Η αποτυχημένη εκστρατεία των αρχαίων Αθηναίων στην Σικελία, στο πλαίσιο του δευτέρου μέρους του Πελοποννησιακού Πολέμου αποτελεί μνημειώδες παράδειγμα κακού σχεδιασμού και εκτέλεσης στρατιωτικής επιχείρησης στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στην σύγχρονη δυτική ιστοριογραφία και πολιτική επιστήμη συγκρίνεται κατά κόρον με τις (επανειλημμένως) αποτυχημένες εκστρατείες των Αμερικανών στο Βιετνάμ και το Ιράκ το 2003, όπου ακριβώς όπως οι αρχαίοι Αθηναίοι, οι Αμερικανοί έπασχαν στα δυο βασικότερα σημεία:
α) Η ηγεσία δεν είχε ή δεν συμφωνούσε σε ένα σαφή πολιτικό και στρατηγικό στόχο - ο σκοπός του πολέμου ήταν ασαφής και β) οι στρατηγοί και στρατιώτες στο πεδίο της μάχης δεν ήταν απολύτως πεπεισμένοι για το δίκαιο του πολέμου και την τελική σημασία και ανάγκη της νίκης!
Πρόκειται για ακριβώς το ίδιο λάθος που παραλίγο να κάνει ο Μπαράκ Ομπάμα στην Συρία τον περασμένο Σεπτέμβριο του 2013, όπου και τελευταία στιγμή τους... έσωσε η σταθερή άρνηση της Ρωσίας, από το να επαναλάβουν το ίδιο τραγικό λάθος για τρίτη φορά!
Το καλοκαίρι του 415 π.Χ ο Δήμος της Αθήνας αποφάσισε να τερματίσει την εκεχειρία του Πελοποννησιακού Πολέμου με μία πρωτοφανή για τα δεδομένα της εποχής επιχείρηση, την Σικελική Εκστρατεία.
Αντικειμενικός σκοπός της εκστρατείας ήταν η κατάληψη των Συρακουσών, μιας πόλης που δεν υπολειπόταν σε πληθυσμό και πλούτο από την Αθήνα και κατόπιν ολόκληρης της Σικελίας.
Μια επιχείρηση 1300 χιλιόμετρα μακριά από τη βάση που αν πετύχαινε τον στόχο της θα καθιστούσε την Αθήνα μία μικρή αυτοκρατορία και θα έθετε τις βάσεις για την επικράτηση της Ιωνικής πόλης σε ολόκληρη τη Μεσόγειο!
Τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ευθύς εξ αρχής το όλο εγχείρημα ήσαν πολλά και τα κυριότερα τα εξής:
- Το μεγάλο μέγεθος της πόλης των Συρακουσών.
- Το πολίτευμα της πόλης που ήταν δημοκρατικό...
- Το έδαφος της Σικελίας που επέτρεπε την εκτεταμένη χρήση ιππικού και καθιστούσε τις οπλιτικές φάλαγγες ευάλωτες σε θανατηφόρες πλαγιοκοπήσεις.
- Οι δυσκολίες στην επικοινωνία με την Αθήνα για ενισχύσεις σε άντρες και οπλισμό.
Παρά τις δυσκολίες όμως, η Αθηναίοι κατάφεραν και αποβιβάστηκαν με επιτυχία στο νησί και προέλασαν ενάντια στις Συρακούσες.
Στην πρώτη οπλιτική σύγκρουση επικράτησαν με ευκολία των Συρακούσιων αλλά δεν μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν τη νίκη τους εξαιτίας της δράσης του εχθρικού ιππικού.
Οι 1200 Σικελοί ιππείς ανέκοψαν την ορμή της Αθηναϊκής φάλαγγας και επέτρεψαν στον ηττημένο στρατό των Συρακουσών να επιστρέψει στην πόλη και να αποφύγει τον αφανισμό. Από τις πρώτες δηλαδή εβδομάδες οι Αθηναίοι έφτασαν πολύ κοντά στον στόχο τους!
Κάπου εκεί φάνηκε και το μεγαλύτερο πρόβλημα της εκστρατείας. Η πολυφωνία λόγω έλλειψης κεντρικής διοίκησης ως μειονέκτημα μιας άμεσης δημοκρατίας εν καιρώ πολέμου!
Οι Αθηναίοι όρισαν ως στρατηγούς τρείς άνδρες (συνήθως δύο ήταν οι στρατηγοί) πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους.
Τον εμπνευστή της επιχείρησης, τον παράτολμο και δολοπλόκο Αλκιβιάδη, τον αναβλητικό γερασμένο Νικία που ήταν αντίθετος στην ιδέα της εκστρατείας (!) και τον Λάμαχο, τον μόνο ικανό στρατιωτικό που όμως δεν διέθετε το πολιτικό κύρος να επιβάλλει τις απόψεις του στο στράτευμα.
Λίγες εβδομάδες μετά την απόβαση και την έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων ανακλήθηκε ο Αλκιβιάδης (που κατέφυγε, φοβούμενος για τη ζωή του, στη Σπάρτη) και έτσι επικεφαλής της εκστρατείας ήταν ουσιαστικά ο μεγαλύτερος πολέμιος της σε πολιτικό επίπεδο, ο Νικίας!
Ο Νικίας:
Ο γηραιός στρατηγός, αντί να εκμεταλλευτεί την οπλιτική νίκη και το σοκ που προκάλεσε αυτή στον λαό της μεγαλύτερης Σικελικής πόλης, αποφάσισε να περάσει τον χειμώνα στην Κατάνη προσπαθώντας να μαζέψει αρκετούς ιππείς, είτε από την Αθήνα, είτε από Σικελιώτες συμμάχους, ώστε να μπορεί ανεμπόδιστα πλέον να προχωρήσει στην πολιορκία.
Η αναβλητικότητα του αυτή όμως έδωσε θάρρος στις Συρακούσες που συνειδητοποίησαν πως το ιππικό τους και μόνο μπορεί να εμποδίσει την κατάληψη της πόλης τους από τους εχθρούς!
Αντίθετα οι Συρακούσιοι είχαν ως φυσικό ηγέτη τον στρατηγό Ερμοκράτη, έναν άντρα που παρά το αξίωμα του πολεμούσε δίπλα στους στρατιώτες του εμπνέοντας τους κάθε στιγμή.
Στις στιγμές μεγάλης απελπισίας των συμπολιτών τους, όρθωνε το ανάστημα του και απέρριπτε κάθε πρόταση συνθηκολόγησης.
Πέραν των προσπαθειών του Αλκιβιάδη να εκδικηθεί την πατρίδα του, οι άριστες σχέσεις του Ερμοκράτη με τη Σπάρτη συνέβαλαν στην καθοριστική αποστολή βοήθειας των Λακεδαιμονίων προς τις Συρακούσες στο τελευταίο μέρος της πολιορκίας.
Η πολιορκία:
Παρά τους οκτώ μήνες εγκληματικής απραγίας στην Κατάνη, ο Αθηναϊκός στρατός διέθετε ακόμη την πρωτοβουλία κινήσεων στη Σικελία.
Οι προσπάθειες του Νικία για την απόκτηση ιππικού τελεσφόρησαν καθώς η Αθήνα έστειλε 250 έμπειρους από τις συνεχείς παρενοχλήσεις του Σπαρτιατικού πεζικού ιππείς και 30 ιπποτοξότες, καθώς και τριακόσια τάλαντα για τη στελέχωση του ιππικού σώματος.
Εν τέλει, το εκστρατευτικό σώμα απέκτησε μία δύναμη 650 ιππέων, όχι ικανή για ανοικτή μάχη με τους Συρακούσιους ιππείς, αλλά υπεραρκετή για τη προστασία του πεζικού αλλά και τον κτιστών στην επερχόμενη τειχομαχία.
Ο αξιόπιστος στρατηγός Λάμαχος, ανέβασε το ηθικό των αντρών και έπεισε τον Νικία να επιτεθούν επιτέλους στον αντικειμενικό τους σκοπό.
Με ένα αξιοθαύμαστο τέχνασμα ο στρατός επιβιβάστηκε στα καράβια στην Κατάνη και αποβιβάστηκε δίπλα από τις Συρακούσες, αποφεύγοντας έτσι τις παρενοχλήσεις και τις ενδεχόμενες απώλειες.
Μετά την αποβίβαση τους, οι Αθηναίοι κατέλαβαν το οροπέδιο των Επιπολών, που τότε δεν ήταν τειχισμένο, και έστησαν το οχυρό τους.
Οι Επιπολές, που αργότερα αποτέλεσαν την πέμπτη και πολυπληθέστερη συνοικία των Συρακουσών, είναι το οροπέδιο που υψώνεται πάνω από την πόλη και όποιος το κατέχει μπορεί να ελέγχει τη ροή εφοδίων και ανθρώπων στην άτυπη πρωτεύουσα της Σικελίας.
Αυτή ήταν η δεύτερη μεγάλη ευκαιρία των Αθηναίων να κερδίσουν τον πόλεμο καθώς οι Συρακούσιοι ήταν άπειροι στις τειχομαχίες ενώ οι ίδιοι εμπειροπόλεμοι, είτε ως αμυνόμενοι (Μακρά Τείχη, οχύρωση Πειραιά) είτε ως επιτιθέμενοι με τις επιτυχίες τους στην Ποτίδαια και στην Δήλο.
Το μόνο που είχε να κάνει πλέον ο Νικίας ήταν να αξιοποιήσει όλη τη δυναμική του στρατεύματος του ώστε να περιτειχίσουν εξωτερικά τις Συρακούσες, βόρεια προς τον Τρωγίλο και νότια προς το Μεγάλο Λιμάνι.
Αυτός ο χερσαίος αποκλεισμός σε συνδυασμό με τον ναυτικό αποκλεισμό που είχε σχεδόν επιβάλλει το Αθηναϊκό ναυτικό θα ανάγκαζε τους Σικελιώτες να παραδοθούν αργά ή γρήγορα!
Δεδομένου πως διέθετε πλέον το απαραίτητο ιππικό για να προστατεύει τους στρατιώτες/κτίστες τίποτε δε μπορούσε να τον σταματήσει από τον θρίαμβο… εκτός από τον ίδιο του τον χαρακτήρα!
Το μήκος του τείχους που έπρεπε να κτιστεί μπορεί να φαντάζει μεγάλο, γύρω στα οκτώ χιλιόμετρα, αλλά όπως μας πληροφορεί στο βιβλίο/ανάλυση του ο καθηγητής Hanson ήταν εφικτό από έναν οργανωμένο στρατό και μας παραθέτει και ως παραδείγματα αντίστοιχες ενέργειες των Αθηναίων στη Νίσαια, στο Δήλιο και στην Πύλο, των Σπαρτιατών στις Πλαταιές με διπλό τείχος μέσα σε τρεις μήνες, αλλά και την περιτείχιση της Ιερουσαλήμ από τον Ρωμαίο στρατηγό Τίτο (ίσο περίπου μήκος περιτειχίσματος και ισάριθμο στράτευμα) μέσα σε λίγες μόνο μέρες(!) ως προς τεκμηρίωση.
Στον αντίποδα οι Συρακούσιοι, πολύ σωστά ξεκίνησαν να κτίζουν αντιτειχίσματα, τείχη ακριβώς κάθετα στο τείχος που προσπαθούσαν να κτίσουν οι Αθηναίοι ώστε να τους σταματήσουν. Ήταν ένας αγώνας δρόμου μεταξύ των μηχανικών αλλά και των απλών ανθρώπων και στρατιωτών. Ένας αγώνας που θα καθόριζε την έκβαση του πολέμου.
Οι εργασίες στο στρατόπεδο των Αθηναίων αργούσαν υπερβολικά και η πολιορκία φάνταζε να έφτανε σε τέλμα ώσπου ο Λάμαχος αποφάσισε και κατάφερε να πάρει πρωτοβουλία κινήσεων.
Ξεκίνησε μια σειρά επιθετικών κινήσεων κατά των αντιτειχισμάτων που είχαν σοβαρό αντίκτυπο τόσο στις εργασίες, όσο και στο ηθικό των Συρακούσιων.
Όμως η τύχη δεν ήταν με το μέρος των Αθηναίων καθώς ο γενναίος και πραγματιστής στρατηγός σκοτώθηκε σε μία από αυτές τις επιδρομές, τερματίζοντας έτσι την περίοδο που οι πολιορκητές είχαν τη πρωτοβουλία των κινήσεων.
Το εκστρατευτικό σώμα λοιπόν, έμεινε να διοικείται από τον μοναδικό εκ των τριών στρατηγών ήταν κατά της εκστρατείας, τον άβουλο Νικία.
Οι Αθηναίοι έλαβαν σημαντικές ενισχύσεις με τον στρατηγό Δημοσθένη επικεφαλής εβδομήντα τριηρών και πλέον των πέντε χιλιάδων αντρών να καταφθάνει για να βοηθήσει τον Νικία και τους ταλαιπωρημένους άντρες αλλά πλέον ήταν πολύ αργά.
Ο Δημοσθένης είδε πολύ σοφά πως η κατάσταση είναι κρίσιμη και θα χειροτερεύει μέρα με τη μέρα.
Αποφάσισε λοιπόν κατά μέτωπο σύγκρουση το συντομότερο. Η βραδινή επίθεση όμως που επιχείρησε ο Δημοσθένης κατέληξε σε τραγωδία με πάνω από δύο χιλιάδες νεκρούς για τους πολιορκητές.
Το περιτείχισμα δεν είχε τελειώσει ούτε από τη βόρεια, ούτε από τη νότια πλευρά της πόλης και έτσι μπόρεσε να μπει εντός και να βοηθήσει στην άμυνα ο Σπαρτιάτης στρατηγός Γύλιππος με σημαντικές δυνάμεις, ύστερα από τις συνεχείς παροτρύνσεις του Αλκιβιάδη για την αποστολή βοήθειας προς τις Συρακούσες.
Οι Αθηναίοι, πέραν της «ατυχίας» του θανάτου του Λάμαχου, είχαν επίσης την ατυχία να στερηθούν των υπηρεσιών του Ευρυμέδοντα.
Ενός ικανότατου στρατηγού, ήρωα για την Αθήνα κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, που σκοτώθηκε σε ναυμαχία έξω από τη Σικελία στη προσπάθεια του να ενισχύσει με δέκα τριήρεις και τη στρατηγική του δεινότητα τους δοκιμαζόμενους συμπολίτες του που πολεμούσαν τόσο μακριά από την πατρίδα.
Πέραν της στρατιωτικής ενδυνάμωσης, οι ενισχύσεις από την Πελοπόννησο, ανύψωσαν και το ηθικό των Συρακούσιων που ήταν πλέον βέβαιοι για την νίκη τους και την γρήγορη λύση της πολιορκίας.
Μια τελευταία απόπειρα του Δημοσθένη απέτυχε οικτρά και έτσι οι Αθηναίοι αποσύρθηκαν από τις Επιπολές και στρατοπέδευσαν στο ακρωτήριο Πλημμύριον δίπλα στον στόλο.
Η πολιορκία λύθηκε, οι Αθηναίοι πλέον πολεμούσαν για τη ζωή τους. Η μάχη είχε κριθεί.
Τα επακόλουθα:
Στην επικείμενη ναυμαχία εντός του Μεγάλου Λιμανιού των Συρακουσών, ο Αθηναϊκός στόλος υπέστη συντριπτική ήττα κυρίως λόγω της μη στεγανότητας των τριηρών του (βρισκόταν στο νερό πολλούς συνεχόμενους μήνες λόγω της αδυναμίας των Αθηναίων να τις προστατέψουν στη στεριά) αλλά και των παγίδων που είχαν στήσει οι Σικελιώτες ναυτικοί.
Οι Ελλαδίτες οπλίτες παρακολούθησαν με τρόμο αυτή την εξέλιξη καθώς αυτά τα πλοία ήταν η μοναδική τους σωτηρία.
Η υποχώρηση τους έγινε άτακτα και ολοκληρώθηκε με τη μάχη/σφαγή του Ασσίναρου ποταμού. Ο Αθηναϊκός στρατός έπαψε να υφίσταται, πολλοί σκοτώθηκαν και οι υπόλοιποι αιχμαλωτίστηκαν για να δουλέψουν στα λατομεία των Συρακουσών.
Ο Νικίας και ο Δημοσθένης πιάστηκαν αιχμάλωτοι και εκτελέστηκαν.
Αντίθετα ο Ερμοκράτης έγινε ο ήρωας σωτήρας των Συρακουσών όπου ακόμη και σήμερα υπάρχει κεντρική οδός στην πόλη που φέρει το όνομα του.
Η συντριπτική αυτή ήττα μπορεί να συγκριθεί μόνο με την καταστροφή του Ρωμαίου στρατηγού Κράσσου στις Κάρρες έναντι των Πάρθων και του Ναπολέοντα στη Ρωσική εκστρατεία.
Ένα ιδιοφυές σχέδιο κατέληξε σε καταστροφή λόγω της πολυφωνίας και της έλλειψης κεντρικής διοίκησης.
Παρόλα αυτά, η Αθήνα έφτασε λίγα χρόνια αργότερα, με τη νίκη της στη ναυμαχία των Αργινουσών, πολύ κοντά στην επικράτηση επί των Σπαρτιατών.
Η πολυφωνία/πολυγνωμία όμως την οδήγησε στην εκτέλεση των ναυάρχων των Αργινουσών και στην ολοκληρωτική ήττα, λόγω έλλειψης ικανής ναυτικής διοίκησης, την επόμενη χρονιά σε ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς η οποία οδήγησε στη συνθηκολόγηση των Αθηνών.