«Ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾽ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ» (Γαλ. 6,16)
Λίγα λεπτὰ θὰ σᾶς ἀπασχολήσω, ἀγαπητοί μου. Διότι ὑπάρχουν καὶ πολλοὶ ποὺ λένε· Σύντομα, σύντομα! σύντομο τὸ κήρυγμα, σύντομα ἡ ψαλμῳδία, σύντομα ἡ θεία λειτουργία… Αὐτὰ τὰ λένε ἐκεῖνοι ποὺ ἐμφανίζονται στὴν ἐκκλησία σπανίως, σὰν τοὺς κομῆτες. Αὐτοὶ θέλουν νὰ τὰ περικόψουμε ὅλα. Ἀλλοῦ δὲν κουράζονται, στὴν ἐκκλησία κουράζονται καὶ κοιτάζουν τὸ ρολόι. Ἐν πάσῃ περιπτώσει ἐγὼ λίγα λεπτὰ θὰ σᾶς ἀπασχολήσω.
Ἀκούσατε τὸν ἀπόστολο, ἀκούσατε τὸ εὐαγγέλιο; Λίγοι στίχοι εἶνε. Καὶ ὅμως ἐπάνω σ᾽ αὐτούς, ἐὰν καὶ ἐσεῖς εἴχατε τὴν ὑπομονὴ καὶ ἐμεῖς εἴχαμε τὴ δύναμι, πολλὰ κηρύγματα θὰ μποροῦσαν νὰ γίνουν· γιατὶ κάθε στίχος, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, εἶνε πέλαγος, ὠκεανὸς θεϊκῶν νοημάτων. Χάριν συντομίας λοιπὸν ἀπ᾽ ὅλους αὐτοὺς τοὺς στίχους θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ προσέξουμε ἕναν μόνο στίχο ἀπὸ τὸν ἀπόστολο. Εἶνε αὐτὸς ποὺ ἀκούσατε στὴν ἀρχή· «Ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾽ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ» (Γαλ. 6,16).
Ἐδῶ ὁ ἀπόστολος μιλάει γιὰ κάποιον «κανόνα». Ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ κανόνας;
Κανόνας, ἀγαπητοί μου, λέγεται κάθε τι ποὺ χρησιμοποιοῦμε γιὰ νὰ ῥυθμίσουμε - νὰ τακτοποιήσουμε πράγματα ποὺ εἶνε σὲ ἀταξία.
- Κανόνας λέγεται ἕνα ῥαβδί, ἕνα μπαστούνι ἴσιο· κανόνας λέγεται ὁ χάρακας, ἡ ῥίγα ποὺ ἔχουν στὸ σχολεῖο. Μὲ τὸ χάρακα τὸ παιδὶ χαράζει πάνω στὸ χαρτὶ εὐθεῖες γραμμές. Χωρὶς τὸ χάρακα καὶ τὸ πιὸ ἐξασκημένο χέρι, καὶ τοῦ μηχανικοῦ τοῦ Πολυτεχνείου ἀκόμα, δὲν μπορεῖ νὰ σύρῃ μία τελείως εὐθεῖα γραμμή.
- Κανόνας λέγεται καὶ ἡ στάθμη ποὺ χρησιμοποιοῦν στὶς οἰκοδομές. Ὁ χτίστης εὐθυγραμμίζει τὸν τοῖχο ὁριζοντίως καὶ καθέτως. Γιατὶ ἂν ὁ τοῖχος δὲν εἶνε ἴσιος καὶ γέρνῃ, ὡς ἑτοιμόρροπος θὰ πέσῃ. Τὸ παιδὶ λοιπὸν χρησιμοποιεῖ τὸ χάρακα καὶ ὁ χτίστης τὴ στάθμη.
- Ἀλλ᾽ ἂν πᾶμε καὶ σ᾽ ἕνα καράβι κι ἀνεβοῦμε στὴ γέφυρα, θὰ δοῦμε ὅτι κ᾽ ἐκεῖ ὁ πλοίαρχος, ὁ καπετάνιος, δὲν ταξιδεύει ἂν προηγουμένως δὲν ἀνοίξῃ τὸν χάρτη καὶ ἂν δὲν ἔχῃ μπροστά του τὴν πυξίδα, ποὺ εἶνε τρόπον τινὰ ὁ κανόνας του. Μὲ ὁδηγὸ τὴν πυξίδα χαράζει πάνω στὸν χάρτη τὴν πορεία πλεύσεως, ποὺ θ᾽ ἀκολουθήσῃ τὸ σκάφος. Καὶ ἀλλοίμονο ἂν ξεφύγῃ ἀπὸ αὐτήν· κινδυνεύει νὰ πέσῃ σὲ Φαλκονέρες καὶ βράχια καὶ νὰ συντριβῇ.
Ὕστερα ἀπὸ τὰ παραδείγματα αὐτὰ ἐρωτῶ· ποιός εἶνε ὁ κανόνας ποὺ ἐννοεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος;
Εἶνε ὁ χάρακας τῶν παιδιῶν, ἡ στάθμη τοῦ οἰκοδόμου, ἡ πυξίδα τοῦ ναυτικοῦ; Τὸ νόημά του εἶνε βαθύτερο. Κάθε Χριστιανὸς πρέπει νὰ ἔχῃ τὸν κανόνα του. Ποιός εἶνε ὁ κανόνας αὐτός; Δὲν εἶνε ὁ κανόνας ποὺ βάζει ὁ πνευματικὸς στὴν ἐξομολόγησι, οὔτε ὁ κανόνας ποὺ ψάλλει ὁ ψάλτης στὴν ἀκολουθία· πρόκειται γιὰ ἄλλον κανόνα. Ποιός λοιπὸν εἶνε αὐτός;
Εἶνε ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶνε τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο· αὐτὸς εἶνε ὁ κανόνας κάθε Χριστιανοῦ. Καὶ γιὰ νὰ καταλάβουμε τί θέλει νὰ πῇ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, θ᾽ ἀπευθύνω μερικὰ ἐρωτήματα· ἕνα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε ἐρωτήματα, καὶ θὰ τελειώσω.
Ἀρχίζω θέτοντας τὸ πρῶτο ἐρώτημα στοὺς πλουσίους – ἂν καὶ εἶνε γεγονὸς ὅτι στὴν Ἐκκλησία ἔρχονται κυρίως τὰ φτωχαδάκια, ἡ μεσαία τάξι· σπανίως θὰ δῇς ἐφοπλιστὴ ἢ ἐργοστασιάρχη. Ἐν πάσῃ περιπτώσει ἐρωτῶ· Εἶσαι πλούσιος, ἔχεις χρήματα; Δὲν ἔχεις δικαίωμα νὰ ζήσῃς σύμφωνα μὲ τὰ κέφια σου· δὲν μπορεῖς λόγου χάριν νὰ πᾷς ἀπόψε στὰ κέντρα καὶ νὰ ξοδέψῃς χιλιάδες, τὴν ὥρα ποὺ δίπλα στὴ γειτονιά σου ὑπάρχουν τόσοι φτωχοὶ καὶ ἄρρωστοι. ὲν σοῦ δίνει τὸ δικαίωμα αὐτὸ ὁ Θεὸς καὶ τὸ Εὐαγγέλιο.
Δὲν μπορεῖς νὰ πῇς στὸν ἑαυτό σου σὰν τὸν ἄφρονα πλούσιο «Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθά…· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου» (Λουκ. 12,19). Δὲν εἶνε αὐτὸς ὁ κανόνας τοῦ βίου σου, ὄχι! Ὁ κανόνας σου εἶνε –τί ἄλλο– τὰ διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου. Θέλεις ν᾽ ἀκούσῃς; «Μὴ θησαυρίζετε», λέει, «θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς» (Ματθ. 6,19). Τί ἄλλο λέει· «Πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς» (ἔ.ἀ. 19,21). Αὐτὸ εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο, δὲν μπορεῖς νὰ τ᾽ ἀλλάξῃς. Εἶσαι λοιπὸν πλούσιος; μὴ θησαυρίζεις ἐδῶ στὴ γῆ, δίνε στὸν φτωχό.
Εἶσαι φτωχός; Μὴ ζηλεύεις αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὰ πλούτη. Μὲ τὸ Εὐαγγέλιο δὲν γίνεται κανεὶς ἑκατομμυριοῦχος· τὰ χρήματα συχνὰ ἀποκτῶνται μὲ ψέματα καὶ ἀδικίες. Νὰ ἔχῃς χαρὰ ἂν «μὲ τὸν ἱδρῶτα τοῦ προσώπου σου τρώγῃς τὸν ἄρτον σου» (Γέν. 3,19). Ἂν δὲν ἀδικῇς, δὲν κλέβῃς καὶ γενικὰ στὴ ζωή σου ἔχῃς ὡς κανόνα τὸ Εὐαγγέλιο, τότε, ἐνῷ σὲ σπίτια πλουσίων θὰ βλέπῃς κατάρα καὶ ὀργή, στὸ δικό σου θὰ δῇς τὴν εὐλογία, τὸ ἔλεος, τὴν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ ποὺ ἀκοῦμε στὴν ἐκκλησία· «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11). Εἶσαι φτωχός; μὴ ζηλεύεις τὸν πλούσιο, καὶ στὸ φτωχικό σου θὰ δῇς θαύματα.
Εἶσαι οἰκογενειάρχης; Πάρε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ κάνε το κανόνα, νὰ εἶνε τὸ «φῶς» καὶ «τὸ ἁλάτι» τοῦ σπιτιοῦ σου (Ματθ. 5,14,13). Μὴ ξεχνᾷς ὅτι ζῇς ὄχι στὸ 1900 ἀλλὰ σὲ ἐποχὴ κοσμογονική, ποὺ καὶ ἡ γυναίκα καὶ τὸ παιδὶ ἔχουν ἄλλα προβλήματα. Πρόσεξε νὰ μὴν παρασυρθῇς ἀπὸ τὶς μοντέρνες ἰδέες, ἀπ᾽ τὰ παγκόσμια ῥεύματα ποὺ πνέουν καὶ ζητοῦν νὰ ξερριζώσουν τὶς ἱερὲς παραδόσεις. Ὅ,τι συμφωνεῖ μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, κράτησέ το· ὅ,τι δὲν συμφωνεῖ, ἀπόρριψέ το. Ἂν ἔχῃς γραμμὴ πλεύσεως τὸ Εὐαγγέλιο, ἡ οἰκογένειά σου δὲν θὰ ναυαγήσῃ, θὰ ἔχῃ τὴν εὐλογία τοῦ οὐρανοῦ. Εἶσαι οἰκογενειάρχης; βάλε τὸ Εὐαγγέλιο νόμο στὸ σπίτι σου.
Εἶσαι ἔμπορος; Ὡς νόμο ἔχε ὄχι τὸ «Ἅρπαξε νὰ φᾶς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς» ἀλλὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Προσπάθησε νὰ μὴ σὲ νικήσῃ ὁ πειρασμὸς τῆς ἀπληστίας, ἡ αἰσχροκέρδεια· κράτα τὸν ἑαυτό σου ὥστε νὰ ζῇ μὲ τιμιότητα καὶ ἁπλότητα. Στὸ ἐμπόριο μὴ σὲ νικήσῃ τὸ εὔκολο κέρδος.
Θὰ πῇς ἴσως· Ἐγὼ οὔτε πλούσιος οὔτε φτωχὸς οὔτε οἰκογενειάρχης οὔτε ἔμπορος εἶμαι· εἶμαι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος. Ἔ, τότε ἀπευθύνω σ᾽ ἐσένα τὸ τελευταῖο ἀλλὰ καὶ σπουδαιότερο ἐρώτημα· Εἶσαι ἁμαρτωλός; αἰσθάνεσαι στὴ ῥάχι σου φορτίο, στὴ συνείδησί σου χρέος, πιέζουν τὴν ὕπαρξί σου ἁμαρτίες ποὺ ἔχεις διαπράξει; Πῶς θὰ ῥίξῃς ἀπὸ πάνω σου τὸ φορτίο, πῶς θὰ ἐξοφλήσῃς τὸ χρέος, πῶς θὰ φύγῃ ἡ πίεσι; Ὁ ἄνθρωπος μόνος του δὲν μπορεῖ νὰ σβήσῃ οὔτε τὴν παραμικρότερη ἁμαρτία, οὔτε ἕνα ψεματάκι, ἔστω καὶ ἂν ἐπὶ ἑκατὸ χρόνια νηστεύῃ μέσα σὲ μιὰ σπηλιὰ καὶ τὰ γόνατά του ἔχουν κάνει ῥόζο ἀπὸ τὶς μετάνοιες. Μόνο ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ λυτρώνει.
Εἶσαι λοιπὸν ἁμαρτωλός; χάραξε στὴ ζωή σου τὸν τίμιο σταυρὸ καὶ πίστευε ὅτι δι᾽ αὐτοῦ δίδεται ἡ ἄφεσις τῶν ἁμαρτιῶν καὶ ἡ λύτρωσις. Πάρε χάρακα καὶ χάραξε γραμμή, λεωφόρο, ποὺ ν᾽ ἀρχίζῃ ἀπὸ ἐδῶ στὴ γῆ καὶ νὰ φτάνῃ στὸν Ὠρίωνα, στὰ ἄστρα, στὸν οὐρανό, νὰ σὲ ὁδηγήσῃ μέσα στὸν παράδεισο. Ποιός εἶνε ὁ χάρακας αὐτός; Ὁ χάρακας, ὁ κανόνας –αὐτὸ εἶνε τὸ μυστικώτερο νόημα τοῦ ἀποστόλου–, εἶνε ὁ τίμιος σταυρός.
Οἱ νηστεῖες, οἱ προσευχές, τὰ καλὰ ἔργα χρήσιμα εἶνε κι αὐτά· δὲν τὰ ἀρνούμεθα, ἀλλιῶς θὰ γίνουμε προτεστάντες· ἀλλὰ παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα θὰ σὲ σώσῃ ἡ πίστις. Ποιά πίστις· ὅτι ὁ σταυρὸς ἄνοιξε τὸ δρόμο ποὺ φτάνει μέχρι τὸν «τρίτον οὐρανόν» (βλ. Β΄ Κορ. 12,2), ἐκεῖ ποὺ εἶνε ἡ ἁγία Τριάς. Πίστεψε στὸ Χριστό, ὅτι διὰ τοῦ σταυροῦ εἶνε ἡ ἄφεσις, ἡ συγχώρησις, ἡ ζωή, ὁ παράδεισος.
* * *
Καὶ γεννᾶται τώρα, ἀγαπητοί μου, τὸ ἐρώτημα· ῥυθμίζουμε τὴ ζωή μας κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο; εἶνε αὐτὸ ὁ κανόνας γιὰ τὴ ζωή μας στὴν οἰκογένεια, στὸ σχολεῖο, στὸ στρατό, στὰ δικαστήρια, παντοῦ; Πρὸ ἐτῶν (γύρω στὸ 1920), ἕνας εὐσεβὴς βουλευτὴς εἶπε στὴ βουλή, ὅτι τὸ ἔθνος μας πρέπει νὰ τὸ διοικήσουμε μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ τότε ὅλοι τὸν εἰρωνεύθηκαν· «Δὲν διοικοῦνται τὰ ἔθνη μὲ τὸ Εὐαγγέλιο»!
Μεγαλύτερη ὕβρις δὲν εἶχε λεχθῆ – γι᾽ αὐτὸ καὶ στὴ βουλὴ δὲν ὑπάρχει εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλ᾽ ὅποιος πάει κόντρα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ὅποιος κι ἂν εἶνε, γίνεται σκόνη. Μόνο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο θὰ ζήσῃ ὁ κόσμος· διαφορετικά, ζώντας σύμφωνα μὲ τὸ ἀντι-ευαγγέλιο, κυβερνοῦν τὰ πάθη, οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις, ἡ μασονία. Διὰ τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Εὐαγγελίου ὁ καθένας μας μπορεῖ νὰ γίνῃ ἕνα ζωντανὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ τότε θὰ βασιλεύσῃ σ᾽ ἐμᾶς ἡ εἰρήνη· διαφορετικά, μὲ τὸ ἀντι-ευαγγέλιο, θὰ πέσῃ ἐπάνω μας κατάρα.
Ἀλλ᾽ ὄχι, ἀδελφοί μου. Ἂς ἀποφασίσουμε νὰ ζήσουμε ὅλοι μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ εἴμαστε κ᾽ ἐμεῖς ἄξιοι τῆς εὐλογίας τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ λέει· Εἰρήνη! «Ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾽ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ» (Γαλ. 6,16).
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἀποστόλων Πέτρου & Παύλου Ὑμηττοῦ - Ἀθηνῶν, τὴν 22-11-1964
(Υπεύθυνος για την ανάρτηση είναι ο Αντώνης Ιακώβου Ελευθεριάδης, Φιλόλογος και Θεολόγος)