Ὁ λόγος τὸν ὁποῖο ἐκφώνησε ὁ Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας τῆς Γαλλίας, Ἐμμανουὴλ Μακρόν, στὶς 7 Σεπτεμβρίου 2017, στὴν Πνύκα, διεπόταν, ἀπ’ τὴν ἀρχὴ ὣς τὸ τέλος του, ἀπὸ μιὰ ἐκκωφαντικὴ ἀποσιώπηση:
Ὁ ὑψηλὸς προσκεκλημένος μας, ἐνῷ ἐπεκαλεῖτο διαρκῶς τὸ ἱστορικό (ἐξ αὐτοῦ καὶ συμβολικό) βάρος τοῦ χώρου ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐπέλεξε νὰ ὁμιλήσει, δὲν διέθεσε οὔτε μία λέξη του στὸ σημαντικώτερο ἀπὸ ὅλα τὰ γεγονότα τὰ ὁποῖα ἔχουν ἐπιτελεσθεῖ στὸ ἴδιο ἀκριβῶς σημεῖο τῆς Ἀθήνας: Στὴν ὁμιλία-ὁρόσημο τῆς εὐρωπαϊκῆς ἱστορίας, ποὺ ἀπηύθυνε ὁ Ἀποστόλος Παῦλος πρὸς τοὺς τότε κατοίκους τῆς πόλης.
Οὔτε μία λέξη! Ὑπῆρχε μόνο ἡ Ἐκκλησία τοῦ Δήμου, ἡ μετοχὴ στὴν πολιτικὴ ἐξουσία, ὁ «δημόσιος χῶρος» νοούμενος ὅμως μόνο ὡς πλαίσιο – ὄχι ὡς περιεχόμενο.
Ὑπῆρχε δηλαδὴ μόνο ἡ ἀποϊέρωση; Καὶ ὅμως, ὄχι ἀκριβῶς: Μὲ ἀφορμὴ τὸν παρακείμενο Παρθενώνα ἡ «ἱερότητα», ὡς λέξη, ἐκφωνήθηκε κάποια στιγμή. Μιὰ ἱερότητα ὅμως αὐστηρὰ ὁριοθετημένη στὴν προχριστιανικότητα – μιὰ ἱερότητα σὰ νὰ λέμε ἀποστειρωμένη, σήμερα, ἀπὸ τὴν παραμικρὴ ἐνσυναίσθηση εὐθύνης: Μόνη αὐτή!
«Ἡ Ἑλλάδα» μᾶς εἶπε ὁ γάλλος πρόεδρος, «ὑπάρχει πάντα, μυστικά, μέσα στὴν καρδιὰ καθενὸς εὐρωπαίου». Ποιά Ἑλλάδα, ὡστόσο; Ὄχι πάντως αὐτὴ ποὺ ὅρισαν οἱ ἴδιοι οἱ ἕλληνες… Διότι βεβαίως τὴ χριστιανικὴ ταυτότητα, γιὰ τὸν τόπο αὐτό, τὴν προέκριναν οἱ (τότε) κάτοικοί του – ὄχι ἁπλῶς αὐτόβουλα, μάλλιστα, ἀλλὰ μὲ τεράστιο προσέτι καὶ τὸν φόρο αἵματος.
Ὄχι ἐν γένει ἀποϊέρωση, ὁπότε: Στὸ μήνυμα τοῦ διαφωτιστῆ ἐπισκέπτη μας, ἡ παρότρυνση εἶχε νὰ κάνει, εἰδικά, μὲ ἀποχριστιανισμό.
Γιὰ νὰ μὴ μείνει καμμία ἀμφιβολία, κιόλας, ὅτι τὸ «ζητούμενο» ἦταν ἀκριβῶς ἐτοῦτο, ἡ δημηγορία του «διανθίστηκε» μὲ μιὰ ἀκόμα πιὸ ἀπερίφραστη ἀναφορά: Ἀνάμεσα σὲ ὅλα τὰ γραπτὰ ποὺ μᾶς κατέλειπε ὁ Γιῶργος Σεφέρης ἐπιλέχθηκε, γιὰ νὰ ὑπογραμμιστεῖ, μονάχα ἐκεῖνο στὸ ὁποῖο ὁ ποιητὴς μᾶς βεβαιώνει ὅτι «δὲν ὑπάρχουν θαύματα, τὰ θαύματα ὑπάρχουν μόνο μέσα μας».
Ἐδῶ ἂς σταθοῦμε μία ἢ δυὸ στιγμές: Εἶναι κυρίως αὐτὸ ἄραγε ὁ νομπελίστας μας; Μά, ἂν ἦταν ἔτσι τότε σύσσωμη ἡ «προοδευτική» μας… ἰντελιγκέντσια δὲν θὰ εἶχε λόγο νὰ τὸν κατατάξει στούς… ἐχθροὺς τῆς τάξης της. Ὁ Γιῶργος Σεφέρης, κατὰ τὰ τελευταῖα δεκαπέντε χρόνια, προπηλακίζεται σὲ ἐπίπεδο Πανεπιστημίων καὶ «ἐγκρίτου» Τύπου τῆς πατρίδας μας ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἡ συνολική του ἀνάγνωση διόλου δὲν συνοψίζεται σὲ ὅ,τι τὸ Γαλλικὸ Ἰνστιτοῦτο Ἀθηνῶν (ποὺ προφανῶς βρίσκεται πίσω ἀπ’ τὴν ὑπόδειξη τοῦ χωρίου αὐτοῦ) ἀναμφίβολα… θἄθελε.
Ὅσο γιὰ τὴ στάση τώρα, ὄχι τοῦ Σεφέρη, τοῦ ἴδιου τοῦ Μακρὸν μπροστὰ σὲ αὐτὰ καθεαυτὰ τὰ θαύματα, ἀφοῦ λοιπὸν τὰ ἀποκηρύσσει ἀπ’ τὴ ζωή του, τὸ ἐρώτημα ποὺ μένει εἶναι γιατί… ἐπὶ τέλους δὲν τὰ ἀποσύρει ἐπίσης ἀπὸ τὸ λόγο του: Ποιά ἀνάγκη ἐξακολουθεῖ νὰ τὸν ὠθεῖ, μετὰ ἀπὸ τρεῖς ὁλάκαιρους αἰῶνες Διαφωτισμοῦ, νὰ μᾶς τὴν ξαναδιαλαλήσει τὴ γνωστὴ ἀπόρριψη;
Μήπως ἡ ἀνάγκη ν’ ἀρθρωθεῖ μιὰ λέξη πάνω στὴν ὁποία – ἔστω καὶ παριστώντας πὼς τὴ διαγράφει, τάχα – νὰ ἀξιωθεῖ νὰ ξανακυματίσει ἡ ρητορική του; Ἡ ψυχή, δηλαδή, τοῦ ἀνθρώπου (ἑαυτῶν καί… ἐκείνου!) μέσα ἀπὸ «λαθρακοὲς» μόνο σὰν αὐτὴ νὰ ἐπανασκιρτήσει στὸν ἀχὸ νοήματος;…
Ἂν ἐξετάσουμε, τώρα, τὸ θέμα μας μέσα στὰ πλαίσια τοῦ ἐπικαιρικοῦ του ὁρίζοντα (αὐτὸ μὲ τὸ ὁποῖο κυρίως καταγίνεται ἡ πολιτικὴ βιοτή) προβαίνει χρήσιμο νὰ θυμηθοῦμε ὅτι τὸ καθορισμένο ἀντικείμενο τῆς ἐν λόγῳ ἐπισκέψεως ἦταν τὸ οἰκονομικὸ πρόβλημα τῆς χώρας μας.
Ὑπὸ τὸ πρῖσμα λοιπὸν αὐτό, προβαίνει ἐντυπωσιακὴ ἡ ἀπώλεια (ἐκ μέρους τῆς κρατούσας φιλοσόφησης τῆς ἐποχῆς, τὴν ὁποία κομίζει καὶ ὁ Ἐμ. Μακρόν) τῆς συνάφειας μεταξὺ Αἰτίων καὶ Ἀποτελεσμάτων: Ὁ κυρίαρχος λόγος μᾶς προτείνει, εἴδαμε, τὴν ἐπανάπαυση σὲ μιὰ μετα-χριστιανικὴ «ἱερότητα» – σὲ ἕνα «νόημα», συγκεκριμένα, τὸ ὁποῖο δὲν συνεπάγεται τὴν ἀνάληψη ἔστω καὶ τῆς ἐλάχιστης ὀφειλῆς. Κι αὐτό, ὡς… ὁδὸ διαφυγῆς ἀπὸ ἕνα πνευματικὸ βασικὰ πρόβλημα τὸ ὁποῖο ἔχει φτάσει στὸ σημεῖο νὰ προβάλλεται ἀκόμα καὶ στὸ πεδίο τῆς Οἰκονομίας – καὶ νὰ προβάλλεται, ἀκριβῶς, μὲ τὴν ἁπτὴ ὄψη τῆς…μετρήσιμης ὀφειλῆς/χρέους.
Μωραίνει Κύριος (ὡς γνωστόν) ὃν βούλεται ἀπωλέσαι. Τὸν μωραίνει ἀκόμα καὶ ὅταν πρόκειται – καθ’ ὅλα τὰ λοιπὰ ζητήματα – γιὰ ἕναν προδήλως εὐφυέστατο ἄνθρωπο.
Ἕναν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος θρηνεῖ μὲν γιὰ τὶς φυσικὲς καταστροφὲς στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα, δὲν διερωτᾶται ὅμως ποτὲ μήπως ὑπάρχει – καὶ ὅμως – ἡ δυνατότητα τοῦ θαύματος νὰ μένει μιὰ γῆ εὐλογημένη μακριὰ ἀπὸ πολλοὺς ἐκ τῶν φόβων ἐτούτων.
Ἕναν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἐπαγγέλλεται μὲν τὴν κραταίωση τῆς Δημοκρατίας στὰ μέρη του, δὲν ἀναρωτιέται ὅμως οὐδέποτε ποῦ πήγαν οἱ ἐπαγγελίες γιὰ ἕναν κόσμο τοῦ Δίκαιου Μοιράσματος – ἀπ’ τὶς ὁποῖες οἱ ἄνθρωποι μιᾶς μόλις γενιᾶς πρὶν ἀπ’ τὸν ἴδιο συνεπαίρνονταν ἕως ἀκόμα καὶ βαθμοῦ θυσίας.
Ἕναν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἀρκεῖται, δηλαδή, νὰ ὑπόσχεται ἕνα Μέσο χωρὶς μιὰ στιγμὴ νὰ σπαράζει ποὺ δὲν βρίσκει πουθενὰ (πουθενά! μέσα σὲ μιὰ ἀνίερη λοιπὸν οἰκουμένη) νὰ ὑποσχεθεῖ ἕναν Σκοπό.
Ἕναν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος δὲν θὰ σταθεῖ ποτὲ νὰ ρωτήσει πῶς συνέβη ὁλοῦθε τριγύρω του νὰ ἐξελίσσεται μιὰ διαρκῶς εὐρυνόμενη Ἀπώλεια Ἐλευθερίας (καθὼς μὲ αὐτὸ ἀκριβῶς ἰσοδυναμεῖ ἡ «νεοφιλελεύθερη» ἐργασιακὴ συνταγή). Δηλαδὴ ἡ Ἱστορία μας «αὔτανδρη» νὰ ὀπισθοδρομεῖ ἀπερίφραστα – ἐν σχέσει πρὸς τήν, χριστιανικὰ κυοφορημένη, προοδεύουσα ἐποχή της.
Ἕναν ἄνθρωπο, ἐν τέλει, ὁ ὁποῖος δὲν θὰ μπεῖ οὔτε μιὰ φορὰ στὸν πνευματικὸ κόπο νὰ ἐντοπίσει τὸ νόημα τῆς ζωῆς (ὑπὸ τὴ σκοπιὰ κατὰ τὴν ὁποία τὸ ἐξετάζει ἡ πολιτική διαχείρηση, ἔστω) ὡς δίλημμα – καὶ μάλιστα, καθοριστικὸ γιὰ τὴν ἔκβαση ὅλων τῶν ἄλλων – ἀνάμεσα στὴν Εὐχαριστία καὶ στὴν Ἀχαριστία.
Ἕναν ἄνθρωπο – ἀκόμα βαθύτερα – ὁ ὁποῖος δὲν θὰ θελήσει νὰ συνειδητοποιήσει οὐδέποτε ὅτι, ὡς ἔσχατο ὅριο τοῦ πείσματος, ἐλλοχεύει εὐθὺς μάλιστα ἐξ ἀρχῆς ὁ παραλογισμός – δηλαδὴ ἡ αὐτοτιμωρία. Τοῦ ἴδιου ἢ καί ἑνός ὁλόκληρου στερεώματος.
Ὄχι δὲν μιλῶ, προσωπικά, γιὰ τὸν Ἐμμανουὴλ Μακρόν. Μιλῶ γιὰ τὸν κάθε ἐκπρόσωπο τούτης τῆς ἀπρόβλεπτα φτωχῆς ἐποχῆς: Μιλάω κατὰ βάθος γιὰ ὅλους μας.
Γιώργος Καστρινάκης
Πηγή: Aντίφωνο
alopsis.gr