Ο Σταμάτης Κόκοτας μάς έχει χαρίσει μία από τις ομορφότερες ιστορίες της ελληνικής αυτοκινητικής σκηνής.
Όπως όλες οι ιστορίες αγάπης έχουν δικαίωμα σε ένα λυτρωτικό happy end έτσι και τούτη, με πρωταγωνιστή τον Σταμάτη Κόκοτα και μία από τις σπανιότερες εκδόσεις της ούτως ή άλλως εκθαμβωτικής Lamborghini Miura είχε το τέλος που της αξίζει.
Πριν φτάσουμε, όμως, στον τρόπο με τον οποίο γράφτηκε ο επίλογος για ένα αυτοκίνητο το οποίο κοσμούσε τους δρόμους της Αθήνας τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, ας δούμε πώς ξεκίνησε το μαγικό ταξίδι του πρώτου supercar στην ιστορία της παγκόσμιας αυτοκινητοβιομηχανίας το οποίο υιοθέτησε τη διάταξη με τον κινητήρα τοποθετημένο στην πλάτη του οδηγού και τη μετάδοση στους πίσω τροχούς.
Στην προκειμένη περίπτωση, βέβαια, δεν μιλάμε για μια… οποιαδήποτε Lamborghini Miura αλλά εκείνη που έφερε τα διακριτικά P400 S, ανήκοντας στην εκλεκτή οικογένεια των μόλις 338 αντιτύπων τα οποία απολάμβαναν τις υπηρεσίες του αναβαθμισμένου V12 κινητήρα των 3,9 λίτρων.
Με 370 ατμοσφαιρικούς ίππους, 388 Nm ροπής και την κορμοστασιά ενός γνήσιου θηρευτή, η Lamborghini Miura, αποτελούσε για έναν λάτρη των τεσσάρων τροχών, ίσως το καλύτερο δώρο που θα μπορούσε να δεχθεί.
Ένα δώρο που ο Σταμάτης Κόκοτας δέχθηκε από τον πιο φανατικό, κατά τα φαινόμενα, και εύπορο θαυμαστή του, ο οποίος δεν ήταν άλλος από τον θρυλικό Αριστοτέλη Ωνάση. Για τον πλουσιότερο Έλληνα εκείνης της εποχής, η αγορά μιας Lamborghini Miura ίσως να μην άλλαζε τα πρώτα ψηφία του τραπεζικού λογαριασμού του, δεν θα μπορούσε να ισχύσει το ίδιο ωστόσο για έναν κοινό θνητό, ακόμα κι αν αυτός μεσουρανούσε στη ελληνική σκηνή του πενταγράμμου.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι πέρα από θαυμαστής, ο Αριστοτέλης Ωνάσης διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Σταμάτη Κόκοτα, γεγονός που μπορεί εν μέρει μπορεί να δικαιολογήσει τη γενναιοδωρία του Έλληνα μεγιστάνα.
Η συνέχεια, βέβαια, της ιστορίας δεν είναι το ίδιο αισιόδοξη, καθώς η «ελληνική» Lamborghini Miura δεν είχε την πορεία που θα περίμενε κανείς να έχει ένα ονειρικό αυτοκίνητο από τη χρυσή εποχή της ιταλικής αυτοκινητοβιομηχανίας.
Μετά τον θάνατο του Αριστοτέλη Ωνάση, στον οποίο η καφέ Lamborghini τυπικά ανήκε, το ιταλικό supercar έμεινε σταθμευμένο στο υπόγειο γκαράζ του Hilton για περισσότερα από 40 χρόνια, χωρίς να μπορεί πλέον να κρύψει το πέρασμα του χρόνου πάνω από τις μεταλλικές επιφάνειες του αμαξώματός του.
Η Lamborghini Miura P400 S έμοιαζε να έχει χαθεί στη λήθη του χρόνου, διατηρώντας ελάχιστες πιθανότητες να επιστρέψει στη ζωή και να ανακτήσει τη χαμένη λάμψη της. Μια αποτυχημένη προσπάθεια δημοπράτησης στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, ψαλίδισε ακόμα περισσότερο τα μεταλλικά φτερά του ιταλικού supercar.
Τον Δεκέμβριο 2012 η Lamborghini Miura του 1969, ο καλά κρυμμένος θησαυρός στα υπόγεια του Xίλτον άλλαξε χέρια έναντι του ποσού των 320.000 ευρώ, ποσό το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί χαμηλό δεδομένης της σπανιότητας του αυτοκινήτου και του λαμπρού, τουλάχιστον για το ελληνικό αυτοκινητικό στερέωμα, ιστορικού του.