Ίσως το πρόσωπο του Θεού, του λεγόμενου Γιαχβέ για τους Εβραίους, να απεικονίζεται σε ειδώλια που εντοπίστηκαν σε χώρους στο Ισραήλ, σύμφωνα με βετεράνο αρχαιολόγο, με τη συγκεκριμένη θεωρία να έχει προκαλέσει αντιδράσεις.
Ο Δρ. Γιόσεφ Γκαρφίνκελ, βετεράνος αρχαιολόγος από το Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, διατύπωσε μια θεωρία με βάση την οποία τρία μικρά πήλινα ειδώλια που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα στους αρχαιολογικούς χώρους του Χιρμπέτ Κεϊγιάφα και του Μόζα, καθώς και δύο παρόμοια εκθέματα που είχαν παρουσιαστεί στο Μουσείο του Ισραήλ, στην πραγματικότητα είναι απεικονίσεις του Γιαχβέ, του Θεού των Ισραηλιτών που αναφέρεται στην εβραϊκή Βίβλο.
Σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο «Biblical Archaeological Society Online Archive», ο κ. Γκαρφίνκελ διευκρίνισε ότι οι μορφές, που πιστεύεται ότι δημιουργήθηκαν μεταξύ του δέκατου και του ένατου αιώνα π.Χ., δηλαδή περίπου χίλια χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού, ενδέχεται να χρησίμευαν ως παραστάσεις του Θεού σε θρησκευτικές τελετές.
Ο ίδιος, μεταξύ άλλων, επισημαίνει:
«Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών μας στο Χιρμπέτ Κεϊγιάφα, μόνο μια φιγούρα βρέθηκε στην οχυρωμένη πόλη που χρονολογείται από τις αρχές του δέκατου αιώνα π.Χ.. Μάλιστα, είναι φτιαγμένη από πηλό, το κεφάλι του ειδώλου έχει ύψος περίπου 5 εκατοστών, με επίπεδη κορυφή, με μάτια που προεξέχουν, αυτιά και μύτη».
Τρεις από τις πέντε φιγούρες λέγεται ότι αντιπροσωπεύουν έναν αναβάτη σε ένα άλογο, με τα δύο ειδώλια των ζώων να έχουν εντοπιστεί στον αρχαιολογικό χώρο του Μόζα.
Ως εκ τούτου, ο Γκαρφίνκελ εξήγησε ότι η έννοια «του Θεού που ιππεύει» αναφέρεται επανειλημμένα στα βιβλικά κείμενα, όπως στο Δευτερονόμιο, στα βιβλία Γ' και Δ' Βασιλειών, στους Ψαλμούς και στον Ησαΐα.
Σύμφωνα με τον επιστήμονα, οι φυσικές απεικονίσεις του Γιαχβέ μέσω των πήλινων γλυπτών μπορεί να ήταν μια τοπική παράδοση που σταμάτησε να χρησιμοποιείται μετά τον 9ο αιώνα π.Χ., με βάση τα σημερινά αρχαιολογικά στοιχεία.
Έτσι, ενδέχεται να εξηγείται και η ύπαρξη των ειδωλίων παρά την έλλειψη παράδοσης για την απεικόνιση του Κυρίου σε ιουδαϊκά κείμενα.
Ωστόσο, η Σούα Κισίλεβιτς και ο Οντέντ Λίπσιτς, συν-διευθυντές του χώρου ανασκαφής του Τελ Μότζα, έχουν απορρίψει τη θεωρία του Γκαρφίνκελ. Σε μια δήλωση που επικαλούνται οι «Times Of Israel», οι αρχαιολόγοι χαρακτήρισαν την ιδέα των φυσικών απεικονίσεων του Εβραϊκού Θεού ως «καθαρό συναισθηματισμό που εξυπηρετεί τη λαϊκή, δημιουργημένη απαίτηση για παρουσίαση μιας αβάσιμης και -στην καλύτερη περίπτωση- αμφιλεγόμενης αναγνώρισης ως πραγματικής».
Μάλιστα, είναι εξοργισμένοι με τη δήθεν΄άγνοια του Γκαρφίνκελ σχετικά με τις «υπάρχουσες επαγγελματικές έρευνες και μελέτες» αλλά και με «την αποφυγή οποιασδήποτε αναφοράς στις δημοσιεύσεις όσων έκαναν τις ανασκαφές».
Παρ' όλα αυτά, ο Γκαρφίνκελ εμμένει στη θεωρία του και υποστηρίζει ότι πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια υπήρξε αποσύνδεση μεταξύ θεολογικών κανόνων και πρακτικών. Επίσης, ισχυρίζεται πως «όπως γίνεται σε κάθε ανακάλυψη, κάποιοι θα την αποδεχθούν και κάποιοι θα την απορρίψουν».