Να ποια είναι η απάντηση στον καημό και τον πόνο του θανάτου που μας κατατρέχει και μας απομειώνει τη δύναμη της ζωής και τη χαρά της υπάρξεως. Η ψυχή μας προσλαμβάνεται από τον Κύριο και δημιουργό της και κρατείται στην αγκάλη και τας χείρας Του.
Του Σταμάτη Μιχαλακόπουλου / Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας
Στον τελευταίο Παρακλητικό Κανόνα προς την Υπεραγία Θεοτόκο, της ιεράς περιόδου του δεκαπενταύγουστου, χοροστάτησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, την Κυριακή 13 Αυγούστου, στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς.
Ο Ναός της Ευαγγελίστριας στον Πειραιά πανηγυρίζει την εορτή της Κοιμήσεως της Παναγίας.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου μετά το πέρας της ακολουθίας, ήταν αφιερωμένη στο πρόσωπο της Παναγίας, που είναι «το σκεύος της εκλογής, η αμίαντος και αμόλυντος Κόρη, η άμεσος συνεργός του Θεού στο έργο της θείας οικονομίας», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.
Η Υπεραγία Θεοτόκος, συνέχισε, ενώνει τη ζωή με τον θάνατο και απαντάει στο πιο καυτό ερώτημα που απασχολεί όλους τους ανθρώπους.
Πιο συγκεκριμένα τόνισε:
«Ο Απόστολος Παύλος μας λέει ότι ο έσχατος εχθρός του ανθρώπου είναι ο θάνατος. Δεν έχει σημασία ποιος είσαι ή τι είσαι. Αλλά θα διέλθεις δι᾽ αυτού του περάσματος, του Πάσχα. Πάσχα στα εβραϊκά σημαίνει πέρασμα. Γι᾽ αυτό και λέμε τον δεκαπενταύγουστο, Πάσχα του καλοκαιριού. Είναι ένα πέρασμα, μια διάβαση. Ο θάνατος λοιπόν είναι ένα πέρασμα. Και αυτό μας το απέδειξε η Κοίμηση και η Μετάσταση της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Ποιος μπορεί να ξεδιαλύνει το μυστήριο του θανάτου; Μόνο ο Αναστάς Ιησούς Χριστός ο οποίος συνέτριψε τον θάνατο. Αλλά το ερώτημα παραμένει. Και μετά την ανάσταση του Χριστού εξακολουθούμε να πεθαίνουμε, να υποκείμεθα στην ασθένεια και τις δοκιμασίες, τα γηρατειά και την ανημπόρια. Σε αυτά τα ερωτήματα απαντά η Κοίμηση της Θεοτόκου.»
Η Υπεραγία Θεοτόκος πέρασε και αυτή μέσα από τη διάβαση του θανάτου. Στην εικόνα της Κοιμήσεως, εικονίζεται να κοιμάται στο νεκροκρέβατο της, όμως η ψυχή Της δεν κατεβαίνει στον Άδη, αλλά πηγαίνει στα χέρια του Υιού Της.
Ο Χριστός προσλαμβάνει την ψυχή της Παναγίας Μητρός Του και το πανάγιο σκήνωμα Της, το οποίο οι Απόστολοι κήδευσαν στον τάφο της Γεθσημανή, δεν υποβάλλεται στην κυτταρική σήψη και την φθορά. Αλλά πνευματοποιηθέν, μεθίσταται στον ουρανό και ενώνεται με την ψυχή Της.
Κι έτσι η Παναγία είναι ο πρώτος άνθρωπος, μετά τον θεάνθρωπο, που απολαμβάνει της Αναστάσεως και είναι το εχέγγυο της σωτηρίας, η βεβαίωση και της δικής μας αναστάσεως.
«Να ποια είναι η απάντηση στον καημό και τον πόνο του θανάτου που μας κατατρέχει και μας απομειώνει τη δύναμη της ζωής και τη χαρά της υπάρξεως. Η ψυχή μας προσλαμβάνεται από τον Κύριο και δημιουργό της και κρατείται στην αγκάλη και τας χείρας Του.
Και το σώμα μας εναποτίθεται στη γη. Και από τη γη αυτή πιστεύουμε, όπως συνέβη με την Υπεραγία Θεοτόκο, ότι κι εμείς θα αναστηθούμε.
Γι᾽ αυτό και η Εκκλησία αντιτίθεται στην λεγομένη καύση των νεκρών, διότι το σώμα μας σπείρεται εντός της γης με την πίστη της Αναστάσεως. Γι᾽ αυτό και οι χώροι που αποτίθενται τα κεκοιμημένα πρόσωπα λέγονται κοιμητήρια. Κοιμώμεθα άχρι της ώρας εκείνης, όταν θα ακουστεί η ευκταία φωνή του Κυρίου της δόξης.»
Η Υπεραγία Θεοτόκος λοιπόν, συνέχισε ο Σεβασμιώτατος, απαντά στο μεγάλο δίλημμα του θανάτου, ενώνει τη ζωή με τον θάνατο. Είναι η βεβαιότητα ότι καθώς αναχωρούμε από τον κόσμο αυτόν, μεταβαίνουμε από την φθορά στην αφθαρσία. Είναι η έμπνευση και η απάντηση σε όλη την υπαρξιακή μας αγωνία. Η δύναμη που μας χαρίζει την δυναμική υπέρβαση όλων των προβλημάτων, των αντινομιών και των περισπασμών του κόσμου ετούτου.
Υπάρχει όμως, συμπλήρωσε, μία προϋπόθεση. Ότι όλοι εμείς, οι βαπτισμένοι στο όνομα της Αγίας Τριάδος, τα μέλη του Σώματος του Χριστού, οι ανήκοντες στην Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία, καλούμαστε με όλη αυτή την λατρεία, την πίστη, την παρουσία, την παρρησία, την χάρη της Υπεραγίας Θεοτόκου στη ζωή της Εκκλησίας και τη ζωή όλων μας, να αποβούμε εκούσια τα δικά Της παιδιά.
Και κατέληξε τον λόγο του:
«Η Παναγία ομοιάζει όπως η όρνις που με τα φτερά της σκεπάζει τα νοσσία της. Όλοι εμείς με την εμπιστοσύνη μας σε Εκείνη, όπως τα παιδιά, προσφεύγουμε στην αγάπη Της για να εμπνευστούμε, να φωτιστούμε, να πορευτούμε μέσα στη ζωή με την ακατάλυτη πίστη κι ελπίδα στο πανάχραντο πρόσωπο Της.».