Η ζωή του Χριστού ως παιδιού καλύπτεται από ένα πυκνό πέπλο μυστηρίου. Είναι αληθινά αξιοσημείωτο το γεγονός ότι δύο από τους Ευαγγελιστές, ο Μάρκος και ο Ιωάννης, δε λένε λέξη για τη γέννηση του Θεανθρώπου και τη βρεφική του ηλικία.
Απεναντίας, ο Ματθαίος και ο Λουκάς μας μιλούν λεπτομερώς για τη γέννηση του Χριστού και μας περιγράφουν τον τοκετό της Μαρίας μέσα στη φάτνη της Βηθλεέμ, την παρουσία των βασιλέων Μάγων που πήγαν να προσφέρουν δώρα στο Θείο Βρέφος, τη φυγή Του στην Αίγυπτο μαζί με τους γονείς Του, για να γλιτώσει από τη φονική διαταγή του Ηρώδη και τέλος, την επιστροφή Του στη Ναζαρέτ.Για τα βρεφικά χρόνια, όμως, του Σωτήρος, δε γνωρίζουμε από τους Ευαγγελιστές τίποτε άλλο, πέρα από το επεισόδιο του Ιησού ανάμεσα στους Σοφούς. Φυσικά, αυτό είναι πολύ λίγο για να ικανοποιήσει την περιέργεια των αρίφνητων πιστών, που θα ήθελαν να γνωρίζουν και τις παραμικρότερες λεπτομέρειες ολόκληρου του βίου Του.Έτσι, η ανθρωπότητα καταφεύγει στα λεγόμενα
“Απόκρυφα Ευαγγέλια”, γιατί εκείνο που δεν περιέχεται στα Ευαγγέλια, τα οποία αναγνωρίζει επισήμως η Εκκλησία, βρίσκεται στα
“Απόκρυφα Ευαγγέλια”, τα οποία μιλούν για την παιδική ηλικία του Ιησού με άπειρες λεπτομέρειες.Μεταξύ των διάφορων
“Απόκρυφων Ευαγγελίων”, εκείνα που αναφέρονται περισσότερο στην παιδική ηλικία του Θεανθρώπου είναι το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, τα βιβλία του Ψευδοματθαίου και του Θωμά, καθώς και το Ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας του Ιησού.Τα
“Απόκρυφα Ευαγγέλια”, λοιπόν, είναι παλαιότατα και μπορούν να χρησιμεύσουν στο να μας δώσουν μερικές πληροφορίες για την παιδική ηλικία του Σωτήρος. Μάλιστα, το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, για πολλούς αιώνες διαβαζόταν ως αληθινό και γνήσιο Ευαγγέλιο στην Εκκλησία της Ανατολής και σύμφωνα με τους ειδήμονες, γράφτηκε κατά τον δεύτερο αιώνα μετά τη γέννηση του Χριστού.Γι’ αυτό, μολονότι δεν αναγνωρίστηκε ως επίσημο Ευαγγέλιο, όπως τα άλλα τέσσερα, εν τούτοις χρησιμοποιήθηκε ως βάσιμη ιστορική πηγή. Στο Πρωτευαγγέλιο βρίσκουμε αρκετές λεπτομέρειες για τη γέννηση του Ιησού και τις πρώτες θαυμάσιες περιπέτειες της ζωής του Θείου Βρέφους.Σύμφωνα με το Πρωτευαγγέλιο, την ώρα που ο Χριστός ήρθε στον κόσμο, όλα τα πράγματα σταμάτησαν αυτομάτως. Ο ίδιος ο Ιωσήφ, ενώ βγήκε από τη σπηλιά για να αναζητήσει μια μαμή, είδε πράγματα καταπληκτικά, τα οποία διηγείται ως εξής:“Εγώ ο Ιωσήφ περπατούσα και δεν περπατούσα πλέον. Κοίταξα τον θόλο του ουρανού κι είδα την ατμόσφαιρα ξαφνιασμένη. Ακόμη και τα πουλιά ήταν ακινητοποιημένα πάνω στον θόλο. Κοίταξα κάτω στη γη κι είδα τοποθετημένη μια μεγάλη πιατέλα και εργάτες καθισμένους ολόγυρα, με τα χέρια τους μέσα σ’ αυτή. Μα εκείνοι που πριν μασούσαν την τροφή τους, δε τη μασούσαν πλέον και τα πρόσωπά τους ήταν στραμμένα προς τα επάνω. Και τα πρόβατα ακόμη που βοσκούσαν παρακεί, δεν προχωρούσαν, αλλά έστεκαν ασάλευτα κι ο βοσκός τους έμενε με το χέρι μετέωρο στον αέρα, σαν απολιθωμένο, βαστώντας το ραβδί του. Κοίταξα το ρέμα του ποταμού κι είδα τα κατσικάκια σιμά στο νερό, χωρίς όμως να πίνουν. Κι έπειτα, σε μια στιγμή, όλα τα πράγματα ξαναπήραν την τακτική τους κίνηση”.Το αίσθημα της ακινησίας της φύσης, της στιγμιαίας γοητείας από την οποία όλα τα πράγματα κυριεύτηκαν, αποδίδεται με γλώσσα απλή, αλλά και επιβλητική συγχρόνως στην αφήγηση αυτή. Γενικώς, στα
“Απόκρυφα Ευαγγέλια” υπερέχει κυρίως η αγάπη του ονείρου, η τάση προς το μυστηριώδες, το υπερκόσμιο. Αισθάνεται κανείς κάτι το οραματικό, το φαντασμαγορικό.Ήταν ακόμη στα σπάργανα το Θείο Βρέφος, γράφουν τα
“Απόκρυφα Ευαγγέλια”, κι όμως έκανε θαύματα. Ενώ πήγαινε με τους γονείς Του στην Αίγυπτο, μέσα στην έρημο πολλοί δράκοντες βγήκαν από μια σπηλιά, όχι για να Το δαγκώσουν, αλλά για να συρθούν εμπρός Του και να Το λατρέψουν.Το ίδιο έκαναν και τα λιοντάρια και οι λεοπαρδάλεις και οι λύκοι, οι οποίοι, αντί να ριχτούν και να κατασπαράξουν τους γονείς και το Θείο Βρέφος, βγήκαν από τα λημέρια τους για να τους χαιρετήσουν, να γλείψουν τα άγια χέρια του Ιησού και να τους συντροφέψουν στο μακρινό ταξίδι τους. Μάλιστα, τόση ήταν η επίδραση του Ιησού πάνω στα άγρια θηρία, ώστε, ενώ στον δρόμο τους συναντούσαν κοπάδια από αρνιά, δεν τ’ άγγιζαν καθόλου.Επίσης, με ένα νεύμα του Ιησού, οι φοινικιές έγερναν, για να προσφέρουν απλόχερα τους γλυκούς καρπούς τους στην πεινασμένη μητέρα Του. Ο βράχος σχιζόταν στα δυο για να αναβλύσει από τον πυρήνα του γάργαρο νερό, για να δροσίσει τον ηλικιωμένο Ιωσήφ και την Παρθενομήτορα.Όταν έγινε πια ο Ιησούς αρκετά μεγάλος, έπαιζε με τα συνομήλικά Του παιδιά, δείχνοντας και στην περίσταση αυτή τη μεγάλη Του καλοσύνη και ταυτοχρόνως, την υπεράνθρωπη δύναμή Του.Μια μέρα, όπως αφηγείται ο Ψευδοματθαίος στο
“Απόκρυφο Ευαγγέλιό” του, ενώ έπαιζε ο Ιησούς μαζί με τα άλλα παιδιά πάνω σε μια ταράτσα, ένας από τους συντρόφους Του έδωσε μια σπρωξιά σ’ έναν άλλον, ο οποίος γλίστρησε, έπεσε κάτω και σκοτώθηκε. Για το φριχτό αυτό ατύχημα, οι γονείς του σκοτωμένου παιδιού κατηγόρησαν τον Ιησού και ζήτησαν από τους γονείς Του να Τον τιμωρήσουν παραδειγματικά.Τότε, ο Ιησούς έτρεξε κοντά στο νεκρό αγόρι και του φώναξε:-Ζήνων! Ζήνων! Ζήνων!Και το νεκρό αγόρι σηκώθηκε και απάντησε:-Κύριε!-Εγώ σε έριξα κάτω από την ταράτσα; Πες το καθαρά και ομολόγησε την αλήθεια!-Δε με έριξες Εσύ, Κύριε!Τη στιγμή εκείνη, η μητέρα του Ιησού πλησίασε και παρακάλεσε το παιδί της να ζωντανέψει το αγόρι. Και ο Ιησούς άκουσε τη μητέρα Του και φώναξε:-Ζήνων! Σήκω και περιπάτει!Και το νεκρό παιδί σηκώθηκε κι έφυγε, σα να μην του είχε συμβεί απολύτως τίποτα.Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 26/03/1933…