Δεν θα ήταν τίποτα ιδιαίτερο, εάν εμείς, οι αμαρτωλοί και με πάθη άνθρωποι, αγαπούσαμε πρώτα τον Θεό, ο Οποίος οφθαλμοφανώς συνέχεια μας παρέχει αμέτρητες ευεργεσίες, επειδή η αγάπη προς τον ακούραστο και πλουσιοπάροχο Ευεργέτη μας είναι το πρώτο καθήκον μας.
Αλλά ούτε αυτό δεν κάναμε, επειδή οι αμαρτίες μας έκαναν εχθρούς του Θεού και εξοργισθήκαμε ενάντια στον Θεό. Η αμαρτία είναι εχθρότητα προς τον Θεό. Και ακόμα: η αμαρτία είναι μίσος προς τον Θεό.
Συρόμενοι από τη φιλαμαρτία, οι άνθρωποι αγαπούν τις ηδονές των αμαρτιών τους και μισούν τον Θεό και τις ιερότητές του. Όποιος αγαπά την αμαρτία, δεν μπορεί ταυτόχρονα να αγαπά τον Θεό, επειδή η αμαρτία ως προς την φύση της είναι αντιθεϊκή δύναμη, θεοαντίπαλη και θεομαχόμενη.
Υποδουλώνοντας τον εαυτό τους εκούσια στις αμαρτίες, οι άνθρωποι ενστερνίζονται τη δύναμη που διαρκώς πολεμά τον Θεό, Τον εχθρεύεται και μισεί τον Θεό. Με τον χρόνο αυτή η δύναμη παραλύει την ψυχή του ανθρώπου τόσο, ώστε εκείνη δεν αισθάνεται τον Θεό, ούτε καν αποδέχεται τον Θεό και αρχίζει να ισχυρίζεται πως δεν υπάρχει Θεός.
Η φιλαμαρτία πάντα, σε τελευταία ανάλυση, οδηγεί στην αθεΐα, στην θεομαχία: αρνείται τον Θεό και πολεμά όλα τα του Θεού.
Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς
Ερμηνεία των Επιστολών του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, εκδόσεις εν Πλώ