Έκδηλη είναι η αμηχανία στα ηγετικά κλιμάκια του ΣΥΡΙΖΑ μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, αλλά και των αυτοδιοικητικών εκλογών. Κυβερνητικά στελέχη δεν κρύβουν την έκπληξή τους από το μέγεθος της διαφοράς. Μπορεί να γνώριζαν πως το κόμμα τους θα ηττηθεί, αλλά πίστευαν πως αφ’ ενός αυτή καθ’ αυτή η δέσμη των παροχών, αφ’ ετέρου η προσωπική προεκλογική εκστρατεία του Αλέξη Τσίπρα και τα διλήμματα που αυτός έθεσε στους ψηφοφόρους θα έκλειναν την ψαλίδα.
Μέχρι και την τελευταία στιγμή, το Μέγαρο Μαξίμου και κατ’ επέκταση η Κουμουνδούρου διοχέτευαν εκτιμήσεις και “πληροφορίες” για δημοσκοπικά ευρήματα, που κινούνταν στο πλαίσιο της δικής τους στρατηγικής για ήττα με μικρή διαφορά. Σ’ αυτό το σενάριο, εξάλλου, ο πρωθυπουργός ποντάρισε και απέρριψε τις εισηγήσεις για διεξαγωγή των εθνικών εκλογών μαζί με τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμα και ανώτερα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη είχαν πειστεί ότι η διαφορά δεν θα ξεπεράσει το πολύ-πολύ τις 5-6 μονάδες. Αρκετοί εξ αυτών, μάλιστα, είχαν πιστέψει πως θα είναι αρκετά μικρότερη, γεγονός που θα επέτρεπε στον ΣΥΡΙΖΑ να πάει στις εθνικές κάλπες με άλλον αέρα.
Όπως συμβαίνει πάντα μετά από μία τόσο βαριά εκλογική ήττα, το κλίμα αλλάζει άρδην. Ακόμα και όσοι έπαιζαν το παιχνίδι του Αλέξη Τσίπρα, τώρα αρχίζουν διακριτικά, αλλά εμφανώς, να παίρνουν αποστάσεις, επικαλούμενοι κάποιες εισηγήσεις τους που δεν εισακούστηκαν. Όσο δε για στελέχη που δεν ανήκουν στον κύκλο του πρωθυπουργού, αυτά αρχίζουν να υψώνουν τους τόνους της εσωκομματικής κριτικής. Δεν το κάνουν ακόμα δημόσια, επειδή ακόμα ο πόλεμος δεν τελείωσε. Μπροστά είναι ο δεύτερος γύρος των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών και κυρίως είναι οι εθνικές εκλογές στις 7 Ιουλίου.
Σε κάθε περίπτωση, τα αντανακλαστικά του ΣΥΡΙΖΑ για την πολιτική διαχείρισή της ήττας του αποδεικνύονται αργά, κυρίως εξαιτίας του αιφνιδιασμού. Ακόμα και τώρα δεν έχει εκφραστεί μία πολιτική ερμηνεία του εκλογικού αποτελέσματος και η συνακόλουθη αυτοκριτική για επιλογές και χειρισμούς. Ο Νίκος Παππάς επικαλέστηκε την αποχή από τις κάλπες και διάφορα άλλα στελέχη αναφέρθηκαν σε επιμέρους πτυχές. Προς το παρόν, πρόκειται για σκόρπιες μικροαναλύσεις, συχνά αποκλίνουσες, οι οποίες επιβεβαιώνουν το κλίμα αμηχανίας.
Ο Νίκος Φίλης έδωσε τη δική του ερμηνεία: «Είναι το ζήτημα του ύφους της εξουσίας. Ορισμένες συμπεριφορές δημιούργησαν μια απόσταση των πολιτών από τη διακυβέρνηση». Ο βουλευτής Σάκης Παπαδόπουλος μίλησε για «αποδοκιμασία διάφορων πλευρών της κυβερνητικής πολιτικής». Ο υπουργός Υποδομών Χρήστος Σπίρτζης ανέφερε ότι το κόμμα πρέπει να «επανεξετάσει τις τακτικές και τις επιλογές που έκανε».
Αυτά στη δημόσια σφαίρα, γιατί παρασκηνιακά τα σχόλια και οι κριτικές που ακούγονται είναι πολύ πιο καυστικές. Στο στόχαστρο βρίσκεται το πρωθυπουργικό επιτελείο, κυρίως ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, ο Νίκος Παππάς και ο Χριστόφορος Βερναρδάκης. Προς το παρόν, πάντως, δεν έχει τεθεί από κανέναν ζήτημα ηγεσίας. Με εθνικές εκλογές σε 40 μέρες, δεν θα μπορούσε, εξάλλου, να τεθεί τέτοιο ζήτημα.
Η “ομάδα των 53” έχει προ πολλού πάρει αποστάσεις από τον κύκλο του Μεγάρου Μαξίμου και ήδη ετοιμάζεται για τις κινήσεις της την επαύριο των εθνικών εκλογών. Δεν είναι, ωστόσο, σαφές εάν –στην περίπτωση που η διαφορά μεγαλώσει– θα φτάσουν να ζητήσουν αλλαγή ηγεσίας, ή απλά θα θέσουν όρους και περιορισμούς στον Αλέξη Τσίπρα όσον αφορά τον τρόπο λήψης των αποφάσεων. Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ θεωρούν ότι το πιθανότερο είναι πως θα του χρεώσουν προσωπικά την ήττα και θα επιχειρήσουν να τον θέσουν σε καθεστώς πολιτικής κηδεμονίας.
Μένει να αποδειχθεί εάν ο Αλέξης Τσίπρας θα αποδεχτεί έναν συμβιβασμό μαζί τους, ή θα επιμείνει στον αρχηγικό τρόπο που διηύθυνε πολιτικά τον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί ακόμα και μέχρι τώρα χειροκροτητές του να του ασκούν πια κριτική, αλλά είναι πολλοί που φοβούνται πως χωρίς τον Αλέξη Τσίπρα στο τιμόνι ο ΣΥΡΙΖΑ ίσως κινδυνεύσει να επιστρέψει σε μονοψήφιο ποσοστό.
Προς το παρόν, το Μέγαρο Μαξίμου δηλώνει πως η αντιπαράθεση με τη ΝΔ όχι μόνο θα συνεχιστεί, αλλά και θα κλιμακωθεί. Η ελπίδα, εξάλλου, και του ίδιου του πρωθυπουργού είναι ότι η μεγάλη διαφορά θα τρομάξει όσους φοβούνται τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα του Κυριάκου Μητσοτάκη, με αποτέλεσμα ο ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές να αυξήσει τη συσπείρωσή του και να μειώσει κάπως τη διαφορά, ή τουλάχιστον να αποτρέψει το περαιτέρω άνοιγμα της ψαλίδας. Σε κάθε περίπτωση ο χρόνος μέχρι την 7η Ιουλίου θα χρησιμοποιηθεί από τον Αλέξη Τσίπρα όχι μόνο στη μάχη εναντίον της ΝΔ, αλλά και στη διαχείριση του εσωκομματικού μετώπου