Ο αγοραίος έρωτας άρχισε να εμφανίζεται από την πρώτη στιγμή που οι άνθρωποι δοκίμασαν να ζήσουν σε κοινωνίες. Μπορεί να υπήρχε, μπορεί σε αυτόν να κατέφευγαν σχεδόν όλοι, αλλά πάντα το σκηνικό που οι άνδρες έψαχναν στιγμές ηδονής επί πληρωμή, ήταν αποκομμένο από τα "καθαρά" σπίτια των "τίμιων" πολιτών.
Στη Θεσσαλονίκη στις αρχές του 1900 αρχίζουν και καταφθάνουν στρατιώτες από όλο το κόσμο, γιατί η περιοχή μυρίζει μπαρούτι. Εκτός από τον στρατό η πόλη είναι κομβικό σημείο εμπόρων, πλανόδιων, τυχοδιωκτών. Στη πόλη ανθεί ο αγοραίος έρωτας, και αυτός πρέπει να στεγαστεί. Πρέπει οι τοίχοι των ροζ σπιτιών να αποτρέψουν τον διασυρμό του πελάτη.
Έτσι στη δυτική είσοδο της πόλης, δημιουργείται η Μπάρα. Εκεί που βρίσκεται ο σημερινός Βαρδάρης, μια μεγάλη έκταση, στεγάζει την ποpνεία, τις χαρτοπαικτικές λέσχες, τα χασισοκαφενεία. Με αυτό τον τρόπο, η Αστυνομία της εποχής μπορεί να τους ελέγχει, και οι προαγωγοί της εποχής να νιώθουν μια ασφάλεια για τα κορίτσια τους.
Τα σπίτια στην μπάρα ήταν χαμηλά με ένα δωμάτιο, που είχε και μια μικρή κουζίνα. Επί της ουσίας εκεί ζούσαν οι κοπέλες που πρόσφεραν το κορμί τους. Η πόρτα ήταν χωρισμένη στη μέση και το πάνω μέρος ήταν πάντα ανοιχτό, για να βλέπουν οι πελάτες, την πραμάτεια που θα 'αγόραζαν".
Στα σπίτια που συνόρευαν με την περιοχή, οι οικογειάρχες κρεμούσαν μια ταμπέλα που έλεγε "Προσοχή Οικογένειες", για να αποφεύγονται οι ενοχλήσεις από ξένους.
Τα κορίτσια ήταν από κάθε γωνιά της Ευρώπης. Ιταλίδες, από τη Νότια Γαλλία, από τη Σμύρνη, αλλά και Ελληνίδες. Κορυφαίες με τεράστια πελατεία ήταν οι Βολιώτισσες και οι Σμυρνιές.
Τα σπίτια είχαν και τους φύλακες τους, η πιο θρυλική της Μπάρας ήταν ο Άλκης Πέτσας, που ήταν ο αρχηγός όλης της περιοχής, με το θρυλικό καφενείο του επί της οδού Αφροδίτης. Αντίπαλοι του, οι δυο νταήδες από τη Σμύρνη οι "Αυγουλάδες", οι οποίοι και τον σκότωσαν και κατέληξαν στη φυλακή. Στη κηδεία του Πέτσα ο κόσμος που συνόδευσε τη σορό του, ήταν πολλές χιλιάδες, καθώς ήταν ένας δίκαιος και φιλεύσπλαχνος άνθρωπος, που πάντα φρόντιζε τους φτωχούς της περιοχής.
Μέχρι το 1918 η Μπάρα είχε 3000 κορίτσια. Από εκεί πέρασαν πάνω από 300.000 άνθρωποι, ενώ αρχίζει και φθίνει τη δεκαετία του 1960, όταν αρχίζει η ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης και η πορνεία πρέπει να εκδιωχθεί.
Για πολλές δεκαετίες όμως κάποια από τα σπίτια συνέχισαν να λειτουργούν, με τα κόκκινα φανάρια τους να δηλώνουν πως εκεί ο έρωτας πουλιέται, και πως με λίγα χρήματα, μπορείς να νιώσεις ένα γυναικείο κορμί να σε ποθεί. Έστω και αν καταβάθος και οι δύο πλευρές ήξεραν πως αυτό ήταν μια ψευδαίσθηση.