Τον πρωταρχικό και ουσιαστικό ρόλο που διαδραμάτισε η Εκκλησία στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, για την επιτυχή έκβαση του ιερού αγώνος και την εκπλήρωση του κοινού εθνικού σκοπού, επισημαίνει ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος.
Στη δημόσια παρέμβασή του ο φωτισμένος Ιεράρχης τονίζει τα εξής: «Με την Επανάσταση του 1821 ὁ ελληνικός λαός έμεινε στη βάση του πάντοτε ενωμένος στον αγώνα για την ελευθερία του υπηρετώντας έναν εθνικό και ιερό σκοπό. Αγωνίστηκε «για του Χριστού την πίστη την αγία και της Πατρίδας την ελευθερία». Αυτός ο κοινός εθνικός σκοπός απετέλεσε και θα συνεχίσει να αποτελεί την απάντηση σε όλους εκείνους, οι οποίοι διερωτώνται: «τί ένωνε αυτόν τον λαόν στον αγώνα του αυτό;».
Όπως σημειώνει, «χαρακτηριστικό της ιδιοπροσωπίας της Ελληνικῆς Επαναστάσεως του 1821 ήταν και ο πρωταρχικός και ουσιαστικός ρόλος της Εκκλησίας, η οποία δεν συμμετείχε απλά και επιστηρικτικά στον αγώνα αυτό, αλλά καθοριστικά εμψύχωνε, στήριζε και συνέβαλλε στον αγώνα του λαού. Σε καμία άλλη Επανάσταση η Εκκλησία δεν πρωτοστάτησε σύσσωμη, συμβάλλοντας θετικά στην αίσια έκβαση του όλου εγχειρήματος, όπως συνέβη στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Γι’ αυτό και αποτελεί την τροφό του Γένους και ολόκληρου του αγώνα.
Προσέφερε ως πρωτεργάτης της Ελληνικῆς Επανάστασης αγωνιστές κληρικούς όλων των βαθμών, αρχιερείς, πρεσβυτέρους, διακόνους και μοναχούς. Έδωσε χρήματα, κτήματα και κάθε πολύτιμο είδος για την οικονομική στήριξη και ενίσχυση του αγώνα. Πρωταγωνίστησε ώστε να διασωθεί η ελληνική γλώσσα και η παιδεία των Νεοελλήνων και διετήρησε αναλλοίωτα τα ήθη, τα έθιμα και τις τοπικές παραδόσεις, επειδή θεωρούσε και συνεχίζει να θεωρεί ότι αποτελούν δομικά στοιχεία της ιδιοπροσωπίας του Νεοέλληνα».
«Η Εκκλησία συμμετείχε ενεργά στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 προβάλλοντας ως πρότυπα ζωής, ήθους και αυταπάρνησης, τους αγίους και μάρτυρες της πίστης Της. Με τη συμμετοχή Της αυτή επιβεβαιώνει ότι η αξία του γνήσιου, ανόθευτου και απαραχάρακτου πατριωτισμού εκφράζεται ως αγάπη και θυσία για την πατρίδα και ως σεβασμός στα δικαιώματα των άλλων λαών.
Η Εκκλησία μεταλαμπαδεύει αυτό ως γνήσιο πατριωτικό ήθος, δηλαδή ως αγάπη προς όλους τούς άλλους, αφού λαοί που αγαπούν και σέβονται όλους τους άλλους λαούς και τα έθνη ξέρουν να αγαπούν και να πεθαίνουν και για την πατρίδα τους. Αυτό σημαίνει γνήσιος πατριωτισμός. Όχι μίσος, αντιπαράθεση ή διεκδίκηση δικαιωμάτων άλλων, αλλά σεβασμός, αποδοχή και ανεκτικότητα. Ο γνήσιος αυτός πατριωτισμός εκφράστηκε στο Γένος των Ελλήνων αγωνιστών, ως εθνικό φιλότιμο και λεβεντιά, δύο έννοιες ελληνικές, οι οποίες παραμένουν δυσμετάφραστες στις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες», καταλήγει ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος.