Όπως είναι γνωστό, το Άγιο Πνεύμα είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, το οποίο εκπορεύεται εκ του Πατρός.
Το Άγιο Πνεύμα, είναι ομοούσιο με τα πρόσωπα του Πατρός και του Υιού και κατά το Σύμβολο της Πίστεως «συνπροσκυνείται και συνδοξάζεται» με τον Πατέρα και με τον Υιό, ίσο κατά τη λατρεία και την τιμή. Στα χωρία της Αγίας Γραφής αποκαλείται ως «Παράκλητος», ο οποίος θα έλθει να αντικαταστήσει τον απερχόμενο ήδη Κύριο.
Οι πατέρες της Εκκλησίας αναφέρουν ότι η βλασφημία προς το Άγιο Πνεύμα αποτελεί ασυγχώρητο αμάρτημα.
Στις επιστολές του Αποστόλου Παύλου, το Άγιο Πνεύμα παρουσιάζεται να ερευνά τα βάθη του Θεού, να διαιρεί και να ενεργεί τα χαρίσματα στα μέλη της Εκκλησίας, να κατοικεί μέσα μας έχοντας ως ναό το σώμα μας, να μας αναγεννά και να μιλά μέσω των προφητών και των θεόπνευστων ανδρών.
Η διδασκαλία περί του Αγίου Πνεύματος κηρύχτηκε από την Εκκλησία από τα αποστολικά ακόμα έτη, αλλά έλαβε οριστική διατύπωση κατά την εποχή της Α΄ και Β΄ Οικουμενικής Συνόδου, όταν και είχαν ανακύψει οι αμφισβητήσεις περί της Θεότητας του Αγίου Πνεύματος, υπό των πνευματομάχων, ιδίως δε των Ανομοίων και των Μακεδονιανών.
Το Άγιο Πνεύμα «εκπορεύεται αϊδίως εκ του Πατρός», και αποστέλλεται από τον Υιό, κατά Θεία οικονομία, στον κόσμο τελειώνοντας το έργο της απολυτρώσεως, όπως ρητά αναφέρεται στο Ιωάννη 15,26. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία, μόνο «ο Πατήρ αιτία εστί…του Πνεύματος», και όχι και ο Υιός, όπως δογμάτισαν οι Ρωμαιοκαθολικοί με το Φιλιόκβε (Filioque).
Το Άγιο Πνεύμα έχει την αιτιατή αρχή του στον Πατέρα, με διαφορετικό τρόπο απ’ ότι ο Υιός. Έτσι ο Υιός γεννάται προαιωνίως από τον Πατέρα, ενώ το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται προαιωνίως από τον Πατέρα. Αυτά αποτελούν και τα λεγόμενα υποστατικά ιδιώματα τους, δηλαδή οι μη κοινές ιδιότητες που έχουν οι υποστάσεις της Τριάδας.