Στις 12 Απρίλιου του 1823 και μετά την κρίσιμη Β' Εθνοσυνέλευση στο Άστρος της Κυνουρίας, η αρμόδια επιτροπή που έκανε υπολογισμό για τα οικονομικά του Αγώνα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα έξοδα ήταν δυσανάλογα με τα έσοδα.
Πιο αναλυτικά:
Τα έξοδα για το πρώτο εξάμηνο του έτους θα έφταναν τα 38 εκατομμύρια γρόσια, όταν στον αντίποδα τα έσοδα ήταν μόλις 12.
Μία λοιπόν ήταν η λύση, αυτή του δανεισμού.
Δεν πέρασαν ούτε δυο μήνες και η τότε κυβέρνηση εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη, να μεταβούν στο Λονδίνο και να συνάψουν δάνειο. Δεν υπήρχαν όμως χρήματα για την αναχώρησή τους. Ο ποιητής λόρδος Βύρωνας κάλυψε το ταξίδι τους, και αυτός μέσω δανείου, ενώ ο Ανδρέας Ζαΐμης δεν έφυγε με τους άλλους δυο.
Αρχές του 1824 οι δύο Έλληνες απεσταλμένοι, Ορλάνδος και Λουριώτης, φτάνουν στο Λονδίνο, όπου πέφτουν στα νύχια των Βρετανών τραπεζιτών και μεσαζόντων. Παίρνουν τελικά ένα δάνειο 800.000 λιρών, με τόκο 5%, προμήθεια 3% και περίοδο αποπληρωμής στα 36 χρόνια με εγγύηση δημόσια περιουσία και γη.
Από αυτά στην χώρα μας φτάνουν μόλις 298.000 λίρες! Γιατί; Τρεις ήταν κυρίως οι λόγοι.
Καταρχάς η συμφωνία ανέφερε το ποσό των 800.000 λιρών αλλά χωρίς τις παρακρατήσεις τόκων, χρεολύσια, κ.λπ. Κατά δεύτερον, οι δύο άνδρες, Ορλάνδος και Λουριώτης, θέλησαν να περάσουν καλά στο Λονδίνο και ξόδεψαν κάποια ποσά. Και τρίτον, η τμηματική παράδοση του δανείου έγινε από τράπεζα της αγγλοκρατούμενης Ζακύνθου.
Το δάνειο αν όχι "ληστρικό", όπως ονομάστηκε, ήταν σίγουρα με δυσβάστακτους όρους και δεν κάλυπτε τις ανάγκες του αγώνα. Έχει όμως και συνέχεια. Αν και αναγνωριζόταν ο αγώνας των Ελλήνων αλλά και το Ελληνικό Κράτος, από τη στιγμή που συνάφθηκε η συμφωνία, μετά, το μεγαλύτερο μέρος του δανείου ξοδεύτηκε για πολιτικούς σκοπούς και πιο συγκεκριμένα για τις ανάγκες συγκεκριμένης παράταξης στον εμφύλιο 1823-1825.
Στις 31 Ιουλίου του 1824, η κυβέρνηση αποφάσισε να πάρει κι άλλο δάνειο, αυτή τη φορά 2.000.000 λιρών (από τα οποία, μόλις 816.000 έφτασαν σε ελληνικά χέρια). Ακολούθησε κι άλλο δάνειο, του 1832...