Ο Νικόλαος Δούμπας είναι ένας Έλληνας που τιμάται μανιωδώς από την Αυστρία ενώ οι συμπατριώτες του σπανίως τον γνωρίζουν. Ο τάφος του δε βρίσκεται στο κεντρικό νεκροταφείο της Βιέννης, στο τμήμα που είναι μάλιστα θαμμένοι οι μεγάλοι μουσουργοί (Μπετόβεν, Μότσαρτ, Μπραμς, Στράους κ.ά.), καθώς με πολλούς από αυτούς ήταν προσωπικός φίλος και σίγουρα προστάτης τους.
Γόνος της μακεδονικής δυναστείας των Δουμπάδων, ο Νικόλαος γεννήθηκε, έζησε, έδρασε και διέπρεψε στην Βιέννη του 19ου αιώνα, κοσμώντας την πόλη με λαμπρά έργα και στηρίζοντας τους σημαντικότερους μουσουργούς του καιρού του.
Ως ευεργέτης της Αυστρίας πρωτίστως αλλά και της Ελλάδας ακολούθως, ο βλάχικης καταγωγής επιχειρηματίας προώθησε ως πολιτικός τις αρχές του δικαίου και του ανθρωπισμού στο Κοινοβούλιο της Αυστρίας και πέρασε στην αιωνιότητα ως μια εξέχουσα μορφή του 19ου αιώνα.
Όποιος βρεθεί άλλωστε στη Βιέννη θα παρατηρήσει ότι ένας κεντρικότατος δρόμος της πόλης, η Dumbastrasse (Οδός Δούμπα), έχει πάρει το όνομά της από τον Δούμπα. Εκεί άλλωστε εδρεύει το λαμπρό κτίριο της περίφημης Φιλαρμονικής της Βιέννης, έργο του δανού αρχιτέκτονα Χάνσεν, που χτίστηκε με έξοδα του μεγάλου έλληνα ευεργέτη.
Ο οποίος έμελλε να μετατραπεί σε στυλοβάτη της μουσικής και καλλιτεχνικής ζωής της Βιέννης, προστάτη των τεχνών και μεγάλο μαικήνα της Αυστρίας. Τυπικός εκπρόσωπος του παροιμιώδους «βιεννέζικου πνεύματος», τόσο χαρακτηριστικού της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής της πρωτεύουσας των Αψβούργων, ο έμπορος Νικόλαος Δούμπας έζησε σε μια εποχή που η αυστριακή πρωτεύουσα θα γνώριζε μεγάλη άνθιση.
Όταν μάλιστα μετατρέπεται η Βιέννη σε πρωτεύουσα της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας το 1867 και η μεγαλοαστική τάξη των εμπόρων και των επιχειρηματιών διαγωνίζεται για πλούτη και μεγαλεία, ο Δούμπας θριαμβεύει ανάμεσά τους καθώς ήταν η δική του έπαυλη, το Μέγαρο Δούμπα (Dumba Palais), αυτή που θα ενσάρκωνε όλη την καλαισθησία του καιρού!
Μέλος του Συλλόγου Ανδρικής Χορωδίας της Βιέννης από το 1852, πρόεδρός του από το 1865 και από τους ιδρυτές της Φιλαρμονικής, ο Δούμπας είδε τους Σούμπερτ, Στράους υιό και Μπραμς να του αφιερώνουν τα έργα τους και να του παραδίδουν άγνωστες και ακυκλοφόρητες παρτιτούρες. Ο ίδιος διατηρούσε φιλικές σχέσεις όχι μόνο με τους εν λόγω συνθέτες, αλλά και με τον Βάγκνερ αλλά και τον περίφημο ζωγράφο Γκούσταβ Κλιμτ φυσικά.
Γιος του αυτοδημιούργητου Στέργιου Δούμπα, ο οποίος ήρθε στη Βιέννη το 1817 για να δουλέψει ως υπηρέτης πριν αναδειχθεί σε μεγάλο έμπορο της πρωτεύουσας των Αψβούργων, ο Νικόλαος ακολούθησε τη φιλανθρωπική δράση του πατέρα του συνεχίζοντας τις δωρεές και τις αγαθοεργίες σε Αυστρία και Ελλάδα.
Η Βιέννη του χρωστά όχι μόνο τα σπανιότατα μουσικά χειρόγραφα που είχε στη συλλογή του, αλλά και τόσους χώρους συναυλιών, μουσικές δομές αλλά και τα ίδια τα κτίρια της Βουλής, του Πανεπιστημίου, της Ακαδημίας Καλών Τεχνών, του Μεγάρου Μουσικής και του Δημαρχείου!
Ως η ιστορικότερη ενδεχομένως μορφή του ελληνισμού στην κοσμοπολίτικη Βιέννη της εποχής, ο Δούμπας άφησε παρακαταθήκη στην πόλη την ελληνικότητά του, την οποία μπόλιασε με το μεγαλοαστικό στοιχείο συνθέτοντας ένα φαινόμενο που ενσάρκωνε όλα τα ιδανικά του μεγάλου ευεργέτη…
Πρώτα χρόνια
Ο Νικόλαος Δούμπας γεννιέται στις 24 Ιουλίου 1830 στη Βιέννη ως ένα από τα παιδιά του Μακεδόνα Στέργιου Δούμπα και της Λαρισαίας Μαρίας Κούρτη. Ο Στέργιος είχε ξεκινήσει από τη σημερινή Βλάστη της Κοζάνης, είχε ανοίξει ένα μαγαζί με τα αδέρφια του στις Σέρρες και το 1817 κατέφτασε στη Βιέννη με μεγάλα όνειρα.
Αφού περάσει ένα διάστημα υπηρέτης σε μεγαλοαστικά σπιτικά, ασχολείται με το εμπόριο βαμβακιού και σύντομα θα έχει στα χέρια του τα μεγαλύτερα κλωστοϋφαντουργία της Βιέννης, πριν περάσει και σε πολλές ακόμα εμπορικές δραστηριότητες. Ο Στέργιος ήταν επίσης μεγάλος ευεργέτης και η δράση του απλώθηκε πάνω από πολλά.
Ως πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας της Βιέννης για πολλές δεκαετίες, στήριξε οικονομικά τη Φιλική Εταιρεία, προσέφερε υποτροφίες σε Ελληνόπουλα και παιδιά της Αυστρίας, έχτισε και εξόπλισε σχολεία και στις δύο χώρες και ήταν ένας από τους μεγάλους χορηγούς του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο μικρός Νικόλαος μεγαλώνει μέσα στα πλούτη και τις ανέσεις, αλλά και το καλλιεργημένο μεγαλοαστικό περιβάλλον της Βιέννης. Κατά το επαναστατικό κύμα του 1848, ο Στέργιος στέλνει την οικογένειά του για δύο χρόνια στην Αθήνα, και επιστρέφοντας στη Βιέννη ο Νικόλαος ολοκληρώνει τη φοίτηση στο Γυμνάσιο της Βιέννης. Για την κοινωνική θέση που απολάμβανε η οικογένεια Δούμπα στην Αυστρία αξίζει ίσως να αναφέρουμε ότι ο Νικόλαος ήταν ένας από τους δύο νεαρούς που συνόδευσαν τον νεαρό αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ κατά τη στέψη του στον Ναό των Αυγουστίνων!
Στα 23 του ήταν ώρα πια να ασχοληθεί με τις πατρικές επιχειρήσεις. Του εμπιστεύονται αρχικά ένα περιφερειακό υφαντουργείο βάμβακος και εκείνος επιδεικνύει το ίδιο επιχειρηματικό δαιμόνιο με τον πατέρα του. Σύντομα η δράση του θα περιλαμβάνει πολλά, από συμμετοχές σε βιομηχανίες μέχρι και χρηματιστηριακές δραστηριότητες, αυξάνοντας την ήδη μεγάλη οικογενειακή περιουσία. Την ίδια ώρα, αναλαμβάνει από νεαρός πλούσια φιλανθρωπική δράση, ακολουθώντας τα χνάρια του ευεργέτη Στέργιου.
Το αυστριακό Τάτεντορφ όπου ζούσε στην πρώτη του αυτή επιχειρηματική περίοδο δεν θα έπαιρνε πολύ να τον στέψει εθνικό του ευεργέτη, αφού σχολεία, εκπαιδευτικά ιδρύματα και υποτροφίες λειτουργούσαν αποκλειστικά χάρη στη γενναιοδωρία του Νικολάου…
Ο ευεργέτης Αυστρίας και Ελλάδας
Διατηρώντας άσβεστο τόσο τον ελληνισμό όσο και την ορθόδοξη πίστη, ο Νικόλαος μετατρέπεται σε χρυσό ευεργέτη τόσο της τοπικής ορθόδοξης εκκλησίας όσο και της ελληνικής παροικίας της Αυστρίας. Παρά το γεγονός ότι είναι περισσότερο γνωστός για τα έργα του στη Βιέννη, μιας και οι Βιεννέζοι τον τιμούν σε κάθε ευκαιρία, ο Δούμπας εργάστηκε και για την Ελλάδα που είχε πάντα στην καρδιά του.
Κάθε Έλληνας που ερχόταν στη Βιέννη τον είχε παραστάτη του, καθώς ο Νικόλαος νοιαζόταν πραγματικά για την προκοπή των απόδημων Ελλήνων. Νοιαζόταν όμως και για την προκοπή του τόπου του και δεν ήταν λίγες οι φορές που εργάστηκε από κοινού με τον Χαρίλαο Τρικούπη. Οι τοιχογραφίες στο προστώο του παλαιού κτιρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου απεικονίζονται οι επιστήμες, έργο του αυστριακού ζωγράφου Karl Rahl (1864), πραγματοποιήθηκαν έπειτα από δωρέα του Δούμπα. Λίγο πριν από τον θάνατό του άλλωστε το 1900, κληροδότησε 30.000 φράγκα, ποσό αστρονομικό για την εποχή, στο Νοσοκομείο Σερρών αλλά και πολλά φιορίνια στο Δημοτικό Σχολείο της ιδιαίτερης πατρίδας του, Βλάστης. Τις ευεργεσίες αυτές, αλλά και τις υποτροφίες και την ανέγερση σχολείων στον τόπο μας, συνέχισε κατόπιν ο γιος του, Θεόδωρος.
Η κατεξοχήν δράση του θα λάβει ωστόσο χώρα στη Βιέννη. Λάτρης της μουσικής από μικρός, ο Νικόλαος έγινε μέλος του Συλλόγου Ανδρικής Χορωδίας της Βιέννης το 1852, ενώ συνέθεσε και μερικά δικά του κομμάτια. Με δική του πρωτοβουλία αλλά και άπλετη χρηματική αρωγή κατασκευάστηκε η αυστριακή Βουλή, η οποία παρουσιάζει έντονα ελληνικά στοιχεία τόσο αρχιτεκτονικής όσο και γλυπτικής. Με τη χρηματοδότησή του ανεγέρθηκαν επίσης τόσο το Πανεπιστήμιο και το Δημαρχείο όσο και η Ακαδημία Καλών Τεχνών, στην οποία κληροδότησε ένα καταπίστευμα για τη θέσπιση του ετήσιου «Βραβείου Δούμπα» για την ενίσχυση των σπουδαστών.
Ο Δούμπας έδωσε λεφτά για πάρα πολλά έργα μεγάλης σπουδαιότητας στη Βιέννη, όπως το περιβόητο Μέγαρο Μουσικής.
Ήταν, για παράδειγμα, ο βασικός χορηγός της κατασκευής της νεογοτθικής Εκκλησίας του Τάματος αλλά και της αποκατάστασης του Καθεδρικού του Αγίου Στεφάνου. Η αγάπη του για τις τέχνες και τα γράμματα θα τον φέρει υποστηρικτή αλλά και προσωπικό φίλο πολλών από τις πιο αξιόλογες προσωπικότητες της πόλης. Χάρη στον Δούμπα αναδείχθηκε και καθιερώθηκε ο δημοφιλής κατόπιν ζωγράφος Χανς Μάκαρτ, όπως και αργότερα ο ίδιος ο Γκούσταφ Κλιμτ!
Ο Γιόχαν Στράους Β' εκτιμούσε ιδιαιτέρως τον Νικόλαο και του αφιέρωσε πολλά έργα του. Για τον Δούμπα έγραψε εξάλλου την περιβόητη «Πόλκα των Ελλήνων»! Οι δύο άντρες χάρισαν στο βιεννέζικο μια σειρά από θρυλικές παραστάσεις και ο Στράους του χρωστούσε πολλά. Στην εξοχική κατοικία του Δούμπα συνέθεσε εξάλλου ο Στράους ο νεότερος το βαλς που θα τον έστεφε «βασιλιά των βαλς»: τον «Γαλάζιο Δούναβη» δηλαδή, τον οποίο αφιέρωσε στον Δούμπα!
Φιλικές σχέσεις διατηρούσε ο Νικόλαος και με τον Σούμπερτ, του οποίου είχε εξάλλου τη σπουδαιότερη συλλογή αυτόγραφων και χειρόγραφων. Πραγματικά καρδιακός φίλος ήταν όμως με τον Γιοχάνες Μπραμς, την ίδια ώρα που και ο Ρίχαρντ Βάγκνερ τον επισκεπτόταν συχνά στο μέγαρό του αλλά και στις τόσες εξοχικές επαύλεις του Δούμπα σε δημοφιλή αυστριακά θέρετρα της εποχής. Εκεί θα γράψει ο μεγάλος μουσουργός μερικές από τις γνωστότερες συνθέσεις του.
Το Μέλαθρον Δούμπα άλλωστε, στη νεοσύστατη και αριστοκρατική περιφερειακή λεωφόρο της Βιέννης, ήταν πόλος έλξης αλλά και το απόλυτο σημείο συνάντησης της καλλιτεχνικής, πνευματικής και οικονομικής ζωής της πόλης. Το Palais Dumba διασώζεται ως και τις μέρες μας, όντας πια εμπορικό κτίριο γραφείων και καταστημάτων.
Στο εν λόγω πενταώροφο παλάτι ο Δούμπας είχε δωμάτια φιλοτεχνημένα από τους Μάκαρτ, Κλιμτ και άλλους σπουδαίους ζωγράφους της εποχής, αλλά και έργα τους αποκλειστικά για το μέγαρό του. Στο ίδιο μέλαθρο φιλοξενήθηκε και ο Γεώργιος Αβέρωφ κατά την περίοδο 1880-1881, ο οποίος περιλαμβανόταν επίσης στον κύκλο των εκλεκτών φίλων του Δούμπα.
Ειδικά για την υποδοχή των ελλήνων προσκεκλημένων, ο Δούμπας είχε κοντά στην εξώπορτά του κεντημένη σε μια κουρτίνα με μεγάλα χρυσά γράμματα τη λέξη «χαίρε»…
Η πολιτική και το τέλος
Όταν ανέλαβε την εξουσία ο νεαρότατος Φραγκίσκος Ιωσήφ Α’ μετά την περίφημη επανάσταση του 1848, ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που θέλησε να κάνει ήταν να γκρεμίσει τα τείχη της Βιέννης φτιάχνοντας στη θέση τους την περιφερειακή οδό της πόλης. Ο νέος δρόμος έπρεπε τώρα να αποκαλύπτει τη μεγαλοπρέπεια τόσο της Αυστρίας όσο και των Αψβούργων κι έτσι ο αυτοκράτορας στράφηκε φυσικότατα στον Δούμπα, τον οποίο έχρισε εξάλλου μέλος της επιτροπής που διαχειριζόταν το πρόγραμμα επέκτασης της πόλης αλλά και προσωπικό σύμβουλό του.
Ο Νικόλαος ανέλαβε ενεργό ρόλο στην πολιτική σκηνή της Αυστρίας ήδη από την εποχή που είχε εκλεγεί στην Κάτω Βουλή (1870). Αργότερα (1874) διετέλεσε μέλος της Αυστροουγγρικής Αντιπροσωπείας και μετά (1885) διορίστηκε ισόβιος γερουσιαστής στην Άνω Βουλή. Μια θέση που απονεμόταν μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ο Δούμπας ήταν η εξαιρετική αυτή περίπτωση! Ταυτοχρόνως ήταν και μέλος της Κάτω Βουλής, ενώ για μεγάλο διάστημα διετέλεσε μυστικοσύμβουλος του αυτοκράτορα. Ήταν μάλιστα ο βασικός εισηγητής του προϋπολογισμού των εξωτερικών υποθέσεων όλης της αυτοκρατορίας.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Δούμπας τιμήθηκε πολλάκις. Το 1868, για παράδειγμα, ο Φραγκίσκος Ιωσήφ του απένειμε τον Σταυρό των Ιπποτών και προθυμοποιήθηκε να του χαρίσει τίτλο ευγενείας. Ο Νικόλαος όμως, που διακρινόταν για τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του, απέρριψε ευγενικά την πρόταση του αυτοκράτορα, όπως είχε κάνει παλιότερα και ο πατέρας του και όπως θα έκανε λίγο αργότερα και ο αδερφός του.
Ενδεικτικό γεγονός της θέσης του Δούμπα στο παλάτι, μυστικοσύμβουλου εξάλλου του αυτοκράτορα για χρόνια, ήταν πως κατά τον εορτασμό των 50 ετών της βασιλείας του Φραγκίσκου Ιωσήφ, ο Νικόλαος στεκόταν με τη χρυσοποίκιλτη στολή του ακριβώς πίσω από τον μονάρχη.
Το νήμα της ζωής του θα κοπεί αιφνιδίως στις 23 Μαρτίου 1900 στη Βουδαπέστη -όπου είχε πάει για δουλειές και διέμενε στο σπίτι συγγενών του-, πιθανότατα από έμφραγμα. Δύο ημέρες αργότερα η σορός του μεταφέρθηκε στη Βιέννη ώστε να πενθήσει η πόλη τον άνθρωπο που τόσο είχε αλλάξει το πρόσωπό της. Η πρωτεύουσα ντύθηκε πράγματι πένθιμα, όλες οι σημαίες των δημόσιων κτιρίων κυμάτιζαν μεσίστιες και χιλιάδες κόσμου έσπευσαν στην ορθόδοξη Εκκλησία της Αγίας Τριάδας στις 27 Μαρτίου για το ύστατο χαίρε.
Η μεγαλειώδης πομπή πορεύτηκε ως το κεντρικό κοιμητήριο της πόλης και οι εφημερίδες ομολόγησαν την επομένη πως τέτοια κηδεία δεν είχαν ξαναδεί στη Βιέννη. Τα 270 στεφάνια στον τάφο του Δούμπα συνυπέγραφαν ποιος ήταν ο Νικόλαος. Παρά το γεγονός ότι ενταφιάστηκε στον οικογενειακό τάφο της δυναστείας στο ελληνικό τμήμα του νεκροταφείου, η σορός του εναποτέθηκε τον Αύγουστο του 1903 σε άκρως τιμητική θέση, δίπλα στους τάφους των Μπραμς και Στράους.
Όσο για την Οδό Καλλιτεχνών που έφερε το σπουδαιότερο έργο του Δούμπα, το Μέγαρο Μουσικής της Βιέννης, πέντε ημέρες μετά τον θάνατό του μετονομάστηκε σε «Οδό Δούμπα», ως ένδειξη «εκτίμησης των μεγάλων προσφορών του εκλιπόντος»…