Στο greek-observatory και τις Ειδήσεις Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Η Αγία τράπεζα στις φλόγες

ΤΟΝ περασμένο αιώνα στη Μικρασία έζησε ένας άγιος άλλ’ αφανής λευίτης, ο π. ‘Ιωάννης. Ήταν έγγαμος, οικογενειάρχης, από το Γκέλβερι της Καππαδοκίας.


Τις καθημερινές εργαζόταν ατά χωράφια, ενώ τις Κυριακές και τις γιορτές λειτουργούσε στην εκκλησία.

Στη θεία λειτουργία σχεδόν πάντοτε ξεσπούσε σε δάκρυα και αναστεναγμούς.
Την ώρα μάλιστα τού καθαγιασμού ή κατάνυξή του κορυφωνόταν. οι ψάλτες έψαλλαν το «σε υμνούμε…» όσο πιο αργά μπορούσαν, άλλά εκείνος καθυστερούσε πέντε, δέκα, δεκαπέντε λεπτά η και περισσότερο. ‘Έτσι κι εκείνοι επαναλάμβαναν τον ύμνο μέχρι πέντε ή έξι φορές.

Τελικά, πλησίασαν κάποτε τούς επιτρόπους και τούς είπαν το πρόβλημά τους. ‘Εκείνοι με τη σειρά τους το διαβίβασαν στο λειτουργό.

-Πάτερ ‘Ιωάννη, συχνά καθυστερείς την ώρα τού καθαγιασμού. Οι ψάλτες και ο λαός έξω σε περιμένουν πολλή ώρα. δεν μπορείς νά λες πιο σύντομα την ευχή, για νά μη γίνεται χασμωδία;


-Πώς θα γίνει αυτό;

-Ειναι εύκολο. Εκεί πού είσαι πεσμένος μπρούμυτα, νά σηκώνεσαι, νά σταυρώνεις τα τίμια Δώρα, νά λες την ευχή και νά τελειώνεις. την ευχή τη γνωρίζω, ειναι γραμμένη και στη φυλλάδα, αλλά δεν μπορώ. Γιατί δεν μπορείς, πάτερ; Συγχώρεσέ μας,
αλλά δεν είναι δύσκολο!

-Αυτό δεν εξαρτάται από μένα, απάντησε ο π. ‘Ιωάννης. Μόλις αρχίσω νά διαβάζω την ευχή, ή άγία τράπεζα κυκλώνεται από θεϊκή φωτιά πού φτάνει τα δύο-τρία μέτρα ύψος.
‘Έτσι δεν μπορώ να πλησιάσω για νά σφραγίσω τα τίμια Δώρα. με πιάνει φόβος και τρόμος. δεν ξέρω τι νά κάνω.

-Πέφτω τότε στο έδαφος, κλαίω, αναστενάζω και ικετεύω τον Κύριο νά παραμερίσει τις φλόγες για νά συνεχίσω. Ύστερα σηκώνω τα μάτια. Αν έχουν χαθεί οι φλόγες, σηκώνομαι και σφραγίζω τα τίμια Δώρα.

-Αν. όχι, τότε συνεχίζω την ικεσία με δάκρυα και στεναγμούς μέχρι νά σβήσει ή φωτιά η νά βρεθεί άλλος τρόπος πού θα μου επιτρέψει νά μην καώ.
Πότε-πότε σβήνει ή φωτιά και γίνονται όλα όπως πριν

-‘Άλλοτε πάλι χωρίζουν οι φλόγες δεξιά κι αριστερά σχηματίζοντας καμάρα, όπότε κάνω το τόλμημα, πλησιάζω τρέμοντας και σφραγίζω τα τίμια Δώρα.

Ακούγοντας οι χριστιανοί αυτά τα εξαίσια δεν τον ενόχλησαν άλλη φορά. Ήταν άλλωστε πολύ ευλαβής και εξαιρετικά κατανυκτικός όταν λειτουργούσε. Γι’ αυτό στην ενορία του εκκλησιάζονταν πιστοί κι από γειτονικά χωριά, που περπατούσαν ώρες για νά φτάσουν. Μερικές φορές έρχονταν ατή λειτουργία χίλιοι και περισσότεροι πιστοί. και όλοι αυτοί κατανύγονταν κι έκλαιγαν στο τέλος μάλιστα της θείας αυτής μυσταγωγίας, το δάπεδο της εκκλησίας ήταν βρεγμένο από τα δάκρυά τους, λες και κάποιος είχε ρίξει νερό!

από το βιβλίο: «ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ» –  Έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου Αττικής

Tags
Back to top button