Τα αρχαία Σάταλα,ήταν μια σημαντική πόλη της Μεσοποταμίας. Το 530 μ.Χ. ήταν ένα από τα συνοριακά οχυρά μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της Περσικής.
Οι δύο ισχυρές αυτοκρατορίες βρίσκονταν σε συνεχή, σχεδόν, διαμάχη καθώς οι Πέρσες επεδίωκαν να επεκταθούν προς τη Μικρά Ασία και την Αρμενία.
Την άνοιξη του 530 μ.Χ. οι Πέρσες εισέβαλαν στη βυζαντινή επικράτεια, αλλά υπέστησαν συντριπτική ήττα από τον Βελισάριο στο Δάρας. Παρόλα αυτά ο σάχης Καβάδης διέταξε τον στρατηγό του Μιρ Μιρόη (Μερμερόης στις βυζαντινές πηγές) να συγκεντρώσει μια νέα στρατιά και να εισβάλει στα βυζαντινά εδάφη.
Αυτός, πράγματι, συγκέντρωσε τις δυνάμεις του απέναντι από τη Θεοδοσιούπολη (το σημερινό Ερζερούμ) και από εκεί κινήθηκε βορειοδυτικά.
Ο Βυζαντινός στρατηγός Σίτας, σύζυγος της αδελφής της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, όταν πληροφορήθηκε τις περσικές κινήσεις, έστειλε κατασκόπους να παρακολουθούν τους εχθρούς. Ο ένας εκ των κατασκόπων συνελήφθη και εκτελέστηκε.
Ο δεύτερος όμως κατάφερε να επιστρέψει, μεταφέροντας σημαντικές πληροφορίες. Έτσι ο Σίτας κινήθηκε με 15.000 στρατιώτες προς αντιμετώπιση των Περσών, αν και γνώριζε πως ο Μερμερόης διάθετε τουλάχιστον διπλάσιους στρατιώτες.
Oι Περσές κινήθηκαν προς τα Σάταλα και στρατοπέδευσαν σε μικρή απόσταση από τα τείχη της πόλης. Ο Σίτας όμως είχε ήδη φτάσει στην πόλη. Διέταξε τότε τον υποστράτηγο Δωρόθεο να παραμένει εντός των τειχών, με 14.000 άνδρες, έτοιμος, με το πρώτο σήμα του, να επέμβει.
Ο ίδιος με 1.000 επίλεκτους Βουκελάριους ιππείς τάχθηκε σε έναν λοφίσκο κοντά στην πόλη, παρακολουθώντας τους Πέρσες. Την επομένη οι Πέρσες έφτασαν στα τείχη και αναπτύχθηκαν περιμετρικά με σκοπό να πολιορκήσουν την πόλη.
Όταν οι Πέρσες είχαν περικυκλώσει την πόλη ο Σίτας με τους άνδρες του άρχισε να καλπάζει προς τους εχθρούς, σηκώνοντας όσο περισσότερη σκόνη μπορούσαν, ώστε να τους παραπλανήσουν σχετικά με τον αριθμό τους.
Οι Πέρσες νομίζοντας πως έρχεται εναντίον τους μεγάλη δύναμη, συγκέντρωσαν και πάλι τις δυνάμεις τους και κινήθηκαν να την αντιμετωπίσουν.
Τότε όμως εξόρμησε εναντίον τους, από τα νώτα, ο Δωρόθεος, βάσει προσυμφωνημένου σήματος.
Οι Πέρσες αρχικά πανικοβλήθηκαν, αλλά σύντομα συνειδητοποίησαν πως υπερείχαν συντριπτικά σε αριθμό και ανακτώντας το θάρρος τους, αντεπιτέθηκαν και πίεσαν τους Βυζαντινούς.
Την κατάσταση έσωσε ένας γενναίος αξιωματικός, ο Φλωρέντιος, ο οποίος επικεφαλής του τάγματός του, όρμησε καταπάνω στον Πέρση στρατηγό.
Ο Μερμερόης απέφυγε την επίθεση, αλλά πάνω στην συμπλοκή ο Φλωρέντιος άρπαξε το λάβαρο του Πέρση στρατηγού.
Αν και σκοτώθηκε, λίγες στιγμές αργότερα, οι Πέρσες, βλέποντας το λάβαρο του στρατηγού τους να πέφτει στο χώμα, υπέθεσαν ότι αυτός σκοτώθηκε και τράπηκαν σε άτακτη φυγή, με τους Βυζαντινούς να τους καταδιώκουν και να τους κατασφάζουν.
Η νέα ήττα υποχρέωσε τους Πέρσες να ζητήσουν διαπραγματεύσεις.