τοῦ κ. Ἰωάννου Μηλιώνη, μέλους τῆς Π.Ε.Γ.
Τὰ ὅσα θὰ ἀκούσουμε στὴ μικρὴ αὐτὴ εἰσήγηση δὲν ἀποτελοῦν μόνο καρποὺς ἔρευνας τοῦ εἰσηγητῆ, οὔτε μόνο ἐμπειρίες ἀπὸ προσωπικὴ βίωση σχετικὰ μὲ τὸ θέμα μας, ποὺ εἶναι ἡ γιόγκα.
Τὰ στοιχεῖα, ποὺ θὰ παραθέσω στὴν ἀγάπη σας, ἀποτελοῦν καρπὸ ἔρευνας πολλῶν δεκαετιῶν, στὰ πλαίσια τῆς Π.Ε.Γ., τῆς «Πανελλήνιας Ἕνωσης Γονέων γιὰ τὴν Προστασία τοῦ Ἑλληνορθοδόξου Πολιτισμοῦ τῆς οἰκογενείας καὶ τοῦ Ἀτόμου», φορέα ποὺ ἀποτελεῖ τὸ κοινωνικὸ σκέλος τῆς «Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων», δηλαδὴ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ κατ' ἐπέκταση, τυγχάνουν Πανορθοδόξου ἀποδοχῆς, ὁλόκληρου δηλαδὴ τοῦ Ὀρθόδοξου κόσμου, πόσο μᾶλλον ποὺ πρόσφατα (16 Ἰουνίου 2015) καὶ ἡ ἴδια ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μὲ Δελτίο Τύπου, ἀπεφάνθη γιὰ τὴν ἐπικινδυνότητα τῆς Γιόγκα καὶ τὸ ἀσυμβίβαστό της μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ πίστη.
Λίγα εἰσαγωγικὰ στοιχεῖα
Μὲ τὸ ὄνομα γιόγκα (Yoga) νοοῦνται οἱ σωματικές, νοητικὲς καὶ πνευματικὲς πρακτικές, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἰνδία κι ἔχουν σὰ στόχο, ὅπως δηλώνουν οἱ ὀπαδοί της, τὴν ἐπίτευξη μιᾶς μόνιμης εἰρήνης τοῦ νοῦ, ὥστε νὰ βιώσει τὸν ἀληθινό του ἑαυτό. Ἀκόμη, ἡ γιόγκα πρεσβεύει τὴν ἕνωση τῆς ψυχῆς μὲ τὸ θεὸ -ὅπως τουλάχιστον ὁ ἰνδουισμὸς ἀντιλαμβάνεται τὸ θεό-, μέσῳ συγκεκριμένων μεθόδων, κυρίως τοῦ διαλογισμοῦ.
Τὴ γιόγκα συστηματοποίησε ὁ περίφημος Ἰνδὸς Γιόγκι Πατάντζαλι (Patanjali), -2 ἢ κατ' ἄλλους 4 αἰῶνες πρὶν τὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ- ἀπὸ τὶς μέχρι τότε προφορικὰ μεταδιδόμενες διδασκαλίες, συγγράφοντας τὶς περίφημες 196 Sutras, τοὺς «ἀφορισμούς», δηλαδή, τοῦ Πατάντζαλι.
Ἡ γιόγκα στὴ Δύση.
Ἡ γιόγκα ἀπέσπασε τὴν προσοχὴ τοῦ κοινοῦ της Δυτικῆς διανόησης στὰ μέσα του 19ου αἰῶνα, μαζὶ μὲ ἄλλα χαρακτηριστικὰ στοιχεῖα τῆς ἰνδικῆς φιλοσοφίας. Ὅμως ὁ κυρίως ὑπεύθυνος γιὰ τὴ διείσδυση τῆς γιόγκα στὴ Δύση ὑπῆρξε ὁ Ἰνδὸς Σουάμι Βιβεκανάντα. Ὁ Βιβεκανάντα συμμετεῖχε στὸ «Α' Κοινοβούλιο τῶν Θρησκειῶν τοῦ Κόσμου», στὸ Σικάγο 1893, ὅπου μίλησε γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν θρησκειῶν καὶ προσφώνησε τοὺς συνέδρους ὡς ἑξῆς:
«ἂν κάποιος ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἀκροατήριο ἐλπίζει ὅτι αὐτὴ ἡ ἑνότητα θὰ ἔρθει μὲ τὸ θρίαμβο μιᾶς ὁποιασδήποτε θρησκείας καὶ τὸν ἀφανισμὸ τῶν ἄλλων, σ' αὐτὸν δὲν ἔχω παρὰ νὰ πῶ: Ἀδερφέ μου οἱ ἐλπίδες σου θὰ διαψευσθοῦν. Μήπως ἐπιθυμῶ οἱ Χριστιανοὶ νὰ γίνουν Ἰνδουιστές; Πρὸς Θεοῦ! Μήπως ἐπιθυμῶ οἱ Ἰνδουιστὲς ἢ οἱ Βουδιστὲς νὰ γίνουν Χριστιανοί; Πρὸς Θεοῦ! ... Οἱ Χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ γίνουν Ἰνδουιστές, οὔτε Βουδιστὲς οὔτε καὶ αὐτοὶ νὰ γίνουν Χριστιανοί. Ἀλλὰ κάθε θρησκεία θὰ πρέπει νὰ ἀφομοιώσει τὸ πνεῦμα τῶν ἄλλων θρησκειῶν, διατηρώντας ὡστόσο τὶς ἰδιαιτερότητές της, προκειμένου νὰ ἀναπτυχθεῖ σύμφωνα μὲ τοὺς δικούς της νόμους».
Ἡ ὑποδοχὴ ποὺ ἐπιφύλαξαν οἱ Δυτικοὶ στὸ Βιβεκανάντα ὑπῆρξε ἰδιαίτερα θερμή.
Ἂν κι ὁ λόγος τοῦ Βιβεκανάντα, ὅπως καὶ πολλῶν ἄλλων συγχρόνων «δασκάλων» τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν καὶ τοῦ ἀποκρυφισμοῦ, ἀκούγεται λογικὸς καὶ πανανθρώπινος στὸν ἀνυποψίαστο ἀκροατή, ἡ συνέχεια ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Ἰνδὸς Γκουροὺ δὲν ὑπῆρξε καὶ τόσο εἰλικρινής. Χαρακτηριστικό, ἀλλὰ καὶ ἀποκαλυπτικὸ εἶναι τὸ ἀκόλουθο ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν πύρινο λόγο του σὲ φοιτητὲς στὸ Madras κατὰ τὴ ἐπιστροφή του στὴν Ἰνδία, ὅπου τοῦ ἔγινε ἀποθεωτικὴ ὑποδοχή:
«... αὐτὸ εἶναι τὸ μεγάλο ἰδανικὸ ποὺ βρίσκεται μπροστά μας, καὶ ὁ καθένας πρέπει γι' αὐτὸ νὰ ὁπλιστεῖ -ἡ ἅλωση τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴν Ἰνδία- τίποτε τὸ λιγότερο ἀπὸ αὐτό, καὶ ὅλοι ἐμεῖς πρέπει νὰ ὁπλιστοῦμε καὶ νὰ τεντώσουμε γι' αὐτὸ τὸ σκοπὸ κάθε νεῦρο... σήκω, Ἰνδία, καὶ κυρίευσε τὸν κόσμο μὲ τὴν πνευματικότητά σου... Αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ κυριεύσει τὴ Δύση εἶναι ἡ πνευματικότητα...».
Ἕνας ἄλλος ὑπεύθυνος γιὰ τὴ διάδοση τῆς γιόγκα στὴ Δύση καὶ ὄχι μόνο, εἶναι καὶ ἡ θεοσοφία. Ἡ θεοσοφία εἶναι ἕνα σύστημα ἀποκρυφιστικῶν δοξασιῶν μὲ ἔντονα συγκρητιστικὸ χαρακτῆρα, τὸ ὁποῖο στηρίζεται στὴν πεποίθηση ὅτι ψήγματα τῆς θεϊκῆς ἢ αἰώνιας ἀλήθειας μποροῦν νὰ ἀναζητηθοῦν σὲ ὅλες τὶς θρησκεῖες τῆς ἀνθρωπότητας. Τὸ σύστημα αὐτὸ ἀναπτύχθηκε κυρίως μέσα ἀπὸ τὰ γραπτά της Ἐλένας Μπλαβάτσκυ, ποὺ ὑπῆρξε μέντιουμ καὶ ἀποκρυφίστρια καὶ ποὺ ἵδρυσε τὸ 1875 τὴ «Θεοσοφικὴ Ἑταιρεία», ἀλλὰ καὶ τῶν διαδόχων της: Ἀννὺ Μπεζᾶν καὶ Ἀλίκης Μπέιλη.
Ἡ θεοσοφία εἶχε εἰδικὰ μεγάλη ἐπιρροὴ στὴν προβολὴ τῆς γιόγκα στὸ ἀμερικανικὸ κοινό. Οἱ Η.Π.Α., λόγω τῆς θρησκευτικῆς τῶν πολυμορφίας καὶ τῆς ἔκπτωσης τῶν παραδοσιακῶν Χριστιανικῶν ὁμολογιῶν, ὑπῆρξαν καὶ τὸ πιὸ πρόσφορο ἔδαφος γιὰ τὴν ἐξάπλωση τοῦ ἰνδουισμοῦ ἀπὸ τοὺς δεκάδες ἰνδοὺς γκουρού, ποὺ ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ 1960, ἑλκόμενοι ἀπὸ τὸ «ζεστό» τότε ἀμερικανικὸ χρῆμα, ἔπαιρναν πίσω τὸ αἷμα τοὺς ἐκδικούμενοι παράλληλα τοὺς δυὸ καὶ πλέον αἰῶνες βρετανικῆς ἀποικιοκρατίας.
Βασικὰ στάδια τῆς γιόγκα
Ἡ πρακτική της γιόγκα διδάσκεται σὲ μακρὰ σειρὰ μαθημάτων. Μολονότι ὑπάρχουν πολλὲς παραλλαγές, ποὺ διαμορφώθηκαν στὴν πάροδο τοῦ χρόνου, τὰ συνηθέστερα στάδια τῶν μεθόδων αὐτῶν εἶναι ὀκτῶ, κωδικοποιήθηκαν γιὰ πρώτη φορᾶ, ἀπὸ τὸν Πατάντζαλι, τὸν ὁποῖο ἤδη ἀναφέραμε, καὶ ἔχουν ὡς ἐξής:
1) Ἡ Γιάμα (Yama: Οἰκουμενικὴ ἠθική? ἐντολές, ποὺ ἀφοροῦν στὴν σχέση μὲ τοὺς ἄλλους).
2) Ἡ Νιγιάμα (Niyama: Τήρηση κανόνων, ποὺ ἀφοροῦν στὴν σχέση μὲ τὸν ἑαυτό).
3) Ἡ Ἀζάνα ἢ Ἀσάνα (Asanas: στάσεις τοῦ σώματος).
4) Ἡ Πραναγιάμα (Pranayama: Οἱ ἀσκήσεις ἀναπνοῆς καὶ ὁ ἔλεγχος τῆς «πράνα»).
5) Ἡ Πρατιακάρα ἢ Πρατιαχάρα (Pratyahara: Ἔλεγχος τῶν αἰσθήσεων).
6) Ἡ Νταράνα (Dharana: Συγκέντρωση καὶ καλλιέργεια τῆς ἐσωτερικῆς ἀντίληψης καὶ συνειδητότητας).
7) Ἡ Ντυάνα (Dhyana: Ἀφιέρωση, Διαλογισμὸς στὸ Θεῖο).
8) Ἡ/τὸ Σαμάντι (Samadhi: Ἕνωση μὲ τὸ Θεῖο).
Ἐνῷ στὶς πρῶτες φάσεις διατηροῦνται ὁρισμένα στοιχεῖα συνειδητότητας, στὴν τελευταία, ὁ γιόγκι καταλήγει σὲ μία κατάσταση ὑπέρβασης κι αὐτῆς ἀκόμη τῆς αὐτοσυνειδησίας. Δὲν ἀντιλαμβάνεται πιὰ οὔτε χρῶμα, οὔτε ὀσμή, οὔτε ἦχο, οὔτε ἁφή, οὔτε τὸν ἑαυτό του, οὔτε κανέναν ἄλλο. Τὸ πνεῦμα τοῦ «ἐλευθερώνεται» -σύμφωνα μὲ τὴν ἔκφραση τῶν μυημένων- ἀπὸ τὴ μνήμη καὶ τὴ λήθη. Αὐτὸ θεωρεῖται ἐπίγνωση, φωτισμός.
Πρόκειται, τελικά, γιὰ μία τεχνικὴ ποὺ ἀποσκοπεῖ στὴν ἐκμηδένιση τοῦ προσώπου καὶ στὴ σύνδεση μὲ τὸ «Ἀπόλυτο». Γι’ αὐτὴν ὅμως δὲν ἔχουν κανένα νόημα οἱ κεντρικὲς χριστιανικὲς ἀλήθειες περὶ Χριστοῦ-Σωτῆρα, περὶ χάριτος, περὶ ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, περὶ Σταυροῦ-Ἀνάστασης.
Βασικὴ τεχνικὴ γιὰ τὴν πραγμάτωση στὴ γιόγκα εἶναι, ὅπως εἴδαμε, ὁ διαλογισμός, τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετό της προσευχῆς, καθὼς γιὰ τὴν προσευχὴ χρειάζονται δυὸ πρόσωπα, τὸ ἐγὼ τοῦ προσευχομένου ἀνθρώπου καὶ τὸ Ἐσὺ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔτσι ἐπιτυγχάνεται ἡ διαπροσωπικὴ σχέση, ἐνῷ στὸ διαλογισμό, παραμένει ἕνα πρόσωπο, τὸ ἐγὼ τοῦ διαλογιζόμενου ἀνθρώπου, ποὺ προσπαθεῖ νὰ «συνειδητοποιήσει» ὅτι τελικὰ εἶναι ἕνα Ἐγώ, ποὺ ταυτίζεται μὲ «τὰ πάντα ἐν πάσι», «τὸ σύμπαν καὶ τοὺς θεούς»...
Ἀπὸ τὰ ὅσα εἴδαμε ὡς τώρα, γίνεται κατανοητὸ ὅτι ἡ ἄσκηση τῆς γιόγκα δὲν περιορίζεται στὶς Asanas, ἀλλὰ ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο σύνολο, ποὺ περιλαμβάνει ἄσκηση, διαλογισμὸ καὶ τελετουργία καὶ ἀπευθύνεται στὸν «ὅλο ἄνθρωπο», δηλαδὴ στοχεύει στὴν ψυχοσωματικὴ καὶ στὴν πνευματικὴ ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό, τὴν καθιστὰ ἀπολύτως ἀσυμβίβαστη μὲ τὴν χριστιανικὴ πίστη.
Μὲ βάσει τὰ ἀνωτέρω, εὔκολα διακρίνουμε ὅτι ἡ γιόγκα εἶναι ἕνα ὑπαρξιακὸ σύστημα, ποὺ βασίζεται στὴ φιλοσοφία τῆς ἀνατολικῆς πνευματικότητας συμπλέκεται δὲ μὲ τὸν δυτικὸ ἀποκρυφισμὸ καὶ σήμερα μὲ τὸ σύνδρομο τῆς «Νέας Ἐποχῆς τοῦ Ὑδροχόου»? εἶναι δηλαδὴ ἕνα θρησκευτικὸ σύστημα, ποὺ διεισδύει σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, καθὼς ἔχει δική του θεολογία, κοσμολογία καὶ ἀνθρωπολογία, δηλαδὴ ἔχει συγκεκριμένη διδασκαλία γιὰ τὸ τί εἶναι ὁ θεός, ὁ κόσμος καὶ ὁ ἄνθρωπος, ἐκ διαμέτρου ἀντίθετα ὅλα αὐτὰ μὲ τὴν Ὀρθόδοξη καὶ Χριστιανικὴ κοσμοαντίληψη.
Εἶναι ἡ γιόγκα γυμναστική; Εἶναι ἄσκηση γιὰ τὴ βελτίωση τῆς ὑγείας;
Ἀφοῦ ἄλωσε τὴ Δύση, ἡ γιόγκα διαφημίζεται σήμερα ἀπὸ ἑκατοντάδες ἰστοσελίδες τοῦ διαδικτύου σὰν γυμναστική, ποὺ προσφέρει χαλάρωση, εὐεξία ψυχοσωματική, διώχνει τὸ ἄγχος, δυναμώνει τὸ ἀνοσοποιητικὸ σύστημα τοῦ ὀργανισμοῦ καθὼς καὶ τὸ νευρικὸ σύστημα. Ἀκόμα, ὅτι βελτιώνει τὴν κυκλοφορία τοῦ αἵματος, ἐξισορροπεῖ τὴ λειτουργία τοῦ ἐγκεφάλου, αὐξάνει ἀκόμη καὶ τὸν «δείκτη νοημοσύνης» (IQ). Ὑπάρχουν ἰσχυρισμοὶ ὅτι θεραπεύει ἀκόμη καὶ τὸν καρκίνο. Ὅμως, ὅλα αὐτὰ παραμένουν ἰσχυρισμοί, χωρὶς ἐπιστημονικὴ τεκμηρίωση, ποὺ καθιστοῦν τὴ γιόγκα ἕνα ὁλιστικὸ σύστημα, ποὺ προϋποθέτει πίστη σὲ ξένες θεότητες, ποὺ ὑπόσχεται τὴν αὐτοθέωση τοῦ ἀνθρώπου.
Τὰ τελευταῖα χρόνια αὐξάνονται στὴ χώρα μας τὰ διάφορα κέντρα «γιόγκα». Οἱ γνώσεις ὅμως καὶ οἱ ἀντιλήψεις γι’ αὐτὴν παραμένουν πενιχρές, γενικὲς καὶ συγκεχυμένες στὸν ἁπλὸ ἄνθρωπο. Δημόσια, ἡ γιόγκα προβάλλεται σὰν «εἶδος γυμναστικῆς» καὶ συνήθως γίνεται λόγος ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο γιὰ τὶς ἀσκήσεις τῶν μυϊκῶν καὶ νευροφυτικῶν κέντρων, γιὰ τὶς ἀσκήσεις ἀναπνοῆς καὶ τὰ παρόμοια. Δηλαδή, ἀπὸ τὰ στάδια ποὺ ἀναφέραμε προηγουμένως περιορίζονται στὸ τρίτο, στὶς «στάσεις τοῦ σώματος», καὶ στὸ τέταρτο, στὶς «ἀσκήσεις ἀναπνοῆς», ἐνῷ μερικὲς φορὲς προχωροῦν καὶ στὸ πέμπτο στάδιο, στὸν «ἔλεγχος τῶν αἰσθήσεων», καὶ στὸ ἕκτο, στὴ «συγκέντρωση τῆς ἐσωτερικῆς ἀντίληψης».
Ἀρκετὲς ἰδιωτικὲς σχολὲς προσπαθοῦν νὰ παρουσιάσουν αὐτὰ τὰ γυμνάσματα χωρὶς τὸ θρησκευτικὸ χαρακτῆρα τους, χωρὶς τὸ ἰνδουιστικὸ φιλοσοφικὸ περιεχόμενό τους, ὥστε νὰ γίνονται εὐκολότερα ἀποδεκτὰ ἀπὸ τὸν μέσο Ἕλληνα. Ἄλλοι ἐπιχειροῦν νὰ βεβαιώσουν ὅτι ἡ «γιόγκα» δὲν εἶχε ποτὲ οὔτε καὶ ἔχει θρησκευτικὸ χαρακτῆρα καὶ μιλοῦν ἁπλῶς γιὰ «ἐπιστήμη», «πνευματικὴ ἐπίγνωση», «ψυχοσωματικὴ ἄσκηση». Ὅσο ὅμως κι ἂν ἐπιστρατεύονται ἰδιόμορφες καὶ μεγαλόστομες ἐκφράσεις, γιὰ νὰ καλύψουν τὴν πραγματικότητα, γεγονὸς παραμένει ὅτι ὁ καθ' ὁλοκληρίαν προσανατολισμὸς τῆς ἰνδικῆς αὐτῆς τεχνικῆς ἦταν καὶ εἶναι θρησκευτικὸς ἢ παραθρησκευτικός.
Αὐτὸ τὸν «θρησκευτικὸ πυρῆνα» ἀποσιωποῦν καὶ καλύπτουν τὰ διάφορα καταστατικὰ τῶν Κέντρων γιόγκα μὲ γενικὲς φράσεις. Ἰσχυρίζονται π.χ. ὅτι σκοπὸς τοὺς εἶναι «ἡ δημιουργία ἀνθρώπων ὁλοκληρωμένων φυσικά, διανοητικὰ καὶ πνευματικά».
Ἔπειτα ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω, μποροῦμε νὰ χαρακτηρίσουμε τὴ γιόγκα ἀθῴα;
Ἡ γιόγκα, σύμφωνα μὲ τὴν ἱστορία, τὶς μεθόδους καὶ τοὺς στόχους της, ὅπως αὐτοὶ παρουσιάζονται ἀπὸ πηγὲς τοῦ χώρου, ἀποτελεῖ ὄχι σωματικὴ ἄσκηση, ἀλλὰ θρησκευτικὴ πρακτική, ἡ ὁποία ἔχει σήμερα ἐξαπλωθεῖ στὸ δυτικὸ κόσμο. Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀποκρυφιστικὲς ὁμάδες ἀνατολικῆς προέλευσης, ἡ γιόγκα κατόρθωσε νὰ μπεῖ καὶ στὰ γυμναστήρια, στὶς σχολὲς χοροῦ, ἀκόμα καὶ στὰ σχολεῖα. Ὁ ἰσχυρισμὸς τῶν ὀπαδῶν εἶναι ὅτι ἡ γιόγκα ἀπευθύνεται σὲ ἀνθρώπους κάθε φυλῆς, θρησκείας ἢ δόγματος, ἀποκρύπτουν ὅμως ὅτι ἐπὶ τῆς οὐσίας πρόκειται γιὰ ἀποδοχὴ συγκεκριμένων θρησκευτικῶν θέσεων, καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο στερεῖ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τὴ δυνατότητα τῆς ἐλεύθερης ἐπιλογῆς σὲ θέματα πίστης. Ἡ γιόγκα εἶναι ἀσυμβίβαστη μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, καθὼς προσανατολίζει τὴν πίστη σὲ ἀπρόσωπο θεό, διδάσκοντας συγχρόνως τὴν μετενσάρκωση καὶ τὴν αὐτοσωτηρία μὲ τὴ χρήση τεχνικῶν, ἀλλὰ καὶ τὴν χειραγώγηση τῆς «πράνα», ἐνέργειας πού, δῆθεν, ἐνυπάρχει στὸ σύμπαν, δόγματα ἀντίθετα, ὅλα αὐτά, μὲ τὰ ὅσα ὁ Κύριος καὶ οἱ ἅγιοι δίδαξαν.
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὰ θεολογικὰ προβλήματα, ἡ γιόγκα ἐνέχει καὶ σωματικοὺς κινδύνους. Γιὰ παράδειγμα, ἡ Ἕνωση Γιόγκα στὶς Η.Π.Α. ἀναφέρει σὲ ὁδηγία της ὅτι παιδιὰ κάτω τῶν 16 ἐτῶν δὲν πρέπει νὰ κάνουν γιόγκα, καθὼς διατρέχουν κινδύνους σωματικῆς βλάβης. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ ἀρχαία κείμενα τοῦ ἰνδουισμοῦ, τὰ ὁποία προειδοποιοῦν ὅτι ἀκόμα καὶ ἡ χάθα γιόγκα -μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ «ἀθῷες» μορφὲς γιόγκα- εἶναι ἕνα ἐπικίνδυνο ἐργαλεῖο. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁρισμένες ὁμάδες κάνουν εἰδικὰ σεμινάρια γιόγκα γιὰ ἐγκύους καὶ γιὰ παιδιὰ σχολικῆς καὶ προσχολικῆς ἡλικίας δημιουργεῖ πολλὰ ἐρωτηματικὰ ὡς πρὸς τὸ πόσο σοβαρὰ λαμβάνονται ὑπόψη οἱ κίνδυνοι αὐτοί.
Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ἡ γιόγκα εἶναι ἀσφαλὴς γιὰ τοὺς ἐνήλικες. Οἱ ἐπιπτώσεις ποὺ ἔχει ἡ γιόγκα στὸν ἄνθρωπο περιλαμβάνουν, σύμφωνα μὲ ἔρευνες: διαταραχὲς συναισθηματικές, αἴσθηση ἔντονου φόβου, ἀλλαγὲς χαρακτηριστικὲς στὴ διάθεση, κατάθλιψη, ξεσπάσματα ἔντονου θυμοῦ, σωματικοὺς πόνους, αἴσθηση ἀπώλειας τοῦ σώματος, ἀπώλεια, προσωρινὴ ἢ μόνιμη, τῆς λογικῆς κ.ἅ.
Ὁ γκουροὺ Μουκτανάντα, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἰνδουιστὲς «δασκάλους», περιγράφει τὴν τρομακτικὴ κατάσταση στὴν ὁποία βρέθηκε κατὰ τὴ διάρκεια διαλογιστικὴς πρακτικῆς. Ἀναφέρει ὅτι ἄλλαξε ὁ τρόπος τῆς φυσικῆς ἀναπνοῆς κι ὅτι ἐνῷ εἰσέπνεε δὲν μποροῦσε νὰ ἐκπνεύσει μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γεμίζει ἡ κοιλιὰ τοῦ ἀέρα. Ὅτι εἶχε ἀρρωστήσει ἀπὸ τὸ φόβο του κι ὅτι ἄρχισε νὰ παραληρεῖ «βλέποντας μικρὰ ἀνθρωπάκια» καὶ παρακολουθώντας τὸν ἑαυτό του νὰ τρελαίνεται. Ἀντιλαμβανόταν ὅτι πλέον δὲν ἔλεγχε τὴν κατάσταση, πὼς δὲν ἦταν ὁ ἴδιος ποὺ διαλογιζόταν, ἀλλὰ ὅτι «ὁ διαλογισμὸς τοῦ ἐπιβαλλόταν». Ἔνοιωθε τὸ σῶμα του νὰ τινάζεται καὶ εἶχε τὴν αἴσθηση ὅτι καίγεται. Ὅταν κάποια στιγμὴ τελείωσαν ὅλα αὐτά, ὁ Μουκτανάντα ἔβγαλε τὸ συμπέρασμα ὅτι εἶχε φτάσει στὸν φωτισμό. Φαίνεται τελικὰ ὅτι ὁ «φωτισμός» τῆς γιόγκα ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο σὲ καταστάσεις, ποὺ ἡ μὲν ἐπιστήμη μπορεῖ νὰ χαρακτηρίσει «σχιζοφρένια», ἀλλά, ποὺ ἡ γνώση τῆς Ἐκκλησίας τὶς προσδιορίζει ὡς «δαιμονισμό».
Ὀλοκληρώνοντας θὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι γιὰ ὅποιον θέλει νὰ ἀθληθεῖ, ὑπάρχουν καταξιωμένα συστήματα γυμναστικῆς, μὲ μεγάλη ποικιλία σωματικῶν ἀσκήσεων, ὅπως ἡ Σουηδικὴ Γυμναστική, ἡ Ἀεροβικὴ Ἄσκηση (aerobics) κ.ἅ, ποὺ δὲν συνδέονται μὲ θρησκευτικὲς πρακτικές, οὔτε ἀποτελοῦν κίνδυνο γιὰ τὴ λογικὴ ἢ καὶ τὴ ζωὴ τοῦ ἀσκούμενου. Ὅποιος θέλει νὰ ἀθληθεῖ, μπορεῖ κάλλιστα νὰ ἐπιλέξει ἕνα ἀπὸ αὐτά.
Βέβαια δὲν μποροῦμε, οὔτε καὶ εἶναι σωστό, νὰ ἐπιβάλλουμε σὲ κανέναν νὰ μὴν ἀκολουθήσει τὰ «μονοπάτια» τῆς γιόγκα, τοῦ ἰνδουισμοῦ, τοῦ βουδισμοῦ ἢ τῆς «Νέας Ἐποχῆς τοῦ Ὑδροχόου» (New Age), ἐὰν τὸ ἐπιλέξει «συνειδητά». Πρέπει ὅμως, ἐὰν θέλει νὰ κάνει σωστὴ ἐπιλογή, νὰ γνωρίζει τὰ πάντα σχετικὰ μὲ τὸ θέμα καὶ ὄχι μόνο ὅσα παρουσιάζουν οἱ διάφοροι «δάσκαλοι» -τοὺς ὁποίους σεβόμαστε ὡς πρόσωπα- καὶ οἱ σχολὲς τῆς γιόγκα, ποὺ παρουσιάζουν τὴν γιόγκα μόνο σὰν «γυμναστική», ἀποσιωπώντας τὸ θεολογικό της ὑπόβαθρο καὶ τοὺς σωματικοὺς καὶ πνευματικοὺς κινδύνους της.