Σοφί.Πάντως, το συμβάν αυτό έδωσε αφορμή να πιστευθεί πως πολλοί που είχαν συνάψει σχέσεις με τη Γαλλίδα αριστοκράτισσα, προσπάθησαν να την εκμεταλλευτούν και να της αποσπάσουν χρήματα και κτήματα. Αυτό δεν μπορεί κανείς να το πιστοποιήσει, διότι η ιστορική απόδειξη δεν είναι εύκολη.Ωστόσο, η Δούκισσα της Πλακεντίας διατηρούσε πολύχρονη φιλία με τη σύζυγο του Διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης Τυπάλδου, με την αδελφή της, την κυρία Υψηλάντου και με τη μητέρα της, κυρία Ραλλού Μουρούζη.Από τους άντρες, ιδιαίτερη εκτίμηση έτρεφε για τον Δημήτριο Βουδούρη, τον Ιωάννη Κωλέττη, τον οποίο μάλιστα οι Γάλλοι θεωρούσαν εφάμιλλο με τους εξοχότερους πολιτικούς της γενιάς του, τον Υπασπιστή του Όθωνα Δημήτριο Μαυρομιχάλη και ορισμένους άλλους.Ιδίως προς την οικογένεια του Στρατηγού Αναστασίου Μαυρομιχάλη έτρεφε άδολη και ειλικρινή αγάπη. Όχι μόνον προσέλαβε και ανέθρεψε τη θυγατέρα του Φωτεινή, αλλά είχε και διαρκώς στο πλάι της τους αδερφούς της.Η βαθιά αυτή αγάπη και φιλία προς την οικογένεια Μαυρομιχάλη διήρκεσε μέχρι και τις στερνές στιγμές της ζωής της, ενώ, μετά τον θάνατό της, φρόντισε να τους αφήσει την επικαρπία πολλών κτημάτων της εντός της Αττικής.Συνεχίζεται…Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΑΘΗΝΑΙ”, στις 11/04/1903…