Η Εκκλησία σήμερα τιμά τα γενέθλια της Παναγίας. Γονείς της ήταν η Αγία Άννα και ο Άγιος Ιωακείμ, οι οποίοι κατάφεραν και απέκτησαν την Παρθένο Μαρία ύστερα από πολλά χρόνια ατεκνία και με συνεχή προσευχή.
Η Αγία Άννα αξιώθηκε να έχει τη μεγάλη τιμή και ευτυχία να αποκτήσει παιδί, μία μοναδική κόρη, τη μητέρα του Σωτήρα του κόσμου. Η Αγία Άννα παρακαλούσε τον Θεό να αποκτήσει ένα παιδί και έκανε συνεχώς την εξής προσευχή.
«Κύριε Παντοκράτορα, και Μεγαλοδύναμε, που μόνο με το λόγο έκανες τον ουρανό και τη γη και όσα φαίνονται και είναι γύρω μας, που λύτρωσες, τους πατέρες μας από τα χέρια του Φαραώ, που με το πρόσταγμά Σου σχίσθηκε η θάλασσα και πέσανε μέσα οι Αιγύπτιοι. Εσύ Θεέ, που τους έτρεφες σαράντα χρόνια στην έρημο. Εσύ, που ευλόγησες τη Σάρρα, τη γυναίκα του Αβραάμ και γέννησε τον Ισαάκ στα γεράματά της.
Εσύ που χαρίτωσες εκείνη την Άννα την ομοία μου και γέννησε το Σαμουήλ τον προφήτη. Εσύ δώσε και σε μένα την ταπεινή Σου δούλη παιδί, και μη με αφήσης να είμαι ντροπιασμένη και ταπεινωμένη από όλο μου το γένος. Κύριε, ο Θεός μου, τάχα και σαν ένα από τα θηρία δεν είμαι και εγώ; Διατί με ωργίστηκες τόσο και είμαι στείρα; Εσύ, που ευλόγησες τα ποιήματά σου και είπες:
Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε, δώσε και σε μένα σπέρμα και καρπό κοιλίας, και αν γεννήσω είτε αρσενικό είτε θηλυκό, να Σού το χαρίσω με όλη μου τη χαρά και να το φέρω στο Ναό Σου να το αφιερώσω».
Η Χριστιανική Εκκλησία τιμά κάθε χρόνο στις 8 Σεπτεμβρίου (21 Σεπτεμβρίου για τους παλαιοημερολογίτες) «το γενέθλιον της υπεραγίας δεσποίνης ημών Θεοτόκου», τη γέννηση, δηλαδή, της Μαριάμ (Μαρίας), της μητέρας του Ιησού Χριστού.
Σήμερα γιορτάζουν ο Παναγιώτης, η Μαρία, ο Μαριανός, η Μαριανή, η Δέσποινα, ο Τσαμπίκος και η Τσαμπίκα.
Είναι γνωστό ότι τα τέσσερα Ευαγγέλια δεν παρέχουν πληροφορίες για την καταγωγή και τη γέννηση της Θεοτόκου.
Τις σχετικές πληροφορίες τις αντλούμε από το απόκρυφο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου (2ος αιώνας), σύμφωνα με το οποίο η Θεοτόκος γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα με θαυματουργικό τρόπο από μια ενάρετη γηραιά γυναίκα, ονόματι Άννα (εξελληνισμένος τύπος του εβραϊκού Χάνα = εύνοια, χάρη), μετά από επίμονες δεήσεις προς τον Θεό, αυτής και του συζύγου της Ιωακείμ.
Η Άννα ήταν στείρα και συνεπώς άτεκνη, γεγονός που εθεωρείτο ντροπή στην ιουδαϊκή κοινωνία της εποχής της.
Στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους ήταν γνωστές παρόμοιες διηγήσεις για τη γέννηση της Παναγίας και από το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Ψευδο-Ματθαίου.
Μετά την καταδίκη από την 3η Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431) της αίρεσης του Νεστοριανισμού, η οποία απέρριπτε, μεταξύ άλλων, το όνομα και τη συμμετοχή της Θεοτόκου στο σωτηριώδες έργο του Χριστού, οι διηγήσεις αυτές άρχισαν να ενσωματώνονται στη λατρεία της Εκκλησίας με τη μορφή των θεομητορικών εορτών.
Η γιορτή της γέννησης της Θεοτόκου καθιερώθηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 5ου αιώνα ή στις αρχές του 6ου αιώνα στα Ιεροσόλυμα και από εκεί διαδόθηκε σε όλη τη χριστιανική Ανατολή.
Η εισαγωγή της στη Ρώμη έγινε στα τέλη του 7ου αιώνα από Έλληνες μοναχούς που κατέφυγαν στην Ιταλία μετά τους διωγμούς των Αράβων. Πρώτος ο πάπας Σέργιος Α' (687-701) την καθιέρωσε ως επίσημη γιορτή και την περιέλαβε μαζί με άλλες θεομητορικές εορτές στο εορτολόγιο της Δυτικής Εκκλησίας. Τον 11ο αιώνα η γιορτή της γέννησης της Θεοτόκου είχε επικρατήσει σε ολόκληρη τη Χριστιανοσύνη.
Η γιορτή κατέχει σημαντική θέση στην υμνογραφία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας. Εξέχοντες υμνογράφοι (Σέργιος και Στέφανος Αγιοπολίτες, Γερμανός Α' Κωνσταντινουπόλεως, Ρωμανός ο Μελωδός, Ιωσήφ Υμνογράφος) έχουν γράψει ιδιόμελα, κανόνες και κοντάκια, που ψάλλονται κατά την ημέρα της γιορτής.
Παράλληλα, οι διηγήσεις για τη γέννηση της Θεοτόκου έχουν καταλάβει εξέχουσα θέση στην εκκλησιαστική ζωγραφική. Εικόνες εκλεκτής τέχνης βρίσκονται στο Άγιο Όρος, στον Μυστρά και την Κρήτη, ενώ αξιολογότατα μωσαϊκά υπάρχουν στη Μονή του Δαφνίου (Αθήνα) και στο τζαμί Καχριέ στην Κωνσταντινούπολη.