Ο κόσμος ενώθηκε εναντίον της κοινής απειλείς και οι Σοβιετικοί έδωσαν μία από τις σκληρότερες μάχες.
Στις 22 Ιουνίου 1944 οι Σοβιετικοί εξαπέλυσαν την Επιχείρηση Bagration την μεγαλύτερη έως τότε επίθεσή τους στο Ανατολικό Μέτωπο με στόχο την συντριβή των γερμανικών δυνάμεων στη Λευκορωσία.
Στις 15 Ιουλίου οι Σοβιετικοί είχαν φτάσει στο Γκρόντνο, στην σημερινή δυτική Λευκορωσία, στα σύνορα με την Πολωνία. Την επομένη κατέλαβαν την πόλη. Οι Σοβιετικοί σίγουροι ότι έχουν συντρίψει τους Γερμανούς, άλλαξαν την πορεία επίθεσής τους, μετά την κατάληψη της πόλης, αφήνοντας μικρές δυνάμεις στην περιοχή.
Οι Γερμανοί εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός και αντεπιτέθηκαν με αιχμή του δόρατος την 3η Μεραρχία των Waffen SS «Totenkopf». Η γερμανική μεραρχία διέθετε 120 άρματα μάχης και στόχος της ήταν η εξάλειψη του σοβιετικού προγεφυρώματος στον ποταμό Νέμαν.
Στην περιοχή ήταν ανεπτυγμένο αμυντικά το 455ο Σύνταγμα Τυφεκιοφόρων (ΣΤ) της σοβιετικής 42ης Μεραρχίας Τυφεκιοφόρων (ΜΤ). Το 455 ΣΤ διέθετε μόνο δύο τάγματα. Υπό τη διοίκηση του ταγματάρχη Σίντορετς όμως οχυρώθηκε σε ένα παλαιό, ημικατεστραμμένο οχυρό της τσαρικής περιοδου, γνωστού ως Οχυρού 1 και ανέμενε τους Γερμανούς.
Οι Γερμανοί επιτέθηκαν αλλά οι Σοβιετικοί τους απέκρουσαν. Με την βοήθεια σκαπανέων οι Γερμανοί κατάφεραν να δημιουργήσουν ανοίγματα στους τοίχους του οχυρού. Κρίνοντας την κατάσταση ως απελπιστική οι Σοβιετικοί δεν δίστασαν να ανοίξουν πυρ με το πυροβολικό τους επί του οχυρού σκοτώνοντας δικούς τους άνδρες και Γερμανούς αδιακρίτως.
Ωστόσο το οχυρό δεν μπορούσε να κρατηθεί και στις 19 Ιουλίου οι περισσότεροι Σοβιετικοί, μαζί με τον ταγματάρχη Σίντορετς, το εκκένωσαν. Στο Οχυρό 1 παρέμεινε ως οπισθοφυλακή ένας λόχος υπό τον υπολοχαγό Νικολάι Ποντγκούρσκι για να καλύψει την υποχώρηση των υπολοίπων ανδρών.
Η θέση των λίγων αυτών ήταν τραγική. Τα πυρομαχικά τελείωναν, ο ασύρματός τους είχε καταστραφεί και τα τρόφιμα επίσης έλειπαν. Οι Σοβιετικοί όμως συνέχισαν τον αγώνα. Απλώς σμίκρυναν την αμυντική τους περίμετρο.
«Ρίξαμε βενζίνη στα οχυρώματα και βάλαμε φωτιά. Ελπίζαμε πως η φωτιά θα υποχρέωνε τους Ρώσους να παραδοθούν. Ελάχιστοι όμως παραδόθηκαν, οι περισσότεροι συνέχισαν να μάχονται. Μόλις εισήλθαμε τα όπλα τους άρχισαν να βάλλουν», ανέφερε Γερμανός σκαπανέας.
«Προχωρήσαμε στον κάτω όροφο και εκτοξεύσαμε μερικές χειροβομβίδες. Ωστόσο οι Ρώσοι συνέχισαν τον αγώνα. Ήταν σκληροί άνδρες. Μέσω ενός αιχμαλώτου προσπαθήσαμε να τους πείσουμε να παραδοθούν. Αυτοί όμως πυροβόλησαν τον αιχμάλωτο συνάδελφό τους… Η μάχη άρχισε και πάλι», ανέφερε ο ίδιος.
Χρειάστηκε άγρια συμπλοκή και απώλειες για να καταφέρουν οι Γερμανοί να κυριαρχήσουν. Τελικά όσοι Σοβιετικοί επέζησαν παραδόθηκαν εκτός από 10. Οι οκτώ κατάφεραν να ξεφύγουν. Ο επικεφαλής της οπισθοφυλακής υπολοχαγός Νικολάι Ποντγκούρσκι μαζί με τον ομοιόβαθμό του Αντρέι Σιπέγιεφ αρνήθηκαν να παραδοθούν. Οι δύο Σοβιετικοί αξιωματικοί έγραψαν ο καθένας από ένα σημείωμα και αυτοκτόνησαν.
Ο Ποντγκούσρκι έγραψε: «Σύντροφοι. Θα μας βρείτε νεκρούς. Μάθετε πως πεθάναμε με τιμή όπως αξίζει σε στρατιώτες του Ερυθρού που προστάτεψαν την τιμή και την ανεξαρτησία της πατρίδας. Θάνατος στους Γερμανούς εισβολείς. Εκδικηθείτε για μας. Υπολοχαγός Ποντγκούσρκι».
Ο Σιπέγιεφ έγραψε: «Οι άνδρες από την Σόρια (νότια Σιβηρία) δεν παραδίδονται ζωντανοί. Να το πείτε σε όλους πως πολεμήσαμε και πεθάναμε ως αξιωματικοί».
Από τον λόχο της οπισθοφυλακής 30 άνδρες τραυματίσθηκαν και 40 σκοτώθηκαν και μόνο οι 8 διασώθηκαν. Ένα λιτό μνημείο θυμίζει την θυσία τους.