Οι Ασσύριοι, στην προσπάθεια τους να διαχειριστούν ένα πολύ μικρότερο κράτος, χρησιμοποίησαν αυστηρές μεθόδους κεντρικού πολιτικού ελέγχου και εσκεμμένης τρομοκρατίας, με τη μορφή της σφαγής των αιχμαλώτων και των μαζικών μετακινήσεων πληθυσμών από το ένα μέρος της αυτοκρατορίας στο άλλο. Αλλά, παρά τη διαφορά της κλίμακας στην έκταση και τον πληθυσμό του κράτους, αυτές οι μέθοδοι χειραγώγησης δεν λειτούργησαν. Υπάρχουν αποδείξεις ότι και οι Αχαιμενίδες εφήρμοσαν -σε μικρό βαθμό-τις υποχρεωτικές μετακινήσεις πληθυσμών, ως μέθοδο επιβολής της τάξης!..
Όπως αναφέραμε στο πρώτο κεφάλαιο, η δύναμη και κυριαρχία των Περσών εξισορροπήθηκαν εξαρχής με την επιείκεια και την ανεκτικότητα τους. Tα περσικά συστήματα κοινωνικής οργάνωσης, τα έθιμα και οι θρησκευτικές αντιλήψεις δεν επιβάλλονταν στους κατακτημένους λαούς. Οι τοπικές μορφές διοίκησης και οικονομικής οργάνωσης, η πολιτική δομή και η νομοθεσία διατηρούνταν χωρίς αλλαγή, εφόσον η λειτουργία τους δεν προσέκρουε στις αυτοκρατορικές ανάγκες.
Αυτή η πολιτική καθιερώθηκε κατά τη βασιλεία του Κύρου.
Tα καλύτερα παραδείγματα της εντοπίζονται στον τρόπο με τον οποίο ο βασιλιάς χειρίστηκε πολιτικά τους Μήδους και τους Ίωνες και στη στάση του απέναντι στη θρησκεία των Βαβυλώνιων και των Εβραίων, στους οποίους επέτρεψε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και να ξαναχτίσουν το ναό τους. Δεν έχουμε αποδείξεις ότι η πολιτική αυτή άλλαξε από τον Δαρείο. Παρόλο που εισήγαγε νέα μέτρα για την οργάνωση και τις νομοθετικές δομές της αυτοκρατορίας, συνέχισε να διοικεί τη Βαβυλώνα ως νομίμως επιλεγμένος από το θεό Μαρδούκ, και την Αίγυπτο ως απόγονος των Φαραώ.
Αυτό το είδος διακυβέρνησης -που νομιμοποιούσε την κυριαρχία του ηγεμόνα εν ονόματι των τοπικών θεοτήτων και πολιτικών παραδόσεων-άλλαξε από τον Ξέρξη στην Αίγυπτο και τη Βαβυλωνία, λόγω των επαναστάσεων που ξέσπασαν στις χώρες αυτές. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις ότι η καθιερωμένη αυτοκρατορική φιλοσοφία της κυβέρνησης παραμερίστηκε από τον Ξέρξη, ούτε κανένα αρχαιολογικό τεκμήριο αποδεικνύει ότι η χαλαρότητα και η ανοχή έπαψε να είναι το χαρακτηριστικό των Αχαιμενιδών μέχρι το τέλος της δυναστείας τους.
Η πολιτική ανοχής ασκήθηκε για δύο λόγους. Πρώτον, ήταν ρεαλιστική. Η πολιτική κατάσταση αντιμετωπιζόταν με πρακτικό τρόπο, ανάλογα με τις περιστάσεις. Δεδομένου του τεράστιου μεγέθους της αυτοκρατορίας και του μεγάλου αριθμού εθνοτήτων της, ίσως καμιά άλλη πολιτική δεν θα είχε ισοδύναμο αποτέλεσμα. Οι Ασσύριοι, στην προσπάθεια τους να διαχειριστούν ένα πολύ μικρότερο κράτος, χρησιμοποίησαν αυστηρές μεθόδους κεντρικού πολιτικού ελέγχου και εσκεμμένης τρομοκρατίας, με τη μορφή της σφαγής των αιχμαλώτων και των μαζικών μετακινήσεων πληθυσμών από το ένα μέρος της αυτοκρατορίας στο άλλο. Αλλά, παρά τη διαφορά της κλίμακας στην έκταση και τον πληθυσμό του κράτους, αυτές οι μέθοδοι χειραγώγησης δεν λειτούργησαν. Υπάρχουν αποδείξεις ότι και οι Αχαιμενίδες εφήρμοσαν -σε μικρό βαθμό-τις υποχρεωτικές μετακινήσεις πληθυσμών, ως μέθοδο επιβολής της τάξης. Αλλά ο κανόνας στην πολιτική τους ήταν η άσκηση της εξουσίας με ανεκτικότητα39. Εν συντομία, μία μεγάλη αυτοκρατορία δεν είχε άλλη επιλογή από το να χρησιμοποιήσει την ανοχή με έξυπνο τρόπο, για να παγιώσει την εξουσία της.
Από την άλλη πλευρά, η ανοχή στην αυτοκρατορική διακυβέρνηση πιθανόν να συμβιβαζόταν με τις ιδεολογικές τάσεις των Αχαιμενιδών, επειδή ταίριαζε με τις παραδόσεις τους και την πολιτική τους οργάνωση. Μερικές από τις αυθεντικές ιδέες των Περσών περί της αυτοκρατορίας -που αποτέλεσαν τη συνεισφορά τους στην πολιτική επιστήμη- είχαν βαθιές ρίζες στις δικές τους αντιλήψεις περί της ιδεώδους κοινωνικής δομής.
Οι Πέρσες -όπως και άλλοι Ιρανοί- είχαν μία κάθετη αντίληψη της κοινωνίας. Στη βάση της ήταν η οικογένεια. Προχωρώντας προς τα πάνω, η πυραμίδα περιλάμβανε την πατριά, τη φυλή, τη χώρα, και εν συνεχεία το λαό. Έτσι, παραδίδοντας μας τη βιογραφία του στην επιγραφή των Βαγιστάνων, ο Δαρείος περιγράφει την ταυτότητα του με την παρακάτω σειρά: γιος του Υστάσπη (οικογένεια), Αχαιμενίδης (πατριά), (φυλή – Πασαργάδες – λείπει), Πέρσης (χώρα) και, τέλος, Ιρανός (λαός). Ο ιδανικός οριζόντιος διαχωρισμός της ιρανικής κοινωνίας, όμως, ήταν τετραμερής. Στις ανατολικές επαρχίες του οροπεδίου, οι ιερείς, οι πολεμιστές, οι τεχνίτες και οι χωρικοί ήταν οι τάξεις στις οποίες ήταν χωρισμένη η κοινωνία. Στις δυτικές βρίσκουμε ιερείς, πολεμιστές, γραφείς/υπαλλήλους και τεχνίτες/χωρικούς.
Στην κορυφή αυτής της δομής, από πολιτική και κοινωνική άποψη, βρισκόταν ο βασιλιάς, νομιμοποιούμενος από την ιδεολογία της βασιλείας. Η khvarna, δηλαδή η «βασιλική δόξα», ήταν η αύρα που περιέβαλλε τόσο το βασιλικό αξίωμα όσο και το άτομο που γινόταν βασιλιάς40. Αρχικώς ο ηγεμόνας εκλεγόταν από τους πολεμιστές και ήταν πρόσωπο χαρισματικό, με ευγενική καταγωγή. Αξιοπρόσεκτος εν προκειμένω είναι ο ισχυρισμός του Ηροδότου (Α’, 125) ότι από τις Πασαργάδες «οι βασιλέες οι Περσείδαι γεγόνασι».
Την περίοδο των Αχαιμενιδών, ο βασιλιάς ήταν ιερέας και θυσιαστής, όπως επίσης και πολιτικός και στρατιωτικός αρχηγός. Αλλά δεν ήταν θεότητα41. Όταν ανέβαινε στο θρόνο, όμως, ενσωμάτωνε στο πρόσωπο του το μυστήριο, το πνεύμα και τη δόξα της βασιλείας: η παράδοση τον ήθελε να ενθρονίζεται στα γενέθλια του, ώστε να θεωρείται ότι ξαναγεννήθηκε, και να λαμβάνει βασιλικό όνομα. Η έννοια khvarna, εν συντομία, περιείχε στοιχεία τα οποία έφερναν σε επαφή το βασιλιά και τη βασιλεία, τουλάχιστον με το μεταφυσικό στοιχείο, αν όχι και με το θείο.
Δεν ήταν δύσκολο, λοιπόν, για τον Μεγάλο Βασιλέα, τον Βασιλέα των Βασιλέων, να αντιμετωπίζει τον εαυτό του -και κατ’ επέκταση την κυβέρνηση του και την αυτοκρατορία του- ως οντότητες που λειτουργούσαν μόνο στα υψηλότερα κοινωνικά και πολιτικά επίπεδα. Ήταν βασιλιάς χωρών, λαών και εθνών. Αυτές ήταν οι ανώτατες βαθμίδες που σχημάτιζαν την αυτοκρατορία. Γι’ αυτό, στις αρχαίες περσικές επιγραφές και στα ανάγλυφα της Περσέπολης, όταν έπρεπε να οριστεί η αυτοκρατορία, η απάντηση ήταν ότι αποτελείτο από dabyava, δηλαδή από χώρες ή λαούς που καταγράφονται σε καταλόγους και απεικονίζονται. Και όχι από γεωγραφικές περιοχές ή διοικητικές μονάδες, όπως οι σατραπείες42. Γι’ αυτό, η φυσική πολιτική των βασιλέων θα ήταν να επεμβαίνουν όσο το δυνατό λιγότερο στα θέματα των φυλών, των πατριών και των οικογενειών. Εφόσον οι χωρικοί, οι τεχνίτες, οι ιερείς και οι πολεμιστές ασκούσαν τους καθιερωμένους ρόλους τους μέσα στην κοινωνία, το κράτος δεν ασχολείτο με τα χαμηλότερα επίπεδα της κάθετης κοινωνικής σειράς. Εφόσον ο βασιλιάς και η κεντρική κυβέρνηση διατηρούσαν τον έλεγχο των υποθέσεων στα υψηλότερα επίπεδα, ο σκοπός της αυτοκρατορίας επιτελείτο αποτελεσματικά.
Εν κατακλείδι, η πολιτική της ανεκτικής διοίκησης, που ήταν χαρακτηριστική της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών, όχι μόνο είχε πρακτικό νόημα, αλλά ίσως ταίριαζε καλά με τις αρχαίες -αν και ιδεατές- ιρανικές αντιλήψεις περί της κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης.