Οι φίλοι της στρατιωτικής ιστορίας, και ειδικότερα της ιστορίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, γνωρίζουν το όνομα «Όττο Σκορτσένι»: Ο άνθρωπος που είχε χαρακτηριστεί κάποτε από τις αμερικανικές και τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες ως ο «πιο επικίνδυνος άνθρωπος στην Ευρώπη», αξιωματικός των Waffen SS, ήταν ο βασικός εγκέφαλος πίσω από κάποιες από τις πιο τολμηρές καταδρομικές ενέργειες του Γ' Ράιχ – ένας ειδικός του ανορθοδόξου πολέμου, που είχε, μεταξύ άλλων, σχεδιάσει και εκτελέσει την παράτολμη επιχείρηση απελευθέρωσης του Μπενίτο Μουσολίνι.
Μετά το τέλος του πολέμου, σύμφωνα με κάποιες θεωρίες, συμμετείχε ενεργά στο σχέδιο «Οντέσσα», για διαφυγή υψηλόβαθμων στελεχών της ναζιστικής ηγεσίας και εγκληματιών πολέμων στη Λατινική Αμερική, ενώ, αν και συνελήφθη και φυλακίστηκε, δικαζόμενος για εγκλήματα πολέμου, απέδρασε, καταλήγοντας στη Μαδρίτη και στη συνέχεια στην Αίγυπτο.
Εκεί δημιούργησε μια ομάδα από πρώην αξιωματικούς των SS και της Βέρμαχτ, που εκτελούσαν καθήκοντα συμβούλων για τον αιγυπτιακό Στρατό- ενώ παράλληλα εκπαίδευσε Άραβες εθελοντές και Παλαιστίνιους πρόσφυγες σε καταδρομικές επιχειρήσεις (ένας εκ των οποίων θεωρείται πως ήταν και ο Γιάσερ Αραφάτ).
Ο Σκορτσένι θεωρείται ότι, όσον αφορά στις προσωπικές του πεποιθήσεις, έμεινε αμετανόητος εθνικοσοσιαλιστής μέχρι το τέλος της ζωής του, το 1975- και για αυτό προκαλεί σε αρκετούς έκπληξη το ότι, για ένα διάστημα, συνεργάστηκε με την ισραηλινή μυστική υπηρεσία, την περιβόητη Μοσάντ.
Ειδικό αφιέρωμα στη συνεργασία αυτή δημοσιεύει η ισραηλινή εφημερίδα Haaretz, όπου αναφέρεται πως ο Σκορτσένι ήταν πίσω από τη δολοφονία του Γερμανού επιστήμονα Χάιντς Κρουγκ το 1962, στο πλαίσιο μιας επιχείρησης για τον εκφοβισμό Γερμανών επιστημόνων που συνεργάζονταν με την Αίγυπτο.
Ο Σκορτσένι φέρεται να εκτέλεσε ο ίδιος τον Κρουγκ, ενώ, βάσει του δημοσιεύματος, που επικαλείται πρώην στελέχη της υπηρεσίας και άτομα που είχαν πρόσβαση στα αρχεία της, ο πρώην κομάντο του Γ' Ράιχ και ευνοούμενος του Φύρερ κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο ήταν ένα από τα πιο πολύτιμα «όπλα»της Μοσάντ για ένα διάστημα κατά τη δεκαετία του 1960, έχοντας πρώτα συνεργαστεί, όπως προαναφέρθηκε, με την Αίγυπτο- που αποτελούσε βασικό αντίπαλο του Ισραήλ κατά την περίοδο εκείνη.
Ο Κρουγκ, ο οποίος ήταν νούμερο ένα στη λίστα των στόχων της Μοσάντ, ήταν ένας από τους σημαντικότερους επιστήμονες της βάσης του Πεενεμούντε, όπου αναπτύσσονταν κάποια από τα «Wunderwaffen» των Ναζί (τα πειραματικά, προηγμένα όπλα, μεταξύ των οποίων και οι πύραυλοι V-2).
Δεν είχε δεχτεί την πρόταση του Βέρνερ φον Μπράουν- επικεφαλής του προγράμματος και μετέπειτα «πατέρας» του διαστημικού προγράμματος «Απόλλων» των ΗΠΑ- να τον ακολουθήσει στις ΗΠΑ, ακολουθώντας μια επιλογή που φαινόταν πιο προσοδοφόρα: τη συνεργασία με την Αίγυπτο στο μυστικό της πρόγραμμα στρατηγικών πυραύλων.
Η Μοσάντ είχε ειδική προτεραιότητα να εμποδίσει/ σταματήσει Γερμανούς επιστήμονες από το να συνεργαστούν με την Αίγυπτο στο πυραυλικό της πρόγραμμα. Σε πρώτη φάση, ο Κρουγκ, όπως και άλλοι Γερμανοί επιστήμονες (επικεφαλής των οποίων ήταν ο Βόλφγκανγκ Πιλτς) που δούλευαν στο πρόγραμμα, είχαν δεχτεί απειλητικά μηνύματα, και, σε δεύτερη φάση, γράμματα- βόμβες.
Όπως το αντιλαμβάνονταν οι Ισραηλινοί, ο Κρουγκ προφανώς γνώριζε ότι το Ισραήλ, όπου είχαν καταφύγει πάρα πολλοί επιζώντες του Ολοκαυτώματος, ήταν ο στόχος της Αιγύπτου.
Ένας αμετανόητος Ναζί θα το έβλεπε αυτό ως μια ευκαιρία να συνεχίσει το έργο της εξόντωσης των Εβραίων. Ωστόσο, οι απειλές είχαν τρομοκρατήσει τον Κρουγκ, καθώς τόσο ο ίδιος όσο και οι συνάδελφοί του ήξεραν πως προέρχονταν από το Ισραήλ, πράκτορες του οποίου είχαν απαγάγει τον Άντολφ Άιχμαν, έναν εκ των «αρχιτεκτόνων» του Ολοκαυτώματος, στην Αργεντινή, με αποτέλεσμα τον απαγχονισμό του του μετά τη δίκη του στην Ιερουσαλήμ.
Οπότε, ο Κρουγκ ζήτησε βοήθεια: Έναν «ήρωα των Ναζί» που επί πολέμου ήταν ένας από τους επίλεκτους του Χίτλερ. Την ημέρα που εξαφανίστηκε, σύμφωνα με τις πληροφορίες της Haaretz, ο Κρουγκ είχε πάει να συναντήσει τον Σκορτσένι, τον οποίο θεωρούσε σωτήρα του.
Ο Σκορτσένι, στα 54 του τότε, ήταν θρύλος: Μεγαλωμένος στην Αυστρία, με μια ουλή – ενθύμιο της ενασχόλησής του με την ξιφασκία κατά τα νιάτα του, με στρατιωτικό παρελθόν που χαρακτηριζόταν από παράτολμα εγχειρήματα ανορθόδοξου πολέμου και επικίνδυνες αποστολές, είχε φτάσει στον βαθμό του αντισυνταγματάρχη στα Waffen SS, έχοντας κερδίσει τη φήμη κάποιου που δεν θα σταματούσε πουθενά προκειμένου να ολοκληρώσει την αποστολή του.
Ο Κρουγκ είχε κάθε λόγο να πιστεύει ότι ο Σκορτσένι θα ήταν ο σωτήρας του- ωστόσο, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, εν τέλει ο πρώην κομάντο τον δολοφόνησε με συνοπτικές διαδικασίες, πυροβολώντας τον κοντά στο Μόναχο, καθώς πλέον δούλευε για αυτούς που ο Κρουγκ δεν θα περίμενε: Το Ισραήλ.
Την εξαφάνιση του πτώματος ανέλαβε μια ομάδα τριών Ισραηλινών πρακτόρων: Ο ένας ήταν ο Γιτζάκ Σαμίρ, μετέπειτα πρωθυπουργός του Ισραήλ, ο δεύτερος ο Ζβι Μαλκίν, που είχε πιάσει τον Άιχμαν στην Αργεντινή και αργότερα θα γινόταν καλλιτέχνης στη Νέα Υόρκη, και ο Γιόζεφ Ραανάν, ανώτερο στέλεχος των ισραηλινών υπηρεσιών στη Γερμανία και επίσης γεννηθείας στην Αυστρία, όπως και ο ίδιος ο Σκορτσένι.
Ο λόγος της συνεργασίας της Μοσάντ με τον Σκορτσένι- μιας «ανίερης συμμαχίας», στα μάτια πολλών- ήταν απλός: Να φτάσει όσο πιο κοντά γινόταν στους Ναζί που συνεργάζονταν με την Αίγυπτο στον σχεδιασμό ενός «νέου Ολοκαυτώματος», και για αυτό τον σκοπό, την προστασία του εβραϊκού κράτους και του λαού του, η Μοσάντ δεν γνώριζε όρια ή περιορισμούς, όπως αποδεικνύουν άλλωστε γενικότερα οι επιχειρήσεις της, από την υπόθεση του «Μαύρου Σεπτέμβρη» μέχρι τις εξοντώσεις στελεχών παλαιστινιακών οργανώσεων, Ιρανών επιστημόνων κ.α.
Σε αυτό το πλαίσιο, η υπηρεσία είχε συνεργαστεί με «περίεργους» συμμάχους- και ένας από αυτούς ήταν και ο Σκορτσένι, γεννηθείς το 1908 σε οικογένεια περήφανη για τη στρατιωτική της υπηρεσία στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, μέλος του Ναζιστικού κόμματος από το 1931, ένθερμου οπαδού του Χίτλερ και αργότερα μέλους της επίλεκτης τεθωρακισμένης μεραρχίας των SS (Leibstandarte SS Panzer), που είχε και τον τίτλο της προσωπικής σωματοφυλακής του Φύρερ.
Πέραν της απελευθέρωσης του Ιταλού φασίστα δικτάτορα και συμμάχου του Χίτλερ, Μπενίτο Μουσολίνι το 1943 (τον κρατούσαν αιχμάλωτο παρτιζάνοι σε μια βουνοκορφή, και η επιχείρηση απελευθέρωσής του είχε κριθεί ως αποστολή αυτοκτονίας), στα κατορθώματά του ήταν η απαγωγή του Μίκλος Χόρθι, δικτάτορα της Ουγγαρίας, το 1944, λίγο πριν συνθηκολογήσει με τη Σοβιετική Ένωση, σε μια άλλη επικίνδυνη αποστολή.
Τον Χόρθι αντικατέστησε φιλική προς τον Άξονα κυβέρνηση, που προχώρησε σε μαζικές εκτελέσεις και αποστολές σε στρατόπεδα συγκέντρωσης Εβραίων που είχαν επιζήσει στην Ουγγαρία μέχρι τότε.
Ακόμα, το 1944 ο Σκορτσένι είχε συγκεντρώσει δύναμη 150 επιλέκτων (πολλοί εκ των οποίων μιλούσαν άπταιστα αγγλικά), με σκοπό τη διεξαγωγή επιχειρήσεων στα μετόπισθεν των Συμμάχων μετά την απόβαση στη Νορμανδία, με χρήση στολών από στρατούς των Συμμάχων (απαγγέλθηκαν κατηγορίες εναντίον του για αυτό στο δικαστήριο μετά το τέλος του πολέμου, καθώς δεν αποδείχτηκε τελικά ότι είχε συμβεί τελικά κάτι τέτοιο, ενώ και οι Ειδικές Δυνάμεις των Συμμάχων είχαν χρησιμοποιήσει ανάλογες πρακτικές).
Έβγαλε βιβλία μετά τον πόλεμο, περιγράφοντας τις εμπειρίες του και παράλληλα υποβαθμίζοντας τις σχέσεις του με τα πλέον αιμοσταγή στελέχη της ναζιστικής ηγεσίας, ενώ όμως έδινε μια θετική εικόνα για τον Χίτλερ.
Ακόμα, φέρεται να συνεργάστηκε με την OSS (προκάτοχο της CIA) μετά τον πόλεμο, και θεωρείται ότι ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους του επετράπη μετά την απόδρασή του (όπου έχει ειπωθεί πως μπορεί να τον βοήθησαν πρώην μέλη των SS ή και Αμερικανοί πράκτορες) να καταφύγει στην Ισπανία του Φράνκο. Στα χρόνια που ακολούθησαν, αποτέλεσε σύμβουλο, εκτός της αιγυπτιακής κυβέρνησης, και του προέδρου Χουάν Περόν της Αργεντινής.
Ως εκ τούτου, ο Σκορτσένι ήταν στο στόχαστρο της Μοσάντ- ωστόσο ο επικεφαλής της υπηρεσίας, Ισέρ Χαρέλ, είχε μια καλύτερη ιδέα: αντί να τον σκοτώσουν, να τον παγιδεύσουν, χρησιμοποιώντας τον ως «inside man» στους κύκλους των Ναζί. Και ο καλύτερος για μια τέτοια δουλειά ήταν ένας Ναζί.
Οι ισραηλινές υπηρεσίες μπορεί να μην μπορούσαν να εμπιστευτούν έναν Ναζί «κανονικά», αλλά ο Σκορτσένι διέφερε, καθώς ήταν αποφασιστικός, ικανός σε αυτό που έκανε και με ιστορικό επιτυχίας σε παράτολμες ενέργειες.
Τον προσέγγισε ο Ραανάν, ο οποίος κατά τον πόλεμο είχε υπηρετήσει στη RAF (είχε γεννηθεί στη Βρετανία ως Κερτ Βάισμαν) και είχε εκπαιδευτεί και στις επιχειρήσεις ψυχολογικού πολέμου. Η ομάδα του άρχισε την παρακολούθηση του Σκορτσένι στην Ισπανία, επιστρατεύοντας και μια γοητευτική νεαρή Γερμανίδα («saayanit»- «βοηθός»), γνωστή ως Άνκε.
Η προσέγγιση έγινε στις αρχές του 1962, σε ένα μπαρ στη Μαδρίτη, όπου βρισκόταν ο Σκορτσένι μαζί με την κατά πολύ νεότερη γυναίκα του, Ίλσε φον Φίνκενσταϊν, ανηψιά του Χάλμαρ Σλαχτ, υπουργού Οικονομικών του Χίτλερ.
Εκεί ο μπάρμαν τους σύστησε σε ένα γερμανόφωνο ζευγάρι- «Γερμανούς τουρίστες», που, όπως είπαν, μόλις είχαν γλιτώσει από μια ληστεία στον δρόμο. Μιλούσαν άπταιστα γερμανικά, με ολίγον τι αυστριακή προφορά, σαν του Σκορτσένι και έδωσαν ψεύτικα ονόματα: Ήταν ένας πράκτορας της Μοσάντ και η Άνκε.
Μετά από λίγα ποτά, η σύζυγος του Σκορτσένι κάλεσε το γοητευτικό νεαρό ζευγάρι (που υποτίθεται ότι είχε χάσει τα πάντα, λεφτά, διαβατήριο, αποσκευές) στη βίλα τους για να διανυκτερεύσει.
Μέσα σε ένα κλίμα σεξουαλικής φόρτισης, τα δύο ζευγάρια έφτασαν στη βίλα, όπου εν μέσω συνεχούς εκατέρωθεν φλερτ, ο Σκορτσένι τράβηξε όπλο: «Ξέρω ποιοι είστε, ξέρω γιατί είστε εδώ. Είστε της Μοσάντ, και ήρθατε να με σκοτώσετε».
Ωστόσο, το νεαρό ζευγάρι δεν έδειξε να πτοείται: «Είμαστε από τη Μοσάντ, αλλά αν θέλαμε να σε σκοτώσουμε, θα ήσουν νεκρός εδώ και εβδομάδες». Και ακολούθησε συζήτηση, με τους πράκτορες να του κάνουν μια προσφορά: να βοηθήσει την ισραηλινή μυστική υπηρεσία.
Ο Σκορτσένι δεν κατέβασε το όπλο, αλλά ρώτησε: «Τι βοήθεια; Θέλετε να γίνει κάτι;». Η απάντηση του πράκτορα ήταν ότι το Ισραήλ ήθελε πληροφορίες, και ήταν πρόθυμο να πληρώσει πλουσιοπάροχα.
Ο επίλεκτος κομάντο του Χίτλερ στην αρχή εξέπληξε τον Ισραηλινό πράκτορα, λέγοντας ότι η Μοσάντ δεν τον ενδιαφέρει, και ότι «είχε αρκετά». Αλλά αυτό που ήθελε να βγει το όνομά του από τη λίστα του Σάιμον Βίζενταλ, του γνωστού κυνηγού Ναζί , ισχυριζόμενος ότι δεν είχε διαπράξει εγκλήματα πολέμου. Ο Ισραηλινός πράκτορας δέχτηκε, λέγοντας ότι κάτι τέτοιο μπορούσε να γίνει.
Στη συνέχεια ο Σκορτσένι πήγε στο Τελ Αβίβ, όπου συστήθηκε στον Χαρέλ, ανακρίθηκε και έλαβε ακριβείς οδηγίες και πλαίσια λειτουργίας. Κατά την επίσκεψή του, βρέθηκε και στο Γιαντ Βασέμ, το μουσείο του Ολοκαυτώματος στην Ιερουσαλήμ- στο οποίο περιηγήθηκε σιωπηλά και δείχνοντας σεβασμό. Ωστόσο, κάποια στιγμή τον πλησίασε ένας επιζών, τον έδειξε και τον χαρακτήρισε «εγκληματία πολέμου», αλλά ο Ραανάν, χαμογελώντας είπε ότι «κάνετε λάθος, είναι συγγενής μου, επιζών του Ολοκαυτώματος ο ίδιος».
Όπως ήταν φυσικό, πολλοί στις ισραηλινές υπηρεσίες αμφέβαλλαν κατά πόσον ο διαβόητος κομάντο του Χίτλερ είχε αλλάξει στρατόπεδο τόσο εύκολα. Ωστόσο, φαίνεται ότι αυτό που ήθελε ήταν «ασφάλεια ζωής»: Συνεργαζόμενος με τη Μοσάντ, διασφάλιζε ότι δεν ήταν στόχος για εκτέλεση- και στη συνέχεια απέδειξε την αξία του, ταξιδεύοντας στην Αίγυπτο και καταρτίζοντας μια λίστα με ονόματα και διευθύνσεις Γερμανών επιστημόνων, καθώς και εταιρειών- «βιτρινών» που εφοδίαζαν τα στρατιωτικά προγράμματα της Αιγύπτου με υλικό.
Ένας από αυτούς που «χειρίζονταν» τον Σκορτσένι για τη Μοσάντ ήταν ο Ράφι Εϊτάν, μια από τις πιο διάσημες/ διαβόητες προσωπικότητες των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος είχε αποκτήσει «εξειδίκευση» στις απαγωγές, βοήθησε στην απόκτηση υλικών για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ισραήλ, ήταν ο «χειριστής» του Τζόναθαν Πόλαρντ (κατασκόπου για το Ισραήλ στις ΗΠΑ) και το 2006, σε ηλικία 79 χρονών, έγινε βουλευτής, μετά από μια ζωή στις σκιές, επικεφαλής ενός κόμματος που αντιπροσώπευε τους ηλικιωμένους. «Ναι, συνάντησα και χειρίστηκα τον Σκορτσένι» επιβεβαίωσε πρόσφατα στη Haaretz. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι η Μοσάντ προσπάθησε να πείσει τον Βίζενταλ να βγάλει το όνομα του Σκορτσένι από τη λίστα του, αλλά αυτός αρνήθηκε- με αποτέλεσμα τελικά η ισραηλινή υπηρεσία να πλαστογραφήσει μια επιστολή και να τη δώσει στον Σκορτσένι.
Ο πρώην κομάντο του Χίτλερ εξέπληξε τους Ισραηλινούς με το επίπεδο συνεργασίας του- μάλιστα, απέστειλε και πακέτα με βόμβες σε στόχους, στο πλαίσιο της εκστρατείας εκφοβισμού, η οποία αποδείχτηκε σε μεγάλο βαθμό επιτυχής, με πολλούς Γερμανούς επιστήμονες να εγκαταλείπουν τη χώρα.
Ωστόσο, το Ισραήλ σταμάτησε τις επιχειρήσεις μετά από τη σύλληψη μιας ομάδας στην Ελβετία, με τον πρωθυπουργό Μπεν Γκουριόν να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η επιχείρηση είχε αρχίσει να κοστίζει πολύ, τόσο λόγω δημοσιότητας, όσο και επειδή έθετε σε κίνδυνο τη συμφωνία πώλησης οπλισμού μεταξύ του Ισραήλ και της Δυτικής Γερμανίας. Ο Χαρέλ παραιτήθηκε και ο επόμενος επικεφαλής, Μέιρ Αμίτ, έπαυσε το κυνήγι και τον εκφοβισμό Ναζί.
Ωστόσο, χρησιμοποίησε για τουλάχιστον άλλη μια φορά τον Σκορτσένι, ζητώντας του να διερευνήσει το ενδεχόμενο πιθανών μυστικών ειρηνευτικών συνομιλιών με τους Αιγύπτιους (χωρίς αποτέλεσμα).
Ο Σκορτσένι ποτέ δεν εξήγησε τους λόγους για τους οποίους βοήθησε το Ισραήλ- η αυτοβιογραφία του, μάλιστα, δεν περιέχει τις λέξεις «Ισραήλ» ή «Εβραίος». Ωστόσο, η «ασφάλεια ζωής» του έπιασε τόπο, καθώς η Μοσάντ δεν τον δολοφόνησε.
Επίσης, όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα της Haaretz, δεν θα έπρεπε να παραβλέπεται η έντονη τυχοδιωκτική, περιπετειώδης του φύση: Και μόνο η ιδέα συγκαλυμμένων επιχειρήσεων κατασκοπείας μαζί με ικανούς, συναρπαστικούς πράκτορες – ακόμα και αν αυτοί ήταν Εβραίοι- πρέπει να ήταν τρομερά γοητευτική για τον κομάντο του Ράιχ, ο οποίος είχε τιμηθεί με τον Σιδηρούν Σταυρό από τον ίδιο τον Χίτλερ.
Ο Σκορτσένι φαίνεται ότι ένιωθε στα καλύτερά του όταν είχε να κάνει με επικίνδυνες αποστολές, δολοφονίες, εκτελέσεις και φόβο. Ακόμη, ίσως να έπαιξε ρόλο και κάποια επιθυμία για εξιλέωση (αν και οι ψυχολόγοι- αναλυτές της Μοσάντ αμφιβάλλουν για αυτό).
Σε κάθε περίπτωση, ο Σκορτσένι πήρε το μυστικό στον τάφο του: Πέθανε από καρκίνο στη Μαδρίτη σε ηλικία 67 ετών, τον Ιούλιο του 1975. Είχε δύο κηδείες, μία στην πρωτεύουσα της Ισπανίας και μία στην κρύπτη της οικογένειάς του στη Βιέννη.
Και στις δύο παρέστησαν Γερμανοί βετεράνοι, που δεν δίστασαν να δώσουν τον ναζιστικό χαιρετισμό, ενώ εκτέθηκαν και τα παράσημά του, πολλά από τα οποία έφεραν σβάστικες.
«Υπήρχε ένας άνδρας στην τελετή στη Μαδρίτη που ήταν άγνωστο σε όλους στο πλήθος, αλλά από συνήθεια έκρυβε το πρόσωπό του όσο καλύτερα μπορούσε. Ήταν ο Τζο Ραανάν, που ήταν πλέον επιτυχημένος επιχειρηματίας στο Ισραήλ.
Η Μοσάντ δεν είχε στείλει τον Ραναάν στην κηδεία του Σκορτσένι: αποφάσισε να πάει μόνος του, με δικά του έξοδα. Ήταν ένας προσωπικός φόρος τιμής από έναν πολεμιστή από την Αυστρία σε έναν άλλον, και από έναν γέρο “χειριστή” στον καλύτερο, αλλά πιο απεχθή πράκτορα που είχε ποτέ» καταλήγει το εκτενές δημοσίευμα της Haaretz.