Στις 24 Ιουνίου του 533 μΧ η μικρή βυζαντινή στρατιά αποβιβάστηκε στη Βόρεια Αφρική. Ο Βάνδαλος βασιλιάς Γελίμερος δεν βρισκόταν εκείνη την περίοδο στην πρωτεύουσά του. Τοποτηρητή στον θρόνο είχε αφήσει τον αδερφό του Αμάτα ο οποίος τον ενημέρωσε για την απόβαση των Βυζαντινών. Ο Γελίμερος έσπευσε τότε προς την Καρχηδόνα, διατάσσοντας τον αδερφό του να καταλάβει με όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις τη στενωπό στον οδοδείκτη του δεκάτου μιλίου (Δέκιμο) από την πρωτεύουσά του Καρχηδόνα.
Στο μεταξύ ο Βελισάριος, αγνοώντας τις κινήσεις του αντιπάλου του, προώθησε τον στρατό του προς την Καρχηδόνα, καλύπτοντας το αριστερό του πλευρό με τους 600 Ούννους ιππείς του. Επίσης, διέταξε τον Ιωάννη Τρωγλίτη να κινηθεί με 300 βουκελαρίους, ως εμπροσθοφυλακή, σε απόσταση 4χλμ από το κύριο σώμα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Στις 3 Ιουλίου η μικρή βυζαντινή στρατιά έφτασε σε απόσταση 8 χλμ περίπου από τη στενωπό του Δέκιμου. Ο Βελισάριος δεν σκέφτηκε να εκβιάσει άμεσα το πέρασμα. Διέταξε τους άνδρες του κατασκευάσουν νέο οχυρό στρατόπεδο, έτσι ώστε ακόμα και αν συνέβαινε το παραμικρό ατύχημα, να έχουν ένα καταφύγιο.
Ο Αμάτας από την άλλη είχε καθυστερήσει δραματικά να καταλάβει και να επανδρώσει με σοβαρές δυνάμεις τη στενωπό. Το μεσημέρι της 3ης Ιουλίου μόνο ο ίδιος και 100 ιππείς βρίσκονταν εκεί και πάλι, όμως, χωρίς να έχουν καν λάβει θέσεις μάχης. Ο Αμάτας είχε διατάξει τους Βανδάλους της Καρχηδόνας να τον ακολουθήσουν. Αλλά οι στρατιώτες του καθυστέρησαν να “επιστρατευτούν”.
Έτσι, ο Γελίμερος μετέβαλε το σχέδιό του και αποφάσισε να κινηθεί ο ίδιος με 30.000 περίπου άνδρες (νεότεροι ιστορικοί κάνουν λόγο για μόνο 9.000 άνδρες) προς το Δέκιμο και να ενωθεί με τις δυνάμεις του αδερφού του. Ανέθεσε, παράλληλα, στον ανεψιό του Γιβαμούνδο, με 2.000 ιππείς, να εκτελέσει υπερκερωτικό ελιγμό, περικυκλώνοντας τους Βυζαντινούς, την ώρα που ο ίδιος θα τους έπληττε κατά μέτωπο.
Ο Βελισάριος έχοντας εξασφαλίσει την άμυνά του, έξω από τη στενωπό, δημιουργώντας οχυρό στρατόπεδο, διέταξε τον φίλο του Ιωάννη Τρωγλίτη με τους 300 βουκελαρίους να κινηθούν εντός της. Εφόσον δεν είχε έως τότε εντοπίσει σοβαρές βανδαλικές δυνάμεις να την κατέχουν, σκέφτηκε ότι θα προλάβαινε να την καταλάβει πρώτος. Πραγματικά, οι άνδρες του Ιωάννη κινήθηκαν με προσοχή εντός της στενωπού. Ξαφνικά, εντόπισαν τους 100 Βανδάλους του Αμάτα και επιτέθηκαν εναντίον τους.
Οι Βάνδαλοι πολέμησαν γενναία σκοτώνοντας 12 Βυζαντινούς. Στο τέλος, όμως, κατατροπώθηκαν και διαλύθηκαν. Ο δε Αμάτας, ο οποίος επιχείρησε να επιτεθεί στον Ιωάννη, δέχτηκε από τον Βυζαντινό αξιωματικό ένα χειρόβολο (ή ριπτάριο, είδος βελόσχημου βλήματος που ρίχνονταν με το χέρι) κατάστηθα και έπεσε νεκρός. Κατόπιν τούτου οι επιζώντες Βάνδαλοι τράπηκαν πανικόβλητοι σε φυγή, καταδιωκόμενοι κατά πόδας από τους βουκελαρίους.
Οι Βάνδαλοι φυγάδες, στον πανικό τους, παρέσυραν σε φυγή και τους συστρατιώτες τους, οι οποίοι έρχονταν ασύντακτα, σε μικρές ομάδες από την Καρχηδόνα για να επανδρώσουν την αμυντική γραμμή στη στενωπό. Έτσι, σε όλη την απόσταση των 14 χλμ από τη στενωπό του Δέκιμου, έως τα τείχη της Καρχηδόνας, χιλιάδες Βάνδαλοι έτρεχαν πανικόβλητοι να ξεφύγουν από την επέλαση 288 Βυζαντινών βουκελαρίων!
Οι Βάνδαλοι πανικόβλητοι, κατέφυγαν στην Καρχηδόνα, όπου και “πολιορκήθηκαν” από τις τρεις κενταρχίες (ίλες) των βουκελαρίων! Η επιτυχία του Ιωάννη Τρωγλίτη αποκτούσε ακόμα μεγαλύτερο βάρος εφόσον απέκλειε κάθε αποστολή ενίσχυσης στον στρατό του Γελίμερου. Η νίκη των 300 του Ιωάννη είχε καταλυτική σημασία για την εξέλιξη της μάχης και την επακόλουθη κατατρόπωση των Βανδάλων.