Ενώ στην Ελβετία έχει ξεκινήσει ένας νέος γύρος διαπραγματεύσεων για την επανένωση του νησιού, αναφέρει η εφημερίδα Guardian, και συμμετέχουν οι ηγέτες των τουρκικών και των ελληνικών κοινοτήτων της Κύπρου, μία εκ των εγγυητριών δυνάμεων η Βρετανία ασκεί μεγάλη πίεση για την εξασφάλιση των βρετανικών συμφερόντων που είναι η συνέχιση της παρουσίας των βάσεων στο νησί …(ότι και να αποφασισθεί ).
Πολλά σενάρια έπεσαν στο τραπέζι το τελευταίο διάστημα , ενώ ακούστηκε …μέχρι και η περίπτωση απόσυρσης των Βρετανών από τις δύο βάσεις στην Κύπρο, κάτι που σε ουδεμία των περιπτώσεων δεν επιθυμούν οι Βρετανοί σύγχρονοι αποικιοκράτες και φυσικά θα κάνουν τα πάντα για να παραμείνουν οι βάσεις τους εκεί που είναι με το ισχύον καθεστώς.
Σύμφωνα με «πληροφορίες» φέρεται να έχει εισέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, σαν «τυράκι» η παραχώρηση κάποιου χερσαίου τμήματος σε μία εκ των βάσεων προκειμένου να αποδειχθεί και στην πράξη περί καλών και πραγματικών προθέσεων όλων των εμπλεκομένων πλευρών.
Έτσι την πρόταση της Βρετανίας να εκχωρήσει στην επανενωμένη Κύπρο τμήμα του εδάφους των βάσεων, αλλά και τη μακροπρόθεσμη αξία της λειτουργίας των βάσεων στο νησί επαναβεβαίωσε, σύμφωνα με το ΚΥΠΕ, στη Βουλή των Λόρδων εκπρόσωπος του Υπουργείου Άμυνας, ενώ σε γραπτή δήλωση του ο Υφυπουργός Άμυνας Κόμης Χάου ανέφερε ότι,
«Το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεχίσει να υποστηρίζει τις προσπάθειες του Προέδρου Αναστασιάδη και του κ. Ακιντζί να επανενώσουν την Κύπρο μέσω μίας δίκαιης και διαρκούς λύσης. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει κάνει μία γενναιόδωρη προσφορά, ότι ως μέρος μίας συνολικής λύσης θα εκχωρήσει ένα σημαντικό ποσοστό της γης των περιοχών των κυρίαρχων βάσεων»,
«Ωστόσο, οι περιοχές των κυρίαρχων βάσεων συνεχίζουν να έχουν σημαντική επιχειρησιακή αξία για την άμυνα, η οποία αναμένεται να έχει μακροπρόθεσμη διάρκεια», δήλωσε ο ίδιος.
Για το ίδιο θέμα ο Κόμης Χάου απαντούσε σε γραπτά ερωτήματα που είχε υποβάλει ο Λόρδος Κιλκλούνεϊ, με τα οποία ζητούσε να πληροφορηθεί τις σκέψεις της κυβέρνησης γύρω από την εκχώρηση εδάφους των βάσεων στο πλαίσιο της συμβολής στη λύση του Κυπριακού, αλλά και τη θέση της κυβέρνησης αναφορικά με το ενδεχόμενο εγκατάλειψης μίας η αμφότερων των βάσεων στην Κύπρο, πάλι στο πλαίσιο διευκόλυνσης μίας πολιτικής λύσης.
Προς το παρόν, στις διαπραγματεύσεις συμβάλλει με κατηγορηματική δήλωση του ο Αντόνιο Γκουτέρες. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ έχει απειλήσει με αποχώρηση των ειρηνευτικών δυνάμεων από το νησί σε περίπτωση αποτυχίας της διάσκεψης στην Ελβετία.
Οι πολύ αισιόδοξοι πιστεύουν ότι μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία ακόμη και τρεις ημέρες. Αλλά η ημερομηνία λήξης των συνομιλιών είναι ακόμα ανοιχτή, επειδή είναι δύσκολο να καθοριστεί ο χρόνος που απαιτείται για να αναζητηθεί μια συμβιβαστική λύση.
Οι κύριες διαφορές αφορούν το ζήτημα των εγγυήσεων της νήσου με διακύβευμα την ασφάλεια. Η τουρκική πλευρά δεν είναι έτοιμη να συναινέσει στην ολοκληρωτική στρατιωτική απόσυρση της στην Κύπρο, και η ελληνική πλευρά δεν μπορεί να συμφωνήσει σε αυτό το ζωτικό θέμα.
Οι Βρετανοί διπλωμάτες καταβάλουν ιδιαίτερες προσπάθειες για την επίλυση του προβλήματος, ακόμα και ασκώντας υπερβολική πίεση στην Άγκυρα και την Αθήνα. Ο επικεφαλής του Βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών Boris Johnson έχει ήδη φτάσει στην Ελβετία για να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις.
Αλλά ακόμη όμως και οι πιο αισιόδοξοι παραδέχονται ότι υπάρχει τεράστιο πρόβλημα. Κάθε απόφαση θα τεθεί σε δημοψήφισμα για έγκριση, και θα απαιτήσει τη συναίνεση της Ελλάδας, της Τουρκίας και του Ηνωμένου Βασιλείου , το οποίο διατηρεί ( παράνομα και καταχρηστικά) το δικαίωμα στρατιωτικής επέμβασης στην περίπτωση πρόκλησης σύγκρουσης , και το δικαίωμα να καταγγείλει τη συνθήκη, η οποία καταρτίστηκε το 1960 όταν η Κύπρος απέκτησε την ανεξαρτησία της από τους Βρετανούς.
Σύμφωνα με Έλληνες ειδικούς , η Βρετανία εν έτη 2017 δεν έχει καμία δουλεία και δικαίωμα να ασχολείται με την Κύπρο , που αποτελεί ένα νησί στο οποίο κατοικούν Έλληνες και Τουρκοκύπριοι .
Η συμφωνία του 1960 η οποία ονομάστηκε επίσημα «Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου», ήταν και θα παραμείνει μια κατάπτυστη συμφωνία και στην ουσία ήταν μια ακόμη υποχώρηση της ελληνικής κυρίως πλευράς σε αναίτιες και αλλοπρόσαλλες επιδιώξεις των Βρετανών σε μια περιοχή στην οποία δεν έχουν κανέναν έρεισμα.
Η συνθήκη αυτή κατοχύρωνε την ανεξαρτησία της Κύπρου, καθόριζε το Σύνταγμα του νέου κράτους και τα δικαιώματα κάθε εθνοτικής κοινότητας όσον αφορά το κράτος και τη διακυβέρνηση. Η πολιτειακή οργάνωση του νεοσύστατου κράτους ήταν πολύπλοκη και απαιτούσε ομοφωνία και των δύο κοινοτήτων σε μια σειρά από θέματα. Ο πρόεδρος θα ήταν Ελληνοκύπριος και ο αντιπρόεδρος Τουρκοκύπριος.
Στις συμφωνίες περιλαμβανόταν «Συνθήκη Εγγυήσεων» μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Βρετανίας και Κύπρου με την οποία, σε περίπτωση διασάλευσης της συνταγματικής τάξης, μια από τις τρεις πρώτες «εγγυήτριες δυνάμεις» θα μπορούσε να προβεί σε μονομερή δράση, αφού προηγουμένως είχαν εξαντληθεί τα περιθώρια διαπραγματεύσεων με τις άλλες δυο.
Ευθύς εξ αρχής οι συμφωνίες αυτές αποτέλεσαν το αντικείμενο σφοδρότατης κριτικής από την αντιπολίτευση στην Ελλάδα και την Κύπρο ως μη βιώσιμες. Ο Μακάριος ισχυρίστηκε αργότερα ότι τις αποδέχτηκε υπό το κράτος αφόρητων πιέσεων, ενώ μόνο ο Γεώργιος Παπανδρέου από τους ηγέτες της αντιπολίτευσης στήριξε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στη συνεδρίαση της Βουλής που συζήτησε τις συμφωνίες αυτές: «Αι συμφωνίαι, αι οποίαι υπεγράφησαν από την ηγεσίαν του κυπριακού λαού και ήρχισαν εφαρμοζόμεναι, δεν είναι δυνατόν, δεν είναι εθνικώς συμφέρον, να ακυρωθούν», δήλωσε.
Αντιθέτως ο Σοφοκλής Βενιζέλος ήταν κατηγορηματικός: «Δεν θέλω να είμαι μάντης κακών. Προβλέπω όμως ότι αι υπογραφείσαι συμφωνίαι θα αποδειχθή, εν τη εφαρμογή των, ότι δεν είναι βιώσιμοι και πρέπει να ανατραπούν. Άλλως, πολύ φοβούμαι, ότι θα θρηνήσωμεν νέας εθνικάς συμφοράς».
Πικρία για το περιεχόμενο των συνθηκών αυτών εξέφρασε και ο στενότερος των συνεργατών του Μακαρίου, επί σειρά ετών πρεσβευτής της Κύπρου στην Αθήνα, Νίκος Κρανιδιώτης: «Οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου υπήρξαν το αποτέλεσμα σκληρής ανάγκης και η κατάληξη ενός διλήμματος, μπροστά στο οποίο η βρετανική κυβέρνηση έθεσε τον κυπριακό λαό και την ηγεσία του: ή τις συμφωνίες ή τη διχοτόμηση.
Ο Μακάριος προτίμησε το «μη χείρον». Στην εκβιαστική αυτή λύση συνέβαλε ιδιαίτερα η κομμουνιστική φοβία της Αμερικής και η συνεχής εκ μέρους της προσπάθειας ΝΑΤΟϊκής ρύθμισης του θέματος. Έτσι στραγγαλίστηκε το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του κυπριακού λαού… Οι ελληνικές κυβερνήσεις, παρά τη βαθύτατη συμπάθεια και τη συναισθηματική κλίση που έτρεφαν για τη «μεγάλη ιδέα» της Κύπρου, υφίσταντο συνεχείς πιέσεις, άμεσες ή έμμεσες, από την Αμερική και το ΝΑΤΟ και επιδιώκανε μια ειρηνική λύση του Κυπριακού μέσα στα συμμαχικά πλαίσια».
Η αποκάλυψη αργότερα της μυστικής συμφωνίας που υπέγραψαν στη Ζυρίχη οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας και της Τουρκίας και η οποία κρατήθηκε απόρρητη, προσέδωσε βάρος στους ισχυρισμούς του Κρανιδιώτη, όπως φαίνεται από τους δύο πρώτους όρους της:
1. Η Ελλάς και η Τουρκία θα υποστηρίξουν την είσοδον της Δημοκρατίας της Κύπρου εις το ΝΑΤΟ. Η εγκατάστασις βάσεων του ΝΑΤΟ εις την νήσον, ως και η σύνθεσις αυτών, εξαρτάται εκ της συμφωνίας των δύο κυβερνήσεων.
- Συνεφωνήθη μεταξύ των δύο πρωθυπουργών ότι θα παρέμβουν παρά τω προέδρω και αντιπροέδρω της Δημοκρατίας της Κύπρου, αντιστοίχως, επί τω σκοπώ όπως τεθούν εκτός νόμου το Κομμουνιστικόν Κόμμα και η κομμουνιστική δράσις…».
Η συνέχεια….της ιστορίας στο νησί είναι γνωστή…και τώρα οι απόγονοι αυτών που συναίνεσαν τότε σε μια κατάπτυστη συμφωνία θέλουν να ολοκληρώσουν το έγκλημα σε βάρος του ελληνοκυπριακού λαού.