Στο τελείωμα των διαπραγματεύσεων, όπως τονίζουν από το Μέγαρο Μαξίμου ότι βρισκόμαστε, οι δανειστές εγείρουν νέες αξιώσεις και βάζουν στο τραπέζι επιπλέον μέτρα ναρκοθετώντας την επικείμενη (;) συμφωνία. Τα «γκρίζα σημεία» είναι αρκετά και πιθανόν ο λογαριασμός να αυξηθεί πολύ περισσότερα απ’ ότι αρχικά υπολογίζονταν.
Κατ’ αρχήν, η συμφωνία εστάλη στην κυβέρνηση από τους δανειστές στην αγγλική γλώσσα και όσοι προχώρησαν στη μετάφραση τους είδαν μέτρα και «παγίδες» που μέχρι εκείνη την ώρα δεν είχε διαφανεί στις διαπραγματεύσεις ή τουλάχιστον η κυβέρνηση πίστευε πώς δεν θα μπουν τελικώς στο τραπέζι.
Ξεκινάμε από το άνοιγμα των καταστημάτων της Κυριακές. Οι δανειστές θέλουν τα καταστήματα να ανοίγουν 32 Κυριακές το χρόνο, όταν σήμερα είναι ανοιχτά ορισμένες ημέρες. Εκ μέρους του υπουργείου Εργασίας αναφέρεται ότι τα καταστήματα δεν θα ανοίγουν όλες τις Κυριακές «αλλά βάλαμε στο τραπέζι τις τουριστικές περιοχές και τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου που στην Ελλάδα είναι μεγάλη».
Σύμφωνα με πληροφορίες, διερευνάται η συμβιβαστική λύση συζητώντας δύο θέματα: Την τυπική διάρκεια της τουριστικής περιόδου που θα οριστεί στα κείμενα (και που δεν αποκλείεται να αυξηθεί από τους τέσσερις στους πέντε μήνες, μέσα Μαΐου με μέσα Οκτωβρίου) και τον ορισμό της τουριστικής περιοχής. Ο ορισμός της τουριστικής περιοχής αφορά και την Αθήνα για παράδειγμα τις περιοχές που είναι κοντά στη θάλασσα όχι ωστόσο για παράδειγμα γειτονιές όπως η Νέα Σμύρνη.
Σε μία περίοδο ωστόσο που η κατανάλωση είναι περιορισμένη λόγω της δραματικά μειωμένης αγοραστικής δυνατότητας είναι καταστροφικό για τις μικρές επιχειρήσεις να ανοίγουν και τις Κυριακές. Αυτό σημαίνει πώς πολλές δεν θα αντέξουν τα επιπλέον έξοδα και θα οδηγηθούν στο λουκέτο. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν πώς το μέτρο αυτό ευνοεί τα πολυκαταστήματα και τις πολυεθνικές εταιρείες.
Ενδεικτικά αναφέρεται πώς σε μία χώρα που είναι ιδιαίτερα τουριστική, όπως η Αυστρία τα καταστήματα δεν ανοίγουν καμία Κυριακή, ενώ το καθεστώς που υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα ισχύει και σε αρκετές άλλες χώρες.
Ένα άλλο θέμα που θα φέρει την κυβέρνηση σε ρήξη με τους φαρμακοποιούς είναι η πώληση των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων και εκτός των φαρμακείων. Είναι ένα θέμα που υπάρχει σε παλαιότερη εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ και είχε προκαλέσει τη σύγκρουση των δύο πλευρών. Είναι ένα μέτρο που επίσης λειτουργεί υπέρ των μεγάλων καταστημάτων και ειδικά των σούπερ μάρκετ και σε βάρος των φαρμακείων.
Πάμε όμως στα πιο σοβαρά ζητήματα, αφού για την μείωση του αφορολόγητου, το οποίο αναμένεται να ισχύσει από το 2020 και μετά, οι δανειστές απαιτούν να υπάρξει και η σύμφωνη γνώμη της Νέας Δημοκρατίας με το σκεπτικό ότι η θητεία της νυν κυβέρνησης λήγει το 2019. Επίσης ζητείται να υπάρξει έγκρισή της μείωσης του αφορολόγητου και από ομάδα συνταγματολόγων για να μην αμφισβητηθεί στη συνέχεια και ανατραπεί.
Με λίγα λόγια οι δανειστές «δένουν» την κυβέρνηση και αυτήν και την επόμενη που θα προκύψει στην υλοποίηση της μείωσης του αφορολόγητου. Μέτρο το οποίο θα κοστίσει έως και 650 ευρώ στα ελληνικά νοικοκυριά το χρόνο, ενώ θα πληγούν κυρίως τα μικρομεσαία εισοδήματα. Δεν είναι όμως μόνο το αφορολόγητο με το οποίο παγιδεύουν την κυβέρνηση οι δανειστές, αλλά και οι περικοπές στις συντάξεις.
Πέραν της προσωπικής διαφοράς που κόβεται έως και 22% (κάτι που μεταφράζεται σε απώλειες έως και 350 ευρώ το μήνα), εγκυμονεί ο κίνδυνος των περικοπών στις επικουρικές συντάξεις και βεβαίως για να συμπληρωθεί το ποσό που απαιτείται να κοπεί υπάρχει το ενδεχόμενο να επιβληθούν επιπλέον μέτρα ύψους 450 εκατ. ευρώ από το 2018 με περικοπές επιδομάτων ανεργίας, τέκνων, φτώχειας και φυσικών καταστροφών, στήριξης οικογενειών και επιπλέον μείωση του επιδόματος θέρμανσης.
Ζήτημα υπάρχει και με τον αριθμό των συμβασιούχων. Το ΔΝΤ ζητάει ο αριθμός τους όχι μόνο να μην αυξηθεί, αλλά πρέπει να μειωθεί από 49.448 τον Δεκέμβριο του 2016 σε 49.104 τον ίδιο μήνα του 2017 και σε 48.420 τον Δεκέμβριο του 2019. Παράλληλα το μνημόνιο του ΔΝΤ απαιτεί νομοθεσία για την προάσπιση της διαφάνειας, την αξιολόγηση και την κινητικότητα, καθώς και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων (άρα νέες περικοπές) για τα ειδικά μισθολόγια. Ο λόγος της μιας πρόσληψης για κάθε πέντε αποχωρήσεις θα γίνει ένα προς τρία το 2018 εφόσον τηρούνται οι δημοσιονομικοί στόχοι.
Όσον αφορά στα αντίμετρα, που η κυβέρνηση έχει επενδύσει πάρα πολύ για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους, στην προσπάθεια να περάσει τη συμφωνία, αυτά θα ισχύσουν μόνο αν επιτευχθεί πλεόνασμα 3,7%. Σε αντίθεση με ότι γνωρίζαμε ως τώρα, το τεχνικό κείμενο του ΔΝΤ αναφέρει ότι τα αντίμετρα θα εφαρμόζονται όχι όταν η κυβέρνηση πετύχει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, αλλά μόνο αν υπάρχει ένα περιθώριο 0,2% πάνω από το 3,5%.
Τέλος, άλλη μία κοροϊδία φαίνεται να προκύπτει από την μείωση του ΕΝΦΙΑ. Η κυβέρνηση διαφημίζει τη μείωση του, αλλά την ίδια στιγμή το ποσό των 2,7 δις ευρώ που πρέπει να μπει στα δημόσια ταμεία απ’ αυτό το χαράτσι δεν μειώνεται, αλλά διατηρείται. Συνεπώς κάποιοι θα χρειαστεί να πληρώσουν περισσότερα για να καλυφθεί η διαφορά αν μειωθεί ο ΕΝΦΙΑ για ορισμένες κοινωνικές ομάδες ή εισοδήματα.