Τα φαινόμενα της τηλεπάθειας ήταν γνωστά πολύ πριν ο ελληνικός αυτός όρος χρησιμοποιηθεί διεθνώς από το 1882, οπότε τον εισήγαγε ο Άγγλος ερευνητής Frederic W. H. Myers, ο οποίος και έδωσε τον ορισμό της τηλεπάθειας.
Κατά τον ορισμό αυτό, τηλεπάθεια νοείται η μεταβίβαση της σκέψης, ανεξαρτήτως από τις συνήθεις οδούς των αισθήσεων.
Οι υποθέσεις των επιστημόνων περί της τηλεπάθειας είναι πολλές, αλλά καμία εξ αυτών δεν κατορθώνει μέχρι σήμερα να λάβει την αξία μιας ολοκληρωμένης θεωρίας. Αλλά και τα είδη της τηλεπάθειας είναι ποικίλα, από τα οποία αυτά που έχουν γίνει ευρέως αποδεκτά είναι η αυτόματη και πειραματική τηλεπάθεια.
Πρέπει να σημειωθεί ότι τα τηλεπαθητικά φαινόμενα έχουν βεβαιωθεί επιστημονικώς και μάλιστα σε αριθμό πολύ μεγαλύτερο από οποιοδήποτε άλλο μεταφυσικό φαινόμενο. Για εκείνους, οι οποίοι ασχολούνται με τα ζητήματα αυτά, δεν είναι παράδοξο το γεγονός ότι τα τηλεπαθητικά φαινόμενα παρατηρούνταν συχνότερα μεταξύ των πρωτόγονων ανθρώπων, αλλά δε σπανίζουν και στα ζώα. Ο νους του πρωτόγονου ανθρώπου, άλλωστε, ήταν απαλλαγμένος από τη σωρεία των παραστάσεων του εξωτερικού κόσμου, που κατακλύζει τον νου του πολιτισμένου και εμποδίζει την ελευθερία των ψυχικών λειτουργιών.
Η ιστορία αναφέρει πολυάριθμα παραδείγματα τηλεπάθειας. Ένα πρόσφατο για την εποχή, μάλιστα, ανέφεραν οι εφημερίδες της Βραζιλίας. Μια γυναίκα, ονόματι Άννα Μπάρτελ, ηλικίας 66 ετών, είχε απαχθεί, μικρό κοριτσάκι ακόμη, από την Ουρουγουάη και είχε μεταφερθεί από τους απαγωγείς της στη Βραζιλία. Αγράμματη καθώς ήταν και χωρίς καμιά χρήσιμη ανάμνηση, δε γνώριζε τίποτε απολύτως για την καταγωγή της.
Μια μέρα, η Άννα, καθώς παρακολουθούσε μια ραδιοφωνική εκπομπή, άκουσε τη λέξη «Colonia». Επρόκειτο για το όνομα μιας πόλης της νοτιοδυτικής Ουρουγουάης, την Colonia del Sacramento, που νόμιζε ότι το άκουγε για πρώτη φορά. Δεν υποπτευόταν καν την ύπαρξη της πόλης αυτής. Εν τούτοις, στο άκουσμα της λέξης, καταλήφθηκε από ανεξήγητη, ολοκληρωτική συγκίνηση και παράδοξο αίσθημα νοσταλγίας. Ο γλυκός ήχος από την προφορά της λέξης «Colonia», δεν μπορούσε να της φύγει απ’ το μυαλό και κόντευε να τρελαθεί, μιας και δεν ήξερε γιατί.
Κατόπιν της πεισματικής επιμονής της, πραγματοποιήθηκαν έρευνες στην πόλη αυτή και εξακριβώθηκε ότι η Άννα Μπάρτελ είχε γεννηθεί εκεί, όπου ακόμα ζούσαν οι τρεις αδελφές της και πολυάριθμοι συγγενείς της. Απήχθη βρέφος και επέστρεψε γερόντισσα.
Φάνηκε, επομένως, ότι οι ψυχικοί δεσμοί, που τη συνέδεαν με τους εξ αίματος συγγενείς της κατά τις δεκαετίες της απουσίας της, ήταν ισχυρότεροι από τη λήθη και την απόσταση. Έτσι, κάποια στιγμή και εξ αφορμής μιας και μόνο λέξης του ραδιοφώνου, η τηλεπάθεια οδήγησε με ασφάλεια την Άννα Μπάρτελ πίσω στη γενέτειρά της.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Η ΒΡΑΔΥΝΗ», στις 29/06/1939…