Ο κ. Γώγος, δίνοντας τη δική του ανάλυση για την άρση των μέτρων κατά του κορονοϊού, τόνισε ότι η πανδημία δεν τελείωσε αλλά, «μπορούμε πλέον να τη διαχειριστούμε με τα διάφορα καινούργια εργαλεία που αποκτήσαμε».
Ο ίδιος εκτίμησε ότι το καλοκαίρι θα περάσει «ευχάριστα» θεωρώντας ότι μέχρι το τέλος Μαϊου θα ελαττωθούν σημαντικά οι θάνατοι, ενώ τόνισε την ανάγκη για προσεκτική επιτήρηση της πορείας του ιού.
Ο κύριος Χαράλαμπος Γώγος τόνισε συγκεκριμένα: «Είναι νωρίς ακόμα να πει κανείς ότι τελειώνουμε με την πανδημία. Η αλήθεια είναι ότι τελειώνουμε με τα δύσκολα. Αυτό είναι δεδομένο, φαίνεται από τα δεδομένα που έχουμε αυτήν την στιγμή τα επιδημιολογικά, την βαρύτητα της νόσου, τα σημαντικά εργαλεία που έχουμε για τη διαχείριση της επιδημίας. Πέρα από τα εμβόλιαέχουμε αντιικά φάρμακα, ξέρουμε πολλά περισσότερα πράγματα από όσα γνωρίζαμε, οπότε η διαχείριση είναι πολύ πιο εύκολη τώρα. Με το επιδημιολογικό τοπίο που υπάρχει, πολύ καλύτερα. Δυστυχώς, είναι πανδημία. Είναι παγκόσμια διασπορά. Δεν έχουμε πέσει σε ένα επίπεδο να έχουμε τοπικά κρούσματα. Με δεδομένο αυτό και με δεδομένο ότι υπάρχουν χώρες με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη και κυκλοφορεί ο ιός, πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Για αυτό τον λόγο δεν λέμε "τελείωσε". Λέμε ‘είμαστε πολύ καλύτερα’. Πρέπει να έχουμε μια συνεχή επιτήρηση, μια συνεχή παρακολούθηση και καταγραφή. Το καλοκαίρι θα περάσει ευχάριστα νομίζω».
Κορονοϊός-Μελέτη: Ο παράγοντας που πυροδοτεί φλεγμονή και πνευμονία
Ο καθηγητής εξήγησε στη συνέχεια πως: «Στην επιτροπή δουλεύουμε με καθαρά επιστημονικούς όρους. Αυτό είναι δεδομένο. Ανάμεσα στους σκληρούς δείκτες που βλέπαμε ήταν και οι εισαγωγές στα νοσοκομεία. Η επιβάρυνση του συστήματος υγείας ήταν για εμάς κριτήρια βάση των όποιων αποφασίζαμε αρκετά αυστηρά μέτρα… Το μηδέν νεκροί από τον κορονοϊό είναι εφικτό. Αυτοί που πεθαίνουν περισσότερο αυτήν την στιγμή είναι αυτοί που έχουν μείνει πολύ καιρό στην ΜΕΘ, με επιλοιμώξεις από άλλα μικρόβια, υποκείμενα νοσήματα σοβαρά, ευάλωτος πληθυσμός κλπ. Από τον κορονοϊό λίγοι πεθαίνουν πραγματικά από λοίμωξη με το Όμικρον στέλεχος. Και όσο επεκτείνεται ο εμβολιασμός και τα αντιικά, θα μειωθούν αρκετά. Το θέμα είναι ότι δεν χρειάζεται πανικός. Χρειάζεται επιτήρηση».
Από την πλευρά του ο καθηγητής κ. Τούντας ανέφερε πως, «ίσως να δούμε στο μέλλον μια μετάλλαξη που να μας εκπλήξει δυσάρεστα».
Ο καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής υπογράμμισε ότι ακόμα η πανδημία δεν έχει τελειώσει και ότι υπάρχει πιθανότητα να δούμε μια εκ νέου έξαρση της διασποράς το Φθινόπωρο, κάτι που μπορεί να οδηγήσει στη λήψη μέτρων ξανά. Επίσης υπενθύμισε τον κίνδυνο να εμφανιστεί κάποια νέα μετάλλαξη του ιού που θα εκπλήξει δυσάρεστα τον κόσμο. Ο κ. Τούντας τόνισε ότι η εμφάνιση των καινούριων επιδημιών σχετίζεται με την εντατική εκτροφή ζώων προς βρώση, καθώς εκεί μεγαλώνουν οι πιθανότητες να μεταδοθεί στον άνθρωπο κάποιος ιός με βλαπτική δράση. Ανέφερε πως «Δεν έχουμε τελειώσει με την πανδημία. Δεν προχωράει γραμμικά αλλά με εξάρσεις και υφέσεις. Είναι πολύ πιθανό να δούμε το Φθινόπωρο ξανά μια έξαρση. Όχι τόσο σοβαρή όσο πέρυσι. Αλλά θα μας βάλει να δούμε πάλι μια κατάσταση που ίσως απαιτεί λήψη ορισμένων μέτρων. Πρέπει να το έχουμε υπόψη μας. Με βάση τα δεδομένα, τα πράγματα πάνε από το καλό στο καλύτερο. Δεν αποκλείεται όμως να δούμε στο μέλλον μια μετάλλαξη που να μας εκπλήξει δυσάρεστα…»,
«Έχουν ξεσπάσει τα τελευταία 40 χρόνια 32 επιδημίες στον κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι η πηγή που γεννά αυτές τις επιδημίες, όσο δεν την αντιμετωπίζουμε στις ρίζες της, θα συνεχίσει να γεννάει επιδημίες. Θα συνεχίσουμε να το βλέπουμε τα επόμενα χρόνια. Στην ρίζα είναι ένα ζήτημα που αφορά τη σχέση του ανθρώπινου είδους με το περιβάλλον. Έχει σχέση με την καταστροφή του περιβάλλοντος, την κλιματική κρίση και κυρίως με την αλλαγή της σχέσης μας με το ζωικό βασίλειο, την αύξηση της ζήτησης για ζωικές πρωτεΐνες που έχει οδηγήσει σε μια ανεξέλεγκτη εκτροφή ζώων προς βρώση. Βρίσκονται σε συνθήκες τελείως ανθυγιεινές που ευνοεί τη μετάδοση των ιών από ζώων σε ζώο, που μέσα από αυτήν την αυξημένη μετάδοση, αυξάνονται και οι μεταλλάξεις και κάποιες από αυτές έρχονται πια επικίνδυνες στον άνθρωπο», συνέχισε.