Το ζήτημα του χωρισμού Εκκλησίας – Κράτους επαναφέρει με άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» ο πρώην υπουργός Παιδείας, κ. Νίκος Φίλης. Με τίτλο «ο χωρισμός Εκκλησίας – κράτους έχει ωριμάσει» ο κ. Φίλης σημειώνει πως παρά το γεγονός ότι το Σύνταγμα καθιερώνει την ελευθερία της συνείδησης και το δικαίωμα κάθε πολίτη να πιστεύει σε όποιον Θεό θέλει ή και να μην πιστεύει ακόμη «η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική, σε συνθήκες μάλιστα «θρησκευόμενου Κράτους και πολιτευόμενης Εκκλησίας»».
Αναφερόμενος στο σκάνδαλο του Βατοπεδίου ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει πως θεσμοί όπως και η Εκκλησία συνετέλεσαν στη σημερινή κρίση. «Όπως η πολιτική εξουσία επιβάλλεται να προχωρήσει σε αυτοκριτική και ανατροπές, με πρώτο βήμα την κατάρρευση του δικομματισμού, έτσι κι άλλες εξουσίες πρέπει να αντιληφθούν την ανάγκη της αυτοκριτικής. Άλλωστε ο Χριστός δεν είναι που μίλησε για μετάνοια;» γράφει ο Νίκος Φίλης.
Για το μάθημα των Θρησκευτικών ο βουλευτής σημειώνει την «απαίτηση της Ιεραρχίας για συναπόφαση κατά παράβαση μάλιστα ακόμη και του ισχύοντος Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος που προβλέπει συνεργασία με την Πολιτεία. Ελπίζω ότι η εφαρμογή των νέων αναλυτικών προγραμμάτων με τους φακέλους των μαθητών που θα διανεμηθούν με τη νέα χρονιά, θα δώσουν τη δυνατότητα από μάθημα ομολογιακό να γίνει μάθημα γνώσης των θρησκειών».
Για το ζήτημα της καύσης των νεκρών, ο Νίκος Φίλης σημειώνει «καθυστέρηση ιδιωτικών αποτεφρωτηρίων».
Για την εκκλησιαστική περιουσία και μισθοδοσία των κληρικών ο πρώην υπουργός γράφει πως «χρειάζεται άμεσο σχέδιο άμεσων μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων λύσεων. Είναι περίεργο στη χώρα μας να μισθοδοτούνται 10.000 ιερείς έναντι 8.000 γιατρών του ΕΣΥ».
Και καταλήγει: «Αν για την οικονομία υπάρχει το πραγματικό άλλοθι της Τρόικας, για την εκκρεμότητα στις σχέσεις Εκκλησίας – Πολιτείας ποιο άλλοθι υπάρχει; Η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν πρέπει να υποκύψει σε ψηφοθηρικές λογικές. Πολύ περισσότερο που στην κοινωνία έχει ωριμάσει το αίτημα για τον σταδιακό χωρισμό Εκκλησίας – Κράτους, όπως έχει καταγραφεί στις δημοσκοπήσεις με ποσοστό άνω του 60%».