Κτίστηκε για να αποτελέσει ένα απόρθητο φρούριο, ένα ασφαλές μέρος στο οποίο θα πήγαιναν οι κάτοικοι της πόλης σε περίπτωση επιδρομής των εχθρών. Όταν τα κάστρα έπαψαν να έχουν τη χρησιμότητα που είχαν, μετατράπηκε σε μια από τις πιο σκληρές φυλακές της Ελλάδας. Χιλιάδες πολιτικοί ή ποινικοί κρατούμενοι μαρτύρησαν εκεί μέσα. Πολλοί αυτοί που εκτελέστηκαν ή δεν άντεξαν τα βασανιστήρια.
Το Επταπύργιο ή Γεντί Κουλέ, όπως είναι η Οθωμανική του ονομασία, μπορεί πλέον σήμερα να είναι ένα από τα κορυφαία μνημεία και από τα πιο εντυπωσιακά αξιοθέατα της Θεσσαλονίκης, μέχρι και πριν από μερικά χρόνια, ωστόσο, ήταν συνώνυμο του τρόμου, του πόνου και του φόβου.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως ένας από τους... επώνυμους κρατούμενους αυτού του κολαστηρίου, το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς, Λεωνίδας Κύρκος, είχε χαρακτηρίσει τις φυλακές του Επταπυργίου «μνημείο ανθρώπινης βαρβαρότητας».
Η δημιουργία του φρουρίου
Ακριβής ημερομηνία... «γέννησης» του Επταπυργίου δεν υπάρχει. Τη σημερινή του μορφή (εξαιρώντας τις προσθήκες και τις μετατροπές ώστε να μεταμορφωθεί σε φυλακή) την πήρε τον 14ο αιώνα. Στην ολότητά του θεωρείται υστεροβυζαντινό μνημείο. Οι ειδικοί εκτιμούν πως ως οχύρωση υπήρχε από προγενέστερες εποχές, τα κάστρα ολοκληρώθηκαν την εποχή του Μεγάλου Θεοδοσίου, στο τέλος του 4ου μ.Χ. αιώνα.
Τυπικά, πάντως, «το φρούριο, αποτέλεσμα διαφορετικών οικοδομικών φάσεων, ολοκληρώθηκε τους τελευταίους βυζαντινούς χρόνους, την εποχή της αυτοκρατορικής δυναστείας των Παλαιολόγων (1261-1453)», όπως άλλωστε γράφει σε τρεις γλώσσες (ελληνικά, αγγλικά, ρωσικά) η πινακίδα που υπάρχει έξω από την κεντρική είσοδο του μνημείου.
Οι πύργοι της βόρειας πλευράς αποτελούν τμήματα του παλαιοχριστιανικού τείχους της Ακρόπολης, ενώ αυτοί της νότιας προστέθηκαν πιθανότατα κατά τους μεσοβυζαντινούς χρόνους, σχηματίζοντας τον κλειστό πυρήνα του φρουρίου. Από τους συνολικά επτά πύργους του φρουρίου ο μεσαίος της εισόδου είναι προσθήκη των Τούρκων, του 1431, οι οποίοι τον έχτισαν αμέσως μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης.
Κατασκευαστής αυτού του τελευταίου πύργου είναι ο Τσαούς μπέη από τον οποίο προέρχεται και η Οθωμανική ονομασία του φρουρίου. Το Γεντί κουλέ, άλλωστε, δεν είναι κάτι άλλο από το προφανές. Yedi σημαίνει επτά και Kule σημαίνει πύργος.
Η μετεξέλιξη σε μια φυλακή-φόβητρο
Το Επταπύργιο με την πάροδο των χρόνων και την ανάπτυξη των επιθετικών όπλων έχασε τη χρησιμότητα του ως απόρθητο κάστρο και έτσι οι Οθωμανοί αποφάσισαν πως ήρθε η ώρα να αλλάξει η χρήση του. Έτσι, περίπου από το 1890 και έπειτα το Γεντί Κουλέ μετατράπηκε σε μια φυλακή όπου και μόνο η σκέψη της απόδρασης ήταν απαγορευμένη έννοια.
Το Επταπύργιο πέρασε στην ιστορία ως ένα από τα πιο σκληρά κολαστήρια της Οθωμανικής διοίκησης. Όταν το 1912 η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε το μόνο που άλλαξε ήταν το... Ελληνικής που αντικατέστησε το Οθωμανικής. Το Γεντί Κουλέ, έπαψε να είναι φρούριο, έπαψε να είναι Οθωμανική φυλακή και έμελλε να γίνει τόπος μαρτυρίου για χιλιάδες κρατούμενους τα επόμενα χρόνια.
Οι φυλακισμένοι χαρακτήριζαν το Γεντί Κουλέ «υγρό τάφο». Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες. Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατούσε μέσα στο κολαστήριο είναι πως για πολλά χρόνια δεν υπήρχε κανένας απολύτως διαχωρισμός ανάμεσα στους κρατούμενους. Ισοβίτες που είχαν καταδικαστεί εξαιτίας σκληρών εγκλημάτων που είχαν κάνει, έμεναν στα ίδια κελιά με ανθρώπους που είχαν καταδικαστεί σε μερικούς μόνο μήνες φυλάκισης για αδικήματα μικρότερης ποινικής σημασίας.
Πολλοί γνωστοί κατάδικοι εξέτισαν μεγάλο μέρος της ποινής της στα σκοτεινά, υγρά και ανήλιαγα κελιά της φυλακής. Ένας από αυτούς ήταν ο λήσταρχος Μήτρος Τζατζάς που έδρασε στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο και στην Μακεδονία την περίοδο του Μεσοπολέμου. Ο Τζατζάς ήταν ιδιαίτερα γνωστός για την απαγωγή του γερουσιαστή Σωτηρίου Χατζηγάκη το 1929 στη Θεσσαλία αλλά και εκείνες των πλούσιων αδερφών Κουκουμπάνη και των βουλευτών Μελά και Μυλωνά.
Κρατούμενος στο Γεντί Κουλέ ήταν και ο θρυλικός λήσταρχος Γιαγκούλας ο οποίος κατηγορήθηκε για πολλούς φόνους και ληστείες. Ο Γιαγκούλας δρούσε στα Πιέρια, την Ελασσόνα και την Κοζάνη ενώ η συμμορία του είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος του Ολύμπου!
Τέλος, στα κελιά της περιβόητης φυλακής εξέτισε την ποινή του, πριν βρεθεί μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα και εκτελεστεί (τον Φεβρουάριο του 1968) και ο φερόμενος ως «Δράκος του Σέιχ Σου», Αριστείδης Παγκρατίδης σε μια υπόθεση που συγκλόνισε και δίχασε την ελληνική κοινωνία.
Το Γεντι Κουλέ επί Μεταξά, ναζιστικής κατοχής και Χούντας
Όταν στις 4 Αυγούστου του 1936 ο Ιωάννης Μεταξάς επέβαλε το δικτατορικό καθεστώς του, το Γεντί Κουλέ ήδη είχε για πολλά χρόνια τη φήμη μιας σκληρής και απάνθρωπης φυλακής. Αυτό φρόντισε να εκμεταλλευτεί ο δικτάτορας προκειμένου να τιμωρήσει τους πολιτικούς του αντιπάλους. Εκατοντάδες αριστεροί αντιφρονούντες φυλακίστηκαν εκεί την περίοδο της δικτατορίας.
Η ίδια εικόνα και στην περίοδο της επταετίας όπου και πάλι τα κελιά του Επταπυργίου μετατράπηκαν σε κολαστήρια για τους αγωνιστές του αντιδικτατορικού αγώνα. Τα καψώνια και τα βασανιστήρια ήταν καθημερινό φαινόμενο. Λέγεται μάλιστα πως οι κραυγές πόνου και απόγνωσης ακούγονταν μέχρι και έξω από τα τείχη!
Σε ότι αφορά την περίοδο της ναζιστικής κατοχής τα πράγματα ήταν ακόμα χειρότερα. Υπολογίζεται πως 500 Έλληνες εκτελέστηκαν στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο που είχε δημιουργηθεί εκεί. Μαρτυρικές στιγμές έζησαν και οι πολιτικοί κρατούμενοι κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.
Το κλείσιμο της φυλακής και τα ρεμπέτικα τραγούδια
Μετά την πτώση της χούντας, το 1974, εκδηλώθηκε ένα κίνημα ανθρώπων που ζητούσαν να κλείσει επιτέλους το Γεντί Κουλέ και να μεταφερθούν οι φυλακές σε άλλο σημείο και σε εγκαταστάσεις καλύτερες που θα σέβονταν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Στο κίνημα αυτό συμμετείχαν κυρίως πρώην πολιτικοί κρατούμενοι (μπροστάρης ο Γεώργιος- Αλέξανδρος Μαγκάκης), οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής, ενώ και οι εισαγγελείς ξεκίνησαν τις δικές τους έρευνες.
Τελικά το 1989 οι φυλακές έκλεισαν και μεταφέρθηκαν σε νέες εγκαταστάσεις στα Διαβατά. Το Επταπύργιο περιήλθε στην κυριότητα του υπουργείου Πολιτισμού και μετατράπηκε σε μουσείο.
Και μπορεί οι φυλακές εκεί να έκλεισαν τα όσα σκληρά και σε μεγάλο βαθμό απάνθρωπα βίωσαν εκεί οι κρατούμενοι έγιναν ρεμπέτικα τραγούδια τα οποία τραγουδιούνται ακόμα και σήμερα. Το πλέον γνωστό από αυτά είναι το ρεμπέτικο του Βαγγέλη Παπάζογλου με τον τίτλο «Πέντε χρόνια δικασμένος» το οποίο ηχογραφήθηκε το 1934. Επιπλέον υπάρχει το «ο δραπέτης του Γεντί Κουλέ» του Γιώργου Μητσάκη που ηχογραφήθηκε το 1960 και ήταν από τα τελευταία ρεμπέτικα που γράφτηκαν για τις συγκεκριμένες φυλακές, το «νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» του Απόστολου Καλδάρα το οποίο αναφέρεται στους πολιτικούς κρατούμενους που πέρασαν από το Επταπύργιο αλλά και το «στο Γεντί Κουλε» (για μια γυναίκα χάθηκα), του σπουδαίου Βασίλη Τσιτσάνη ο οποίος έγραψε τον στίχο: «Αν θέλεις, μάνα, να το δεις το δύστυχο παιδί σου, έλα μες στο Γεντί Κουλέ, να κλάψει η ψυχή σου»!
Ειδική αναφορά, ωστόσο, θα πρέπει να γίνει στο «αναστενάζει ο Γεντί Κουλές» του Σαράντη Κοντομάτη. Στο συγκεκριμένο τραγούδι υπάρχει ο εξής συγκλονιστικός στίχος: «Θρηνώ τα μαύρα νιάτα μου - στο κρύο το κελί μου, μέσ’ στα βαριά τα σίδερα - θ’ αφήσω το κορμί μου».