Με μία ακόμη διαπραγματευτική αποτυχία και με πιο σκληρά μέτρα επιστρέφουν οι υπουργοί Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος και Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου από τις Βρυξέλλες. Το ΔΝΤ και το Βερολίνο σε απόλυτη ταύτιση απόψεων πιέζουν ακόμη πιο πολύ την κυβέρνηση να δεχθεί τη μείωση των συντάξεων και μάλιστα από το 2019, παρά το γεγονός ότι αρχικά φάνηκαν οι δανειστές να δέχονται την πρόταση του Μεγάρου Μαξίμου για το «τσεκούρι» στις συντάξεις από το 2020.
Ο κύκλος των επαφών που είχε ο Αλέξης Τσίπρας (συνομίλησε τόσο με την Άνγκελα Μέρκελ η οποία για ακόμη μία φορά δήλωσε «αναρμόδια», αλλά και με την επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ) φέρεται να μην απέδωσε, αν και σύμφωνα με το Μέγαρο Μαξίμου οι τηλεφωνικές επικοινωνίες του πρωθυπουργού συνεχίζονται, όπως και οι κατ’ ιδίαν επαφές του. Σήμερα συναντά τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τούσκ.
Τα μηνύματα ωστόσο ήταν άσχημα πριν καν ξημερώσει η σημερινή ημέρα, αφού το… δείπνο της ελληνικής ομάδας διαπραγμάτευσης με Ευρωπαίους αξιωματούχους κατέληξε σε ναυάγιο για ακόμη μία φορά. Η κυβέρνηση συνεχίζει να καταλογίζει ευθύνες στο ΔΝΤ και στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αφού και οι δύο θεωρούν πώς το πλεόνασμα του 3,5% για το 2019 αποτελεί «αγκάθι» στις διαπραγματεύσεις και αξιώνουν όλα τα μέτρα λιτότητας ύψους 2% του ΑΕΠ (3,6 δις ευρώ από το αφορολόγητο και τις συντάξεις) να εφαρμοστούν από το 2019.
Αρχικά οι Θεσμοί φέρονται να είχαν συμφωνήσει να εφαρμοστεί το 1% του ΑΕΠ των μέτρων το 2019 και στη συνέχεια, το υπόλοιπο 1% του ΑΕΠ από το 2020. Τελικώς και αυτή την άτυπη συμφωνία την «καταπατούν» οι δανειστές. Η μόνη που φέρεται να στηρίζει κάπως τις ελληνικές θέσεις είναι η Κομισιόν, αλλά δεν είναι αυτή που λαμβάνει τις αποφάσεις.
Να σημειωθεί πώς χθες υπήρξε ένα δημοσίευμα των Financial Times, σύμφωνα με το οποίο απορρίφθηκε από τους δανειστές η συμφωνία της 23ης Μαρτίου από τον Αλέξη Τσίπρα λόγο πολιτικού κόστους. Το δημοσίευμα αυτό ανέφερε πώς η συμφωνία προέβλεπε περαιτέρω περικοπές συντάξεων το 2019, μερικούς μόνο μήνες πριν από τις επόμενες προγραμματισμένες εκλογές.
Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα υπό τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, Γιώργο Χουλιαράκη και Έφη Αχτσιόγλου επιστρέφει σήμερα στην Αθήνα και οι συνομιλίες θα συνεχιστούν με τηλεδιασκέψεις. Ο Γερούν Ντάισελμπλουμ ο οποίος συμμετείχε στη συνάντηση με τους υπουργούς από την Αθήνα, αμέσως μετά την ολοκλήρωσή της έγραψε στο twitter ότι σημειώθηκε «καλή πρόοδος και οι συζητήσεις θα συνεχιστούν την Τετάρτη». Αυτό μοιάζει με δούλεμα ψιλό γαζί που λέμε.
Πλέον το Μέγαρο Μαξίμου ποντάρει στις επαφές που θα έχει ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά και απ’ αυτές δεν έχει να περιμένει πολλά. Σε λίγη ώρα υποδέχεται τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ και κατά πληροφορίες θα ακολουθήσουν από τον ίδιο ανακοινώσεις για την πορεία της διαπραγμάτευσης. Με αφορμή άλλωστε την επίσκεψη Τουσκ όλα δείχνουν πως θα αδράξει την ευκαιρία να θέσει το ζήτημα στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο.
Ο πρωθυπουργός άλλωστε τις τελευταίες μέρες είναι σε «ανοικτή γραμμή» με όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Μένει επομένως να ανοίξει τα χαρτιά του αναφορικά με το ποιες πρωτοβουλίες θα ζητήσει να ληφθούν για να ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση.
Το μόνο σίγουρο είναι πως ο χρόνος τελειώνει, καθώς οι πιθανότητες για Staff Level Agreement ως το Eurogroup της Παρασκευής στην Μάλτα μοιάζουν μηδαμινές, ενώ σε λίγες μέρες ξεκινά η Μεγάλη Εβδομάδα (για Ορθοδόξους και Καθολικούς) και αμέσως μετά η προσοχή όλων στρέφεται στη Σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον (21-24 Απριλίου).
Η μόνη θετική εξέλιξη που μπορεί να πετύχει η ελληνική πλευρά είναι η επιστροφή των εκπροσώπων των δανειστών. Κατά τα άλλα όπως βεβαιώνουν πηγές πολύ κοντά στις διαπραγματεύσεις το μόνο που ουσιαστικά εκκρεμεί είναι μια πολιτική απόφαση από την πλευρά του Αλέξη Τσίπραώστε να πέσουν οι τελικές υπογραφές στην περικοπή των συντάξεων από το 2019.
Σε κάθε περίπτωση η «αφαίμαξη» για τους συνταξιούχους θα είναι πολύ μεγάλη, με ποσοστά μειώσεων που θα ξεπερνούν το 30% για συντάξεις άνω των 1.000 ευρώ. Παράλληλα οι συνταξιούχοι που λαμβάνουν από 700 και 1.000 ευρώ μεικτά θα υποστούν από το 2019 μια μείωση πραγματικού εισοδήματος ακόμη και πάνω από 1.200 ευρώ το χρόνο εξαιτίας και της μείωσης του αφορολόγητου από τα 8.636 ευρώ στα 5.600 ευρώ.