Ο Κριτίας είναι φιλοσοφικός διάλογος του Πλάτωνα και γράφτηκε ανάμεσα στο 360 π.κ.χ. - 353 π.κ.χ.Στην αρχή της αφήγησής του ο Κριτίας εκθέτει τα σχετικά με την αρχαία πόλη των Αθηνών, εννέα χιλιάδες χρόνια πριν από τον διαδραματιζόμενο διάλογο, απώτερη πηγή των οποίων είναι οι πληροφορίες που έδωσαν στον Σόλωνα οι ιερείς της Αιγύπτου.
Η αρχαία Αττική, χώρα προστατευόμενη από την Αθηνά και τον Ήφαιστο, περιγράφεται ως εύφορη και με φυσικές καλλονές περιοχή, στην οποία οι γηγενείς κάτοικοι δημιούργησαν πολιτικό σύστημα με βασικούς θεσμούς αυτούς που περιγράφονται στο πρώτο μέρος του Τίμαιου και απηχούν τις σχετικές ρυθμίσεις της Πολιτείας.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην περιγραφή της γεωλογικής μορφολογίας και σύστασης του εδάφους της Αττικής, πριν αυτό αλλοιωθεί από σειρά φυσικών καταστροφών που ακολούθησαν
Πλάτων - Κριτίας
Πρώτα απ' όλα, πρέπει να θυμηθούμε ότι πέρασαν συνολικά εννέα χιλιάδες χρόνια από τότε που έγινε ο πόλεμος ανάμεσα σ' εκείνους που ζούσαν έξω από τις στήλες του Ηρακλή και σ' όλους εκείνους που κατοικούσαν στο μέσα μέρος. Οφείλω λοιπόν να σας μιλήσω για τον πόλεμο με όλες τις λεπτομέρειες.
Στην αρχηγία όσων κατοικούσαν μέσα λέγεται πως είχε αυτή η πόλη μέχρι το τέλος του πολέμου, ενώ των άλλων αρχηγοί ήταν οι βασιλιάδες της νήσου Ατλαντίδας, που, όπως είπαμε, ήταν κάποτε μεγαλύτερη από τη Λιβύη και την Ασία μαζί. Τώρα που βυθίστηκε από σεισμούς, έχει καλυφθεί από λάσπη, η οποία εμποδίζει όσους θέλουν να ταξιδέψουν στον ωκεανό που βρίσκεται πιο πέρα.
Στα πολυάριθμα βαρβαρικά έθνη και όλα τα Ελληνικά γένη που υπήρχαν εκείνη την εποχή, θα τα φανερώσει ο λόγος σαν να σηκώνει ότι συναντά σε κάθε σημείο πρέπει όμως στην αρχή να πω πρώτα για τους Αθηναίους εκείνης της εποχής και τους εχθρούς, που πολέμησαν μεταξύ τους, για τη στρατιωτική δύναμη και τα πολιτεύματα τους. Από αυτά λοιπόν πρέπει να προτιμήσω ν' αναφέρω πρώτα τα εξής.
Κάποτε οι θεοί έβαλαν σε κλήρο τις διάφορες περιοχές όλης της γης και τις μοιράστηκαν μεταξύ τους, χωρίς τσακωμούς. Δεν θα ήταν ασφαλώς σωστό να μην ξέρουν τι ανήκει στον καθένα τους ούτε να θέλουν να πάρουν με έριδες κάτι, αν και ξέρουν ότι ανήκει σε κάποιον άλλο.
Αφού λοιπόν έγινε η διανομή με κλήρο, πήρε καθένας το μερίδιο του και κατοίκησαν στην περιοχή που κέρδισαν. Κι όταν εγκαταστάθηκαν, μας έτρεφαν σαν κοπάδια, δικά τους αποκτήματα και ζωντανά, χωρίς να χρησιμοποιούν όμως σωματική βία, σαν τους βοσκούς που οδηγούν τα κοπάδια στη βοσκή χτυπώντας τα.
Επειδή ο άνθρωπος είναι ευκολοκυβέρνητο πλάσμα, κατευθύνουν, όπως το πλοίο από την πρύμνη με το πηδάλιο, αγγίζοντας την ψυχή με την πειθώ ανάλογα με τις διαθέσεις τους, και δίνοντας κατεύθυνση μ' αυτό τον τρόπο κυβερνούσαν όλους τους θνητούς.
Άλλοι λοιπόν από τους θεούς, αφού πήραν με κλήρο διάφορους τόπους, τους τακτοποίησαν. Tον Ήφαιστο και την Αθηνά όμως, επειδή είχαν κοινή φύση, σαν αδέλφια από τον ίδιο πατέρα, και είχαν την ίδια κατεύθυνση στη σοφία και τις καλές τέχνες, έτυχε να πέσει στον κλήρο αυτή εδώ η περιοχή, η οποία από τη φύση της τους ταίριαζε και ήταν κατάλληλη για την αρετή και τη φρόνηση τους.
Έφτιαξαν λοιπόν εκεί καλούς κατοίκους και τους βοήθησαν ν' αντιληφθούν ποιος ήταν ο σωστότερος τρόπος για τη διακυβέρνηση της πολιτείας τους. Τα ονόματα των ντόπιων εκείνης της εποχής έχουν διατηρηθεί μέχρι σήμερα, έχουν όμως χαθεί τα έργα τους από τις πολλές καταστροφές που έκαναν οι διάδοχοι τους και από τη φθορά του χρόνου.
Όπως ήδη έχει αναφερθεί, όσοι επιζούσαν μετά από κάθε καταστροφή ήταν αγράμματοι βουνίσιοι, που είχαν ακούσει μόνο τα ονόματα των παλιών ηγετών αλλά γνώριζαν ελάχιστα πράγματα για τα έργα τους.
Έτσι, προτιμούσαν να δίνουν αυτά τα ονόματα στα παιδιά τους, αγνοούσαν όμως τις αρετές και τους νόμους των προγενέστερων, εκτός από κάποιες ασαφείς πληροφορίες που είχε τύχει ν' ακούσουν για τον καθένα.
Και επειδή ακόμα οι ίδιοι και τα παιδιά τους επί πολλές γενιές δεν είχαν τα αναγκαία μέσα για τη συντήρηση τους, σκέφτονταν συνεχώς για τα πράγματα που τους έλειπαν, χωρίς να δίνουν καμιά σημασία σε όσα είχαν συμβεί προηγουμένως τα περασμένα χρόνια.
Οι ιστορικές γνώσεις και η έρευνα του παρελθόντος ήρθαν και τα δυο στις πόλεις αργότερα, όταν οι άνθρωποι είχαν εξασφαλίσει τα απαραίτητα για τη ζωή τους, και όχι πριν". Με αυτό τον τρόπο διατηρήθηκαν τα ονόματα των αρχαίων αλλά όχι και τα έργα τους.
Αναφέρω αυτά συμπεραίνοντας από το ότι ο Σόλωνας είπε πως οι Αιγύπτιοι ιερείς, περιγράφοντας τον πόλεμο εκείνης της εποχής, με αυτά ως επί το πλείστον ονόμαζαν εκείνους, όπως του Κέκροπα, του' Ερεχθέα, του Εριχθόνιου, του Ερυσίχθονα, καθώς και πολλά άλλα που αναφέρονταν σε ήρωες παλαιότερους από τον Θησέα.
Με τον ίδιο τρόπο διατηρήθηκαν και τα ονόματα των γυναικών. Ακόμα, η εικόνα και το άγαλμα της θεάς δείχνουν ότι εκείνη την εποχή οι πολεμικές ασχολίες ήταν κοινές και για τις γυναίκες και για τους άνδρες.
Έτσι, σύμφωνα μ' εκείνο το έθιμο, η θεά οπλισμένη ήταν αφιέρωμα για τους τότε κατοίκους, απόδειξη ότι όλα τα ζώα, αρσενικά και θηλυκά, που ζουν μαζί, είναι ικανά από τη φύση τους να εξασκούν τις ικανότητες που έχει το γένος του καθενός.
Μ' εκείνο τον τόπο κατοικούσαν τότε και οι άλλες τάξεις των πολιτών που ασχολούνταν με τις τέχνες και τη γεωργία, υπήρχε επίσης και η τάξη των πολεμιστών από άνδρες που είχαν θεϊκή καταγωγή.
Η τάξη αυτή χωρίστηκε από την αρχή και κατοικούσε σε ιδιαίτερη περιοχή, έχοντας ότι χρειαζόταν για την τροφή και την εκπαίδευση της, χωρίς κανένας τους να έχει τίποτα δικό του αλλά όλα τα πράγματα θεωρούνταν κοινά για όλους.
Δεν δέχονταν από τους άλλους πολίτες τίποτα πέρα από αρκετή τροφή κι έκαναν όλες τις δουλειές που αναφέραμε χθες, όταν μιλήσαμε για τους διορισμένους φύλακες.
Ακόμα, λεγόταν για τη χώρα μας το εξής πιθανό και πιστευτό, ότι δηλαδή τα σύνορα της τότε έφθαναν μέχρι τον Ισθμό, και από το άλλο μέρος της ξηράς μέχρι τον Κιθαιρώνα και την Πάρνηθα, κι ότι κατέβαιναν τα σύνορα μέχρι τον Ασωπό ποταμό έχοντας στα δεξιά την Ωρωπία και στ' αριστερά τη θάλασσα.
Αυτός ο τόπος ξεπερνούσε κάθε άλλον στη γονιμότητα,γι' αυτό και μπορούσε τότε να τρέφει πολύ στρατό που προερχόταν από γειτονικά μέρη. Μεγάλη μάλιστα απόδειξη της γονιμότητας του είναι το γεγονός ότι το μέρος που απέμεινε σήμερα από εκείνη την περιοχή ξεπερνάει οποιονδήποτε άλλο τόπο στην παραγωγή και την αφθονία καρπών, ενώ επίσης είναι πλούσιο σε βοσκοτόπια για όλα τα είδη ζώων.
Εκείνη την εποχή, εκτός από τις φυσικές καλλονές, αυτά όλα τα είχε σε αφθονία. Πώς όμως μπορούν ν' αποδειχτούν όλ' αυτά και για ποιο λόγο πρέπει ο τόπος μας να χαρακτηριστεί αληθινά απομεινάρι εκείνης της πλούσιας γης; Η περιοχή μας ξεχωρίζει από την υπόλοιπη στεριά και χώνεται σαν ακρωτήριο μέσα στο πέλαγος, τυχαίνει μάλιστα όλη η θάλασσα γύρω της να έχει μεγάλο βάθος.
Επειδή όμως έγιναν πολλοί μεγάλοι κατακλυσμοί στη διάρκεια των εννέα χιλιάδων ετών —τόσα πέρασαν από τότε μέχρι σήμερα— το χώμα σ' αυτά τα χρόνια και εξαιτίας αυτών των γεγονότων απομακρυνόταν από τα υψώματα και δεν συγκεντρωνόταν πάνω στο έδαφος, όπως συμβαίνει σε άλλους τόπους, αλλά πάντοτε γλιστρούσε σε μεγάλες ποσότητες και εξαφανιζόταν στα βάθη της θάλασσας.
Έτσι, όπως συμβαίνει στα μικρά νησιά, αυτό που έχει απομείνει, συγκρινόμενο με εκείνο που υπήρχε στο παρελθόν, μοιάζει με σκελετό άρρωστου κορμιού, αφού το χώμα, όσο ήταν εύφορο και μαλακό, παρασύρθηκε μακριά κι απέμεινε μόνο ο ρηχός φλοιός της γης.
Εκείνη όμως την παλαιά εποχή ο τόπος μας,επειδή διατηρούσε την ακεραιότητα του, αντί για βουνά και τους σημερινούς ξερότοπους είχε ψηλούς χωμάτινους λόφους, και αυτές οι πεδιάδες που σήμερα ονομάζονται φελλέες ήταν γεμάτες εύφορο χώμα και τα βουνά είχαν πολλά δάση, από τα οποία ακόμα και σήμερα φαίνονται σημάδια.
Υπάρχουν δηλαδή μερικά βουνά που παράγουν μόνο τροφή για μέλισσες, ενώ παλαιότερα είχαν τεράστια δέντρα από τα οποία έχουν γίνει οι στέγες πολλών κτιρίων που εξακολουθούν να είναι άθικτες μέχρι τις μέρες μας.
Ακόμα, υπήρχαν πολλά άλλα καρποφόρα δέντρα και άφθονα βοσκοτόπια για τα κοπάδια. Πλουτιζόταν επίσης κάθε χρόνο με το νερό που έπεφτε από τον Δία, το οποίο δεν χανόταν όπως σήμερα που κυλάει πάνω στην αποψιλωμένη γη και καταλήγει στη θάλασσα, αλλά έχοντας πολλά χώματα το συγκρατούσε η ίδια, αποθηκεύοντας το κάτω από τη λάσπη που σκέπαζε τη γη, επειδή το άφηνε να τρέχει από τα υψώματα στις λεκάνες που βρίσκονταν πιο χαμηλά έτσι όλα τα μέρη είχαν τρεχούμενα νερά από πηγές και ποτάμια.
Οι βωμοί που έχουν απομείνει μέχρι σήμερα στα μέρη όπου υπήρχαν πηγές είναι σημάδια που επιβεβαιώνουν ότι είναι αληθινά όσα λέγονται τώρα γι' αυτή.
Έτσι λοιπόν φτιάχτηκαν από τη φύση τα υπόλοιπα μέρη, τα οποία, όπως είναι φυσικό, καλλιεργούνταν από πραγματικούς γεωργούς, που ασχολούνταν μόνιμα με τη γη, που αγαπούσαν το ωραίο και ήταν έξυπνοι. Είχαν πλούσιο έδαφος, άφθονα νερά και ακόμα εποχές με εύκρατο το κλίμα. Όσο για την πόλη, είχε οργανωθεί τότε με τον εξής τρόπο:
Κατ' αρχάς, η Ακρόπολη τότε δεν ήταν σαν τη σημερινή. Κάποια νύχτα έτυχε να πέσει ασυνήθιστα δυνατή βροχή που παρέσυρε όλο το χώμα γύρω της και την άφησε γυμνή, ενώ στη συνέχεια ακολούθησαν σεισμοί και τρεις καταστρεπτικές πλημμύρες πριν από τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα.
Πιο πριν όμως, σε άλλες εποχές, η έκταση της έφθανε μέχρι τον Ηριδανό και τον Ιλισό, περιλάμβανε την Πνύκα και είχε για σύνορο τον Λυκαβηττό απέναντι από την Πνύκα. Ολόκληρη είχε πλούσιο χώμα και, εκτός από ελάχιστα σημεία, ήταν επίπεδη στο πάνω μέρος της.
Στα εξωτερικά της σημεία, κάτω από τις πλαγιές, κατοικούσαν τεχνίτες και αγρότες που καλλιεργούσαν τις γύρω περιοχές. Στο πάνω μέρος, γύρω από το ιερό της Αθηνάς και του Ηφαίστου, κατοικούσε η τάξη των πολεμιστών, περίκλειστη από φράχτη, όπως ο κήπος σπιτιού.
Στο βόρειο μέρος βρίσκονταν οι κοινές κατοικίες των πολεμιστών και οι χειμερινές εγκαταστάσεις για τα συσσίτια τους και όσα κτίρια ήταν αναγκαία για τις κοινές ανάγκες της πολιτείας, να κατοικούν οι ίδιοι και οι ιερείς, χωρίς να έχουν χρυσάφι ή ασήμι απ' αυτά τίποτα και καθόλου δεν χρησιμοποιούσαν, αλλά, επιδιώκοντας το ενδιάμεσο της σπατάλης και της φιλαργυρίας, έχτιζαν όμορφα σπίτια, όπου έμεναν οι ίδιοι και τα παιδιά τους μέχρι να γεράσουν και στη συνέχεια τα έδιναν στις επόμενες γενιές χωρίς ν' αλλάζουν τίποτα.
Όσο για τα νότια σημεία της Ακρόπολης, αυτά χρησιμοποιούνταν ως κήποι, γυμναστήρια και χώροι συσσιτίων. Στο καλοκαίρι, πάντως, τα εγκατέλειπαν. Στο μέρος όπου βρίσκεται σήμερα η Ακρόπολη υπήρχε μια πηγή που καταστράφηκε από τους σεισμούς, και το μόνο που απομένει απ' αυτή είναι μερικά ρυάκια ολόγυρα.
Τότε όλοι έπαιρναν τρεχούμενο νερό απ' αυτή τη βρύση, που ήταν αρκετά ζεστό τον χειμώνα και δροσερό το καλοκαίρι. Μ' αυτό τον τρόπο λοιπόν ζούσαν οι πολεμιστές που ήταν φύλακες των συμπολιτών τους και ηγέτες των άλλων Ελλήνων, με τη θέληση των τελευταίων. Φρόντιζαν να κρατούν πάντοτε σταθερό αριθμό ανδρών και γυναικών ικανών να φέρουν όπλα, δηλαδή περίπου ήταν εκείνη την εποχή είκοσι χιλιάδες.
Αυτοί λοιπόν τέτοιοι ήταν οι Αθηναίοι και κυβερνούσαν δίκαια τη γη τους και ολόκληρη την Ελλάδα πάντοτε με τον τρόπο αυτό. Ήταν πασίγνωστοι στην Ευρώπη και την Ασία, όπου τους θαύμαζαν για τα όμορφα κορμιά και τα κάθε είδους ψυχικά τους χαρίσματα.