Η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος χρησιμοποιεί «κυνηγούς ταλέντων» στους ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης και άμεσης ανταλλαγής μηνυμάτων προκειμένου να στρατολογήσει δυσαρεστημένους νέους στην Γερμανία, ορισμένοι εκ των οποίων ηλικίας ακόμα και 13 ή 14 ετών, έγινε σήμερα γνωστό από τον επικεφαλής της υπηρεσίας αντικατασκοπείας της χώρας.
«Στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης δραστηριοποιούνται κυνηγοί ταλέντων οι οποίοι προσεγγίζουν τους νέους και προσπαθούν να τους κάνουν να ενδιαφερθούν με την (ισλαμιστική) ιδεολογία» δήλωσε ο Χανς Γκέοργκ Μάασεν σε δημοσιογράφους ξένων ΜΜΕ στο Βερολίνο.
Ο ίδιος ανέφερε την υπόθεση μιας Γερμανομαροκινής έφηβης, της Σάφια Σ., που κατηγορείται ότι μαχαίρωσε έναν αστυνομικό σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό στο Ανόβερο τον περασμένο Φεβρουάριο και ενός 12χρονου Γερμανοϊρακινού αγοριού που αποπειράθηκε να πυροδοτήσει δύο εκρηκτικούς μηχανισμούς στην πόλη Λουντβιχσχάφεν στη δυτική Γερμανία τον Δεκέμβριο.
Περίπου το 20% των 900 ανθρώπων από την Γερμανία που υπολογίζεται ότι στρατολόγησε το Ισλαμικό Κράτος για να πολεμήσουν στο Ιράκ και τη Συρία είναι γυναίκες, ορισμένες ηλικίας 13 ή 14 ετών, σύμφωνα με τον αξιωματούχο.
Οι γερμανικές αρχές παρακολουθούν 548 ισλαμιστές που θεωρείται ότι αποτελούν κίνδυνο για την ασφάλεια, αλλά σύμφωνα με τη γερμανική νομοθεσία δεν επιτρέπεται η σύλληψή τους έως να διαπράξουν κάποιο έγκλημα, σύμφωνα με τον Μάασεν.
Ο επικεφαλής των γερμανικών υπηρεσιών εσωτερικής πληροφόρησης επισήμανε επιπλέον ότι είναι ικανοποιημένος για τον τρόπο που η αστυνομία και αξιωματούχοι των υπηρεσιών ασφαλείας διαχειρίστηκαν επικοινωνιακά την υπόθεση του Άνις Άμρι, του Τυνήσιου που σκότωσε 12 ανθρώπους τη 19η Δεκεμβρίου με ένα φορτηγό, σε μια χριστουγεννιάτικη αγορά του Βερολίνου.
Η υπόθεση πυροδότησε σφοδρές επικρίσεις διότι οι Γερμανικές αρχές είχαν αναγνωρίσει τον Άμρι, ο οποίος είχε φυλακιστεί στην Ιταλία για 4 χρόνια, ως κίνδυνο για την ασφάλεια και τον είχαν ανακρίνει για διάφορες κατηγορίες, αλλά ποτέ δεν είχε τεθεί υπό κράτηση.
Ο Μάασεν είπε επίσης ότι οι ευρωπαϊκές μυστικές υπηρεσίες ερευνούν την ριζοσπαστικοποίηση και άλλων κοινωνικών ομάδων μέσω των ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης, καθώς ολοένα κι αυξανόμενος αριθμός πολιτών που δεν ήταν κατά το παρελθόν πολιτικά ενεργοποιημένοι δείχνουν να προσελκύονται από ακροδεξιές οργανώσεις.
«Το έχουμε δει με το Ισλαμικό Κράτος, αλλά τώρα το βλέπουμε με τους αποκαλούμενους «νομοταγείς πολίτες» που έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί. Ανησυχούμε ότι αυτή η ριζοσπαστικοποίηση θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια προθυμία διάπραξης βίαιων ενεργειών» τόνισε ο ίδιος.