Είθισται οτιδήποτε συνδέεται με τα έργα και τις ημέρες ενός δικτάτορα να δαιμονοποιείται αυτόματα και να εντάσσεται στους παραλογισμούς που έχει στο μυαλό του κάθε άνθρωπος που χρησιμοποίησε τα τανκς για να ανέβει στην εξουσία και την βία και τα βασανιστήρια προκειμένου να παραμείνει σ’ αυτήν.
Τέτοιου είδους συνειρμοί ήρθαν στον νου πολλών όταν περίπου πριν ένα χρόνο το στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας, Κώστας Καραγκούνης, έκανε το επικοινωνιακό λάθος να προχωρήσει σε μια τέτοια αναφορά, σχετικά με το ασφαλιστικό πρόβλημα.
Η ωμή αλήθεια πάντως είναι ότι το συγκεκριμένο μοντέλο και παραλλαγές του στριφογυρίζει εδώ και δεκαετίες στη σκέψη όσων κατά καιρούς δοκίμασαν να προσεγγίσουν την «καυτή πατάτα» του ασφαλιστικού, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες περιοχές του κόσμου.
«Παιδί» κι αυτό της περίφημης «Σχολής του Σικάγο» και των πνευματικών τέκνων του Μίλτον Φρίντμαν, εντάχθηκε στις νεοφιλελεύθερες πρακτικές οι οποίες μετέτρεψαν πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής σε «δοκιμαστικό σωλήνα» των ιδεών τους.
Σήμερα η ιδεολογική επικράτηση ανάλογων μοντέλων είναι δεδομένη και φαίνεται ξεκάθαρα από τις ακολουθούμενες πρακτικές στον δυτικό κόσμο, όπου το κράτος διαρκώς συρρικνώνεται, εγκαταλείποντας «πυλώνες» στους οποίους μονοπωλούσε και αφήνοντας τους ιδιώτες να καλύψουν το κενό, με την ελπίδα ότι εκείνοι θα τα πάνε καλύτερα.
Προφανώς η ανάγκη για αλλαγές από μόνη της μαρτυρά την αποτυχία του προηγούμενου συστήματος, αυτού δηλαδή που γνωρίζουμε, όπου η σύνταξη που λαμβάνει κάποιος σχετίζεται με τις εισφορές που κατέβαλε σε ένα ασφαλιστικό κρατικό ταμείο κατά τη διάρκεια της εργασιακής του πορείας. Η αύξηση του προσδόκιμου μέσου όρου ζωής από μόνη της θα μπορούσε να αιτιολογήσει τα τεράστια ελλείμματα που δημιουργήθηκαν για την χρηματοδότησή του. Όσο κυνικό κι αν μοιάζει, είναι αλήθεια. Μια απλή αναδιανομή των εισφορών των εργαζομένων προκειμένου να πληρωθούν οι συντάξεις των περασμένων γενεών είναι αδύνατη, ιδιαίτερα όταν στην κουβέντα μπαίνουν πράγματα όπως η εισφοροδιαφυγή ή η φοροαποφυγή, που -ας μην γελιόμαστε- δεν είναι έννοιες και πρακτικές άγνωστες σε κανέναν.
Το μοντέλο της Χιλής υλοποιήθηκε από τον Χοσέ Πινέιρα, απόφοιτο του Χάρβαρντ, την περίοδο που ήταν γενικός γραμματέας Εργασίας και Ασφάλισης στην χώρα. Η ιδέα του ήταν σχετικά απλή, εμπνευσμένη από το βιβλίο του πνευματικού του «πατέρα», Μίλτον Φρίντμαν, «Καπιταλισμός και Ελευθερία». Σύμφωνα με αυτήν, προκρίθηκε το λεγόμενο τριφασικό μοντέλο.
Ο πρώτος πυλώνας είναι η λεγόμενη «Εθνική Σύνταξη», όρος που έγινε ευρύτερα οικείος στους Έλληνες από την μεταρρύθμιση που έφερε επί Μνημονίων ο αρμόδιος υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Κατρούγκαλος. Θα μπορούσε κάποιος να την ονομάσει και «κατώτατη σύνταξη» και καθορίζεται από το κράτος, με πηγή χρηματοδότησης την φορολογία. Επομένως, δεν συνδέεται με το πόσα ένσημα έχει «κολλήσει» κάποιος ούτε με το ύψος των εισφορών του. Πρόσβαση και δικαίωμα σε αυτήν έχουν όλοι.
Ο δεύτερος πυλώνας δεν είναι άλλος από αυτόν που γνωρίζουμε σήμερα. Η υποχρεωτική, δηλαδή, καταβολή εισφορών από εργοδότες και εργαζόμενους καθ’ όλη τη διάρκεια της εργασιακής ζωής τους. Η διαφορά που εισήγαγε ο Πινέιρα ήταν το ότι αυτή η διαδικασία θα είχε ένα συγκεκριμένο όριο. Ένα ταβάνι. Με λίγα λόγια, ο εργαζόμενος θα έδινε μόνο ένα μέρος του μισθού του, όπως αυτό θα καθορίζεται κάθε φορά. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να είναι μόνο ένα ποσοστό της τάξεως του 10-15%. Στο ερώτημα που προκύπτει «και τι γίνεται με το υπόλοιπο εισόδημα», η απάντηση είναι «από τον τρίτο πυλώνα».
Εκεί, σύμφωνα με το σύστημα που υλοποιήθηκε στην Χιλή και πολύ σύντομα αντιγράφηκε σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής, εισέρχεται ο ιδιωτικός τομέας μέσω των ασφαλιστικών εταιρειών. Ο καθένας μπορούσε (και μπορεί, αφού το τριφασικό σύστημα βρίσκεται σε ισχύ σε πολλά κράτη) να επιλέξει εκείνη της αρεσκείας του και να προχωρήσει σε καταβολές, προκειμένου να αυξήσει το εισόδημά του όταν θα αποσυρθεί από την εργασία του. Τα ποσά (πάρα μα πάρα πολύ μεγάλα, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό) τα διαχειρίζονται ξένα funds, τα οποία κινούνται πάνω στην γνωστή λογική της κεφαλαιοποίησης μέσω της τοποθέτησής τους σε επενδυτικά προϊόντα.
Οι υποστηρικτές του συστήματος προτάσσουν ως απόδειξη της επιτυχίας του το γεγονός ότι η Χιλή δεν χρειάστηκε να καταφύγει σε εξωτερικό δανεισμό και αύξησης του χρέους της για να δώσει συντάξεις στους πολίτες. Πράγμα που αποτελεί γεγονός πέρα από αμφισβήτηση. Παράλληλα, όμως, πραγματικά είναι και τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν όσοι εναντιώνονται σε αυτό.
Η συμμετοχή δεν ήταν αυτή που θα περίμενε κανείς. Οι περισσότεροι θεώρησαν άδικη την αναλογία των καταβολών σε σχέση με τις προσδοκόμενες συντάξεις. Αντίστοιχα, σήμερα το συντριπτικό ποσοστό των συνταξιούχων λαμβάνει σήμερα χρήματα λιγότερα από αυτά του κατώτατου μισθού στην χώρα, ενώ το 44% κάτω από το όριο της φτώχειας. Η ίδια η ζωή έδειξε πως ελάχιστοι Χιλιανοί είχαν την δυνατότητα να χρηματοδοτήσουν μια αξιοπρεπή σύνταξη για τους εαυτούς τους.
Οι τρεις πυλώνες του ασφαλιστικού ήταν ένα σχέδιο που εφαρμόστηκε σε πολλές χώρες, αλλού με καλύτερα κι αλλού με χειρότερα αποτελέσματα. Στα μέρη μας συζήτηση για το σύστημα «Πινοσέτ» ή κάτι σαν κι αυτό έχει γίνει επί Μητσοτάκη, επί Σημίτη και αργά ή γρήγορα θα επανέλθει στο τραπέζι, ακριβώς με αυτή τη μορφή ή κάποια σαν κι αυτήν. Μια ακόμη λεπτομέρεια που αξίζει πάντως να αναφερθεί γιατί έχει την σημασία της, είναι πως οι μόνοι άνθρωποι στην Χιλή που εξαιρέθηκαν από αυτό και παραμένουν ακόμη και σήμερα σε κρατικό πρόγραμμα συνταξιοδότησης είναι οι στρατιωτικοί. Εκείνοι που ανέβασαν στην εξουσία και στήριξαν μέχρι τέλους τον δικτάτορα…
Πηγή: