Μπορεί σήμερα Παρασκευή να μπαίνει τέλος και επίσημα σε μία πολυετή προσφορά των θρυλικών πλέον «Phantom» στην 348 Μοίρα Τακτικής Αναγνώρισης στη Λάρισα, ωστόσο σύντομα η διοίκηση της Πολεμικής Αεροπορίας στοχεύει στην αναπλήρωση του συγκεκριμένου κενού που δημιουργείται, με τη μεταφορά τον ερχόμενο Αύγουστο μίας μοίρας μη επανδρωμένων αεροσκαφών «Πήγασος 2» από την αεροπορική βάση στο Άκτιο.
Επιπρόσθετα, θα τοποθετηθεί ειδικός εξοπλισμός «αναγνώρισης» σε F-16 της 116 Πτέρυγας Μάχης που εδρεύει στην Άραξο.
Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη είναι ελληνικής προέλευσης και φέρουν την κωδική ονομασία «Πήγασος». Είναι κατασκευασμένο εξ’ ολοκλήρου από την Πολεμική Αεροπορία.
Το ελληνικό UAV MALE ΠΗΓΑΣΟΣ ΙΙ πρόκειται για ένα εξελιγμένο τηλεχειριζόμενο αεροσκάφος συλλογής πληροφοριών και επιτήρησης μήκους περίπου 4,5 μέτρων, εκπετάσματος πτερύγων περίπου 6,5 μέτρα και συνολικού βάρους συμπεριλαμβανομένων καυσίμων και αισθητήρων 250 κιλών εκ των οποίων τα 55 κιλά είναι ωφέλιμο φορτίο.
Το ελληνικό UAV κατασκευάζεται από συνθετικά υλικά του Τμήματος Συνθετικών Υλικών του ΚΕΑ. Η άτρακτος του είναι τραπεζοειδούς διατομής επιτρέποντας την μεταφορά στο εσωτερικό του, συστήματος μετάδοσης δεδομένων και εικόνας καθώς και περισσότερων και ογκωδέστερων αισθητήρων από την αρχική έκδοση ΠΗΓΑΣΟΣ Ι του οποίου η άτρακτος ήταν κυλινδρική.
Η αυτονομία του ΠΗΓΑΣΟΣ ΙΙ φτάνει περίπου τις 8-10 ώρες, το αερόχημα μπορεί να επιτύχει μέγιστη ταχύτητα 210 χλμ/ώρα, η ταχύτητα πλεύσης του είναι περίπου 120 χλμ/ώρα και η οροφή πτήσης φτάνει τα 18.000 πόδια.
Η εμβέλεια του αεροχήματα με χρήση δορυφορικής ζεύξης για τη μετάδοση δεδομένων σε αληθινό χρόνο είναι 110-215 χλμ. και 215-270 χλμ. για τη μετάδοση δεδομένων σε σχεδόν αληθινό χρόνο.
Το αεροσκάφος είναι εξοπλισμένο με σύστημα FLIR υψηλής ευκρίνειας για χρήση ημέρα και νύχτα, ενώ τον Νοέμβριο του 2012 το ελληνικό αερόχημα έλαβε το Πιστοποιητικού Αεροπλοϊμότητας από ειδική επιτροπή, η οποία συγκροτήθηκε για αυτό το σκοπό από την Πολεμική Αεροπορία.
Στις φωτογραφίες που δημοσιεύτηκαν φαίνεται ένα από τα αεροχήματα που χρησιμοποιεί η Πολεμική Αεροπορία με την δορυφορική κεραία ζεύξης δεδομένων ενώ σε μία άλλη φωτογραφία παρουσιάζεται για πρώτη φορά το εσωτερικό του κέντρου ελέγχου εδάφους το οποίο επίσης σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε από τα στελέχη της Πολεμικής Αεροπορίας
Μετά την απόσυρση των μαχητικών F-4 και τα αναγνωριστικά Φάντομ RF-4 αποσύρονται από την ενεργό υπηρεσία μετά από 39 χρόνια.
Το RF-4E αποτελούσε παραλλαγή του μαχητικού F-4E και διαφοροποιείται από αυτό ως προς τις φωτομηχανές που φέρει στο ρύγχος με δυνατότητα παρατήρησης προς τα πλάγια και προς τα πίσω.
Από τις τέσσερις διαφορετικού τύπου κάμερες που μπορούσαν να μεταφερθούν σίγουρα τις πιο εντυπωσιακές δυνατότητες έχει η κάμερα τύπου LOROP KS-127A, η οποία είχε τη δυνατότητα λήψης φωτογραφιών από ύψος 35.000 ποδιών.
Τα αεροσκάφη διέθετανεπίσης και το σύστημα αναγνώρισης υπερύθρων AAD-5, το οποίο μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μέρα και νύχτα.
Σε αντίθεση με το παλαιότερο δόγμα φωτοαναγνώρισης της USAF της εποχής του πολέμου του Βιετνάμ, που συνοψιζόταν στο μότο Alone, Unarmed, Unafraid, τα ελληνικά RF-4E έφεραν οπλισμό και συσκευές αυτοπροστασίας.
Μπορούσαν σε να επιχειρούν σε ύψη από ελάχιστα μέχρι 40.000 πόδια ανάλογα με το είδος αποστολής.
Κυριότερη αποστολή του ήταν φυσικά η αναγνώριση πριν και μετά την προσβολή ενός στόχου.
Στη δεύτερη περίπτωση η αποστολή ονομαζόταν BDA (Battle Damage Assessment) και η επιτυχία της ήταν καίριος παράγοντας για το σχεδιασμό επιχειρήσεων ΔΒ.
Η ολοκλήρωση της παραλαβής οκτώ καινούργιων RF-4E το 1980 αναβάθμισε κατακόρυφα τις δυνατότητες αναγνώρισης της ΠΑ.
Ο μικρός αριθμός τους συμπληρώθηκε το 1993 από 27 μεταχειρισμένα RF-4E από δυτικογερμανικά αποθέματα.
Τα RF-4E Phantom ήταν ενταγμένα στην καταργούμενη 348 Μοίρα «Μάτια» με έδρα τη Λάρισα.
Η 348 ΜΤΑ
H 348 MTA είναι μία από τις αρχαιότερες και ιστορικές Μοίρες της Π.Α. και η μοναδική σε ρόλο Τακτικής Αναγνώρισης.
Συγκροτήθηκε αρχικά ως Σμήνος στις 26 Νοεμβρίου του 1953, στην 112 Πτέρυγα Μάχης (Ελευσίνα) με αεροσκάφη F-84G.
Οι αποστολές αναγνώρισης εκτελούνταν με τις φωτομηχανές κατακόρυφης σάρωσης τοποθετημένες στο εμπρός τμήμα της αριστερής δεξαμενής καυσίμου στο ακροπτερύγιο.
Στις 5 Ιουλίου του 1954, το Σμήνος μεταστάθμευσε στο αεροδρόμιο της Λάρισας.
Στις 5 Μαΐου του 1955, το Σμήνος οργανώθηκε σε Μοίρα, ενώ με την απόσυρση των F-84G άρχισε η παραλαβή των αεροσκαφών RT-33A.
Στις 6 Αυγούστου του 1956, εκτελείται η πρώτη αποστολή με το νεοαποκτηθέν αεροσκάφος RF-84F Thunderflash. Τα νέα αεροσκάφη ήταν εξοπλισμένα με τρεις φωτομηχανές στο ρύγχος για ημερήσιες αποστολές αναγνώρισης.
Παράλληλα, άρχισε η σταδιακή απόσυρση των RT-33A, η οποία ολοκληρώθηκε το 1957.
Στις 3 Νοεμβρίου του 1978, το πρώτο Recce Phantom με s/n 77-1761 (το πρώτο από τα συνολικά 8 νέα αεροσκάφη) προσγειώνεται στον διάδρομο της Λάρισας.
Στις 29 Μαρτίου του 1991, τα αξιόπιστα RF-84F αποσύρθηκαν από την ενεργό δράση, αφού υπηρέτησαν επάξια στους ελληνικούς ουρανούς για 35 ολόκληρα χρόνια.
Το Μάιο του 1993, άρχισε η παραλαβή 27 αεροσκαφών RF-4E από τη Γερμανική Αεροπορία προκειμένου να αυξηθεί ο στόλος της Μοίρας.
Η παραλαβή των αεροσκαφών ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 1994. Είκοσι αεροσκάφη εντάχθηκαν στη δύναμη της Μοίρας, ενώ τα υπόλοιπα χρησιμοποιήθηκαν ως πηγή ανταλλακτικών για την υποστήριξη του τύπου.
Παλαιότερες φωτογραφίες
Δείτε ένα χαρακτηριστικό βίντεο: