Σε περιδίνηση βρίσκεται η διαπραγμάτευση για να κλείσει η αξιολόγηση καθώς, όπως έλεγε και κοινοτικός αξιωματούχος, αν δεν επέλθει συμφωνία έως την Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου, το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου θα αποβεί άκαρπο και, πλέον, όλες οι αποφάσεις πάνε τουλάχιστον ένα μήνα πίσω.
Στην Αθήνα, όμως, λένε πως δεν χάθηκε ακόμα η τελευταία ευκαιρία, προσβλέποντας ίσως σε νέα συνάντηση (ή και έκτακτο Eurogroup;) πριν τις 9 Μαρτίου και τις αποφάσεις της ΕΚΤ για ένταξη της Ελλάδας στην ποσοτιή χαλάρωση.
Ακόμα και τώρα πάντως, ο υπουργός Οικονομικών κύριος Ευκλείδης Τσακαλώτος επιμένει να μιλά για «συλλογικές αποφάσεις», παρότι επισήμως η κυβέρνηση ποτέ δεν αποκάλυψε στους πολίτες και στα στελέχη της κυβερνητικής πλειοψηφίας που θα κληθούν να ψηφίσουν τα νέα μέτρα, ποιο είναι το περιεχόμενο της συμφωνίας που συζητείται με τους δανειστές, ποιες είναι οι «παράλογες απαιτήσεις» που προτείνουν αυτοί και τι αποδέχεται η ελληνική κυβέρνηση.
Ημερομηνία επιστροφής της Τρόικας προς το παρόν δεν υπάρχει. Αν υπάρξει απάντηση της κυβέρνησης στο τελεσίγραφο που έδωσαν την Παρασκευή στον κύριο Τσακαλώτο οι θεσμοί, ενδεχομένως να επιστρέψουν αυτήν την εβδομάδα, από Τρίτη και μετά. Επισήμως όμως δεν έχει γίνει γνωστό να υπήρξε έστω και μια σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου για το θέμα αυτό.
Ωστόσο δημοσιογραφικές πληροφορίες από Ελλάδα και εσωτερικό συγκλίνουν στην εκτίμηση πως για να επιστρέψει η Τρόικα στην Αθήνα να πρέπει η κυβέρνηση να δεχθεί μέτρα 3,6 δισ. στη διετία 2018-2019, εκ των οποίων τα μισά ή και παραπάνω να εξοικονομηθούν στο 2018. Απαιτούν μάλιστα να ψηφιστούν τα μέτρα προληπτικά από φέτος, αλλά να μην εφαρμοστούν εάν πιαστούν οι στόχοι.
Τι χάνουν μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες
Η βάση της πρότασης των δανειστών είναι να μειωθεί από το 2018 το αφορολόγητο όριο στα επίπεδα των 5.900-6.000 ευρώ (εκεί ετιμάται ο ευρωπαϊκός μέσος όρος) προκειμένου το δημοσιονομικό όφελος να ανέλθει στο 1% του ΑΕΠ (1,8 δισ. ευρώ). Άν αυτό όμως χρησιμοποιηθεί για άλλες φοροελαφρύνσεις, τότε θα αναζητηθούν επιπλέον μέτρα. Για το 2019 στο στόχαστρο μπαίνουν οι περικοπές στις συντάξεις, με περικοπή της προσωπικής διαφοράς.
Στην περίπτωση που θα αποφασιστεί μείωση του έμμεσου αφορολογήτου σε 5.900-6.000 ευρώ, αυτό σημείνει μείωση της έκπτωση φόρου στα επίπεδα των 1.300-1.350 ευρώ, από τα 1900 ευρώ που ισχύει σήμερα για τον άγαμο (550-600 ευρώ επιβάρυνση).
Ακόμα και αν αλλάξουν όλοι οι συντελεστές φόρου, η επιβάρυνση θα είναι μεγάλη. Εάν το αφορολόγητο όριο μειωθεί στα προαναφερθέντα επίπεδα από 8.636 ευρώ που είναι σήμερα για τον άγαμο, τότε μισθωτοί και συνταξιούχοι θα βρεθούν αντιμέτωποι με μεγάλες φορολογικές επιβαρύνσεις, περίπου κατά 600 ευρώ ανά φορολογούμενο.
Μια τέτοια εξέλιξη σημαίνει πως μισθωτοί και συνταξιούχοι των 500-900 ευρώ, με ετήσια εισοδήματα από 6.001 και μέχρι 12.000 ευρώ θα χάσουν μισό ή ένα ολόκληρο μηνιάτικο από το 2018.
Σήμερα, μισθωτός χωρίς παιδιά με ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 9.000 ευρώ, πληρώνει μόλις 80 ευρώ τον χρόνο. Με τη μείωση του αφορολόγητου ορίου στις 6.000 ευρώ η φορολογική του επιβάρυνση θα εκτοξευθεί στα 680 ευρώ τον χρόνο. Αν έχει εισόδημα 12.000 ευρώ και το αφορολόγητο όριο μειωθεί στις 6.000 ευρώ, θα δει φόρο 1.340 ευρώ, αντί 740 ευρώ που πληρώνει φέτος, δηλαδή 600 ευρώ περισσότερα.
Εφόσον θεσμοί και κυβέρνηση καταλήξουν σε μείωση του αφορολογήτου, θα πληρώσουν φόρο 20-600 ευρώ και σχεδόν ένα εκατομμύριο μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες που έμεναν ως τώρα αφορολόγητοι, με εισοδήματα 6.000-8600 ευρώ το χρόνο.