Στο greek-observatory και τις Ειδήσεις Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων.

Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία από εμάς και τους συνεργάτες μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν συναινέσετε ή να αρνηθείτε να συναινέσετε. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αρνηθείτε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις σας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο. Μπορείτε πάντα να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο ή επισκεπτόμενοι την πολιτική απορρήτου μας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας.Δες περισσότερα εδώ.
Θρησκεία

Επιστολή- αντίδραση του Γέροντος Χρυσοστόμου Πήχου

Ἀξιότιμε κ. διεθυντά,

Στὸ ἔνθετο περιοδικό  του "Ελεύθερου Τύπου” τῆς 21ης Μαΐου τ.ἔ. PRONEWS (σελ. 54-59) και στο pronews.gr φιλοξενήσατε ἄρθρο τοῦ διδάκτορος φιλολογίας καὶ θεολόγου κ. Ἀντωνίου Ἐλευθεριάδη (Ἐλ.), ὑπὸ τὸν τίτλο , στὸ ὁποῖο ὁ συντάκτης σας σχολιάζει τὴν «ΚΑΤΑΓΝΩΣΙ ΕΤΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΙΩΝ» (=καταδίκη μὴ ὀρθοδόξων διδασκαλιῶν), τὴν ὁποία ὑπέβαλα ἐνώπιον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ζητώντας νὰ μελετήσῃ καὶ νὰ ἀποφανθῇ, τὸ κυρίαρχο αὐτὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἂν οἱ διδασκαλίες αὐτὲς εἶναι σωστὲς ἢ ὄχι ἀπὸ ἀπόψεως Ὀρθοδόξου. Ἐπειδὴ ὁ ἀρθρογράφος μὲ ἀδικεῖ κατάφωρα, σᾶς παρακαλῶ νὰ δημοσιεύσετε μία σύντομη σχετικὰ ἀπάντησι πρὸς πληρέστερη ἐνημέρωσι τῶν ἀναγνωστῶν σας.

1. Ἀπορεῖ καὶ ἐξίσταται ὁ κ. Ἐλευθεριάδης στὸ δημοσίευμά του πῶς «ἕνας Πρεσβύτερος στὴν ἱερατικὴ τάξι» καταθέτει «Κατάγνωσιν…» ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου γιὰ παράβασι συγκεκριμένων ἱ. Κανόνων. Ἀλλὰ γιατί ἀπορεῖ; Ὡς θεολόγος θὰ ἔπρεπε νὰ γνωρίζῃ τὸν ἅγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη, ὁ ὁποῖος, πρεσβύτερος ὤν, κατήγγειλε τὸν πατριάρχη Ἰωσὴφ καὶ διέκοψε τὸ μνημόσυνό του, διότι ὁ τελευταῖος εἶχε προβῆ σὲ ἀντικανονικὲς ἐνέργειες. Καὶ δὲν εἶναι βέβαια ὁ ὅσιος Στουδίτης ὁ μοναδικὸς ποὺ ἔκανε κάτι τέτοιο. Ἕνα φρεσκάρισμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας καὶ τοῦ ἱεροῦ Συναξαριστοῦ πολλὰ θὰ εἶχε νὰ θυμίσῃ στὸν κ. Ἐλ..

[Σχόλιο Ελευθεριάδη (Σχ.Ελ.): Ταπεινά θα ήθελα να ζητήσω από τον άγιο Γέροντα Χρυσόστομο να διορθώσει το λάθος του.   Ποιο είναι αυτό; Πρώτον και κύριο: Δεν υπάρχει κανένας Πατριάρχης με το όνομα Ιωσήφ, τον οποίο ο Θεόδωρος ο Στουδίτης "κατήγγειλε καὶ του οποίου διέκοψε τὸ μνημόσυνο, διότι … εἶχε προβῆ σὲ ἀντικανονικὲς ἐνέργειες".

Στην εποχή του Θεοδώρου Στουδίτη πατριάρχης στο θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ήταν ο άγιος Ταράσιος, (από το 784 ως το 806), μετριοπαθής και συνετός πατριάρχης. Ο π. Χρυσόστομος, χωρίς βάσανο των πηγών, αντικατέστησε τον Ταράσιο με τον πρωθιερέα των ανακτόρων Ιωσήφ που ενδεχομένως με την άδεια του Ταρασίου πάντρεψε σε δεύτερο γάμο το νεαρό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ’.  Ο ηγούμενος της μονής του Σακκουδίωνος Πλάτων και ο ανεψιός του  αντέδρασαν έντονα και ήλεγξαν σφοδρώς τον πατριάρχη και όλους όσοι αναγνώρισαν τον γάμο, τον οποίο θεώρησαν μοιχεία.

Αδικείται, νομίζω ο άγιος Θεόδωρος με το να του φορτώνομε τη διάπραξη του εγκλήματος της "αποτειχίσεως" από τον Πατριάρχη άγιο Ταράσιο. Ποτέ δεν έγινε κάτι τέτοιο. Άλλωστε, ο Κανόνας  περί δυνατότητας του πρεσβυτέρου να αποτειχίζεται (=να αποκόπτεται)  από τον επίσκοπό του που κηρύττει απροκάλυπτα και με σαφήνεια αίρεση που έχει εν τω μεταξύ επίσημα και συνοδικά καταδικαστεί από Οικουμενική Σύνοδο  ανάγεται στο 861 μ.Χ.

Άλλος τέλος Ιωσήφ ήταν ο αδελφός του Θεοδώρου Στουδίτη, επιφανής Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης].

2. Στὸ 2ο σχόλιό του χαρακτηρίζει τὴν «Κατάγνωσι…» ὡς «γενικολόγο καὶ ἀόριστο», διότι δὲν παρέθεσα παραπομπὲς σὲ ἱ. Κανόνες. Νομίζω ὅτι ὁ κ. Ἐλ. ἀδικεῖ τὸν ἑαυτό του ζητώντας εἰδικὲς παραπομπές. Οἱ ἱ. Κανόνες εἶναι σύντομες καὶ σαφεῖς προτάσεις, ὥστε νὰ μὴ πελαγώνῃ ὁ πιστὸς σὲ παραγράφους καὶ ἐπὶ μέρους διατάξεις. Δὲν πρόσεξε φαίνεται τοὺς ἱ. Κανόνες ποὺ παρατίθενται στὴν «Κατάγνωσι…».

Καὶ ἐνῷ ἐκ μέρους μου ζητεῖ παραπομπές, ὁ ἴδιος εὐθὺς ἀμέσως, γιὰ νὰ στηρίξῃ τὸν χαρακτηρισμὸ «Νεοζηλωτισμός», παραθέτει κάτι, ποὺ ἄκουσε ἀπὸ κάποιον πνευματικό, ποὺ εἶχε ἐκπομπὴ σὲ κάποιο ῥαδιοφωνικὸ σταθμὸ τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος μιλοῦσε γιὰ κάποιες μοναχές, οἱ ὁποῖες ἐπηρεασμένες ἀπὸ κάποιον μοναχὸ τῆς ἱερᾶς Μονῆς Ἐσφιγμένου, κατὰ σάρκα ἀδελφό τους, ἀμφισβητοῦσαν τὴν ἐγκυρότητα τῶν μυστηρίων τῆς νεοημερολογίτικης Ἐκκλησίας κ.λπ. κ.λπ.. Παραπομπὴ καμμία.

Πιὸ κάτω, στὸ σχόλιο 3, γιὰ νὰ διασείσῃ τὴν ἔκφρασι τῆς «Καταγνώσεως…» «σκανδαλισμὸς συνειδήσεως», παραθέτει περιστατικὸ σκανδαλισμοῦ τοῦ θαυματουργοῦ προκατόχου μου στὴν ἡγουμενία τῆς ἱερᾶς Μονῆς Λογγοβάρδας ὁσίου Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου· ὅτι δῆθεν ὁ ὅσιος σκανδαλίσθηκε ἀπὸ τὴν ἐπιεικῆ στάσι τοῦ ὁσίου Νικολάου Πλανᾶ ἔναντι ἑνὸς μεθύσου(;) ἱεροψάλτου τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἐλισαίου. Ποιός ἦταν ὁ μέθυσος αὐτὸς ψάλτης; Ἐκεῖ γνωρίζουμε ὅτι ἔψαλλαν οἱ «ἅγιοι τῶν γραμμάτων» μας Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης καὶ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης. Ἀπὸ ποῦ ὁ ἀρθρογράφος πῆρε τὴν πληροφορία; Δὲν παρατίθεται στὸ ἄρθρο του καμμία παραπομπή. Ξέρει ὅμως ὁ κ. Ἐλ. νὰ ζητῇ παραπομπὲς ἀπὸ τὸν συντάκτη τῆς «Καταγνώσεως…».

Γιὰ τὸ πλῆθος τῶν παραπομπῶν, ποὺ ὑπάρχουν στὴν «Κατάγνωσι…» καὶ ποὺ θεμελιώνουν τὸ ἀναντίρρητο τῶν ἑτεροδιδασκαλιῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, δὲν λέγει τίποτε ὁ κ. καθηγητής. Δὲν τὶς εἶδε; ἢ τὶς εἶδε καὶ τὶς προσπέρασε; Ἀπὸ ποῦ ὁ ἀρθρογράφος πῆρε τὴν πληροφορία; ε; Ἐκτὸς καὶ ἂν βλέπῃ ὅσα θέλει.

[Σχ.Ελ): Αναφορικά με τον αδόκιμο όρο «Κατάγνωσις ετεροδιδασκαλιών» διαβάστε το άρθρο μου με τίτλο . Στην δικαιολογημένη όμως ερώτηση του σεβαστού επιστολογράφου: "Ἀπὸ ποῦ ὁ ἀρθρογράφος πῆρε τὴν πληροφορία" όσον αφορά στο περιστατικό με τον σκανδαλισμό του Οσίου Φιλοθέου Ζερβάκου της Πάρου, απαντώ παραπέμποντας στο βιβλίο: Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΠΑ-ΝΙΚΟΛΑΣ ΠΛΑΝΑΣ, Εκδόσεις "Αστήρ",  Αλ. και Ε. Παπαδημητρίου, Αθήναι 1999, τον επίλογο του οποίου βιβλίου έχει συγγράψει ο ίδιος ο αρχιμανδρίτης Φιλόθεος Ζερβάκος, Ηγούμενος της εν Πάρω Ιεράς Μονής Λογγοβάρδας (σελ.115 κ.εξ.)

Όσο δε αφορά στο περιστατικό των δύο κατά σάρκα γυναικών αδελφών με αδελφό ζηλωτή εσφιγμενίτη μοναχό, θα μπορούσα κατ’ ιδίαν να του έστελνα το όνομα και το προσωπικό τηλέφωνο του αξιοσεβάστου ιεροκήρυκα και πνευματικού της Συμπρωτεύουσας από τον οποίο άντλησα τη σχετική πληροφορία. Αλλά είναι κοινός τόπος ότι ακούγονται από ζηλωτικούς παλαιοημερολογιτικούς κύκλους, και όχι μόνο, τέτοιες ετεροδιδασκαλίες ότι δήθεν τα μυστήρια των νεοημερολογητών είναι άκυρα!

3. Γιὰ νὰ στηρίξῃ ὁ ἀρθρογράφος τὴν θέσι του περὶ τῶν ἱ. Κανόνων, ἐπικαλεῖται φράσι τοῦ ἀειμνήστου κανονολόγου ἀρχιμ. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, ὁ ὁποῖος ἔλεγε χαρακτηριστικὰ ὅτι «οἱ ἱ. Κανόνες στὰ χέρια τῶν κακοβούλων γίνονται “κανόνια” γιὰ νὰ ἐξοντώσουν τοὺς ἀντιπάλους των!». Πολὺ ἐπιλεκτικὰ χρησιμοποιεῖ τὴν γνώμη τοῦ π. Ἐπιφανίου περὶ τῶν ἱ. Κανόνων ὡς «κανονίων», ἀποκρύπτει ὅμως –σκοπίμως ἴσως– τὴν προσήλωσί του στοὺς ἱεροὺς Κανόνας καὶ ἰδιαιτέρως τὴν θέσι τοῦ ἀειμνήστου ἀνδρὸς περὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ περὶ τῶν συμπροσευχῶν. Ὁ ἅγιος αὐτὸς κληρικὸς ἦταν σφόδρα - σφόδρα ἐναντίον τῶν συμπροσευχῶν ὀρθοδόξων μετὰ αἱρετικῶν. Γιατί ὁ κ. Ἐλ. ἀποκρύπτει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια; Ἐξ ἄλλου ἡ συνείδησίς μας δὲν καταμαρτυρεῖ κακοβουλίαν ἔναντι τῆς αὐτοῦ θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου. Ἀπεναντίας μάλιστα τὸν τιμοῦμε δεόντως καὶ εὐχόμεθα ὑπὲρ Αὐτοῦ. Ποῦ κολλάει ἡ κακοβουλία στὴν χρῆσι ἐκ μέρους μας τῶν ἐν τῇ «Καταγνώσει...» ἱερῶν Κανόνων;

4. Ὁ παναγιώτατος κ. Βαρθολομαῖος πρὶν 47 χρόνια εἶχε ζητήσει στὴν διδακτορική του διατριβὴ τὴν κατάργησι τῶν ἱ. Κανόνων καὶ τῶν κανονιστικῶν Διατάξεων ποὺ ἀναφέρονται στὶς συμπροσευχὲς μὲ τοὺς αἱρετικούς. Καὶ ὁ κ. Ἐλ., γιὰ νὰ στηρίξῃ τὴν θέσι αὐτὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ, ἐπικαλεῖται σὲ ἑρμηνεία καὶ χωρίς, ἐννοεῖται, παραπομπή -τὴν ὁποία ἀκόμη περιμένουμε μὲ ταυτόχρονη παράθεσι καὶ τοῦ κειμένου στὸ πρωτότυπο– ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν «Προθεωρίαν τοῦ Συντάγματος κατὰ στοιχεῖον» (1335) τοῦ μεγάλου Θεσσαλονικέως κανονολόγου κληρικοῦ τοῦ 14ου αἰῶνος Ματθαίου Βλάσταρη, τὸ ἑξῆς: «Ἡ Ἐκκλησία, ἐφόσον μεταβλήθηκαν ἐν πολλοῖς οἱ ἀνάγκες τῶν τέκνων της, ὄχι μόνο δύναται, ἀλλὰ καὶ ὀφείλει νὰ προσαρμόσει τὴν νομοθεσία της πρὸς τὶς νέες αὐτὲς ἀνάγκες, ἀπὸ τὴ μιὰ μεριὰ τροποποιοῦσα ἢ καὶ καταργοῦσα τοὺς εἰς ἀχρησίαν περιελθόντας ἀνεφαρμόστους καταστάντας κανόνες, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη προβαίνουσα στὴν θέσπιση νέων κατὰ τὶς ἀνάγκες τῶν πιστῶν της».

Διαβάσαμε ὅλη τὴν «Προθεωρίαν…» προσεκτικά, ἀλλὰ πουθενὰ δὲν συναντήσαμε τὸ παρατιθέμενο ἀπόσπασμα. Ἐδῶ ὄντως χρειαζόταν παραπομπή. Γιατί παρελείφθη; τὴν περιμένουμε ὁπωσδήποτε. Ἀναμένοντες λοιπὸν τὴν παραπομπὴ καὶ τὸ ἀπόσπασμα στὸ πρωτότυπο δὲν μᾶς ἐμποδίζει νὰ τὸ δεχθοῦμε ὡς σωστό. Στὴ συνέχεια παρακαλοῦμε τὸν ἀναγνώστη νὰ προσέξῃ μὲ πόσο σεβασμὸ ἐκφράζεται ὁ ἀείμνηστος Βλάσταρης γιὰ τοὺς ἱ. Κανόνας, τοὺς καρποὺς αὐτοὺς τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ μὲ τί ἰταμὸ καὶ αὔθαδες ὕφος ἀναφέρεται σ᾽ αὐτοὺς στὴν ἐπιστημονική του διατριβὴ ὁ μετέπειτα πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος. «Δὲν δύνανται», γράφει, «νὰ ἐφαρμοσθοῦν σήμερον καὶ πρέπει νὰ τροποποιηθοῦν αἱ διατάξεις αἱ κανονίζουσαι τὰς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους. Περισσοτέρα ἀγάπη πρέπει νὰ “ἀρδεύσῃ” πολλὰς κανονικὰς διατάξεις πρὸς “ζωογονίαν”. Ἐπιβάλλεται τροποποίησις ὁρισμένων διατάξεων ἐπὶ τὸ φιλανθρωπότερον καὶ ρεαλιστικώτερον. Ἡ Ἐκκλησία δὲν δύναται καὶ δὲν πρέπει νὰ ζῇ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου». Τὸ αὔθαδες καὶ ἰταμὸ αὐτὸ ὕφος ὁ ἀρθρογράφος κ. Ἐλ. τὸ χαρακτηρίζει διὰ τῶν ἑξῆς: «Ὁ σεβαστὸς ἐρευνητὴς μὲ σεμνότητα καὶ διάκριση, ὅπως ἁρμόζει σὲ ἐπιστήμονα, λέει ὅτι “ὁρισμένες διατάξεις” ἱερῶν Κανόνων πρέπει νὰ τροποποιηθοῦν, ὄχι νὰ καταργηθοῦν ἢ νὰ καταστοῦν ἄκυρες...». Γιὰ νὰ ἀποκτήσῃ ὅμως σεμνότητα καὶ διάκρισι ἐπιστημονικὴ ἡ κρινομένη πρότασι τοῦ Παναγιωτάτου, πρέπει νὰ ὑποστῇ πολὺ «μακιγιάζ». Ἀφήνω ὅμως τὰ σχόλια στοὺς ὀξυδερκεῖς ἀναγνῶστες σας. Ἡ Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας κεφαλὴ εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ τὴν ὁποία «συγκροτεῖ τὸ πανάγιον Πνεῦμα», εἶναι δυνατὸν «νὰ ζῇ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου»; Δὲν κατευθύνει τὸ ἅγιο Πνεῦμα τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ; Τί λόγια εἶναι αὐτά;

[Σχ.Ελ.: Ας έλθουμε στην επίδικη ερμηνεία του Μ. Βλάσταρη, την οποία χρησιμοποίησα στο άρθρο μου με τίτλο "Ο  νεοζηλωτισμός κτυπά την θύρα της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος". Πριν όμως καταχωρίσω την αιτουμένη από τον επιστολογράφο βιβλιογραφική παραπομπή και την παράθεση του κειμένου στο πρωτότυπο, ας πούμε δυο λόγια που για τον προσεκτικό αναγνώστη θεωρούνται  αυτονόητα.

Λέγοντας «ερμηνεία»  συνηθίζουμε να εννοούμε την νοηματική απόδοση ενός δύσκολου ή δυσνόητου χωρίου ή μιας φράσης ενός συγγραφέα με τη χρήση μικρών ή μεγαλύτερων σχολίων. Είναι έργο βασανιστικά δυσχερές. Το ερμηνευόμενο απόσπασμα εξετάζεται από λεξιλογικής πλευράς, από παράλληλα χωρία του ιδίου συγγραφέα και από τα συμφραζόμενα. Διαφέρει ως προς τούτο από τη μετάφραση, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μεταφορά (ad litteram) μιας λέξης ή μιας πρότασης από μια γλώσσα σε μια άλλη ή από μια διάλεκτο σε μια άλλη.

Η αναμενόμενη  από τον Γέροντα Χρυσόστομο παραπομπή  βρίσκεται στο: «Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων των τε αγίων και πανευφήμων Αποστόλων, και των ιερών Οικουμενικών και τοπικών Συνόδων, και των κατά μέρος αγίων Πατέρων, έκδ. Γ. Α. ΡΑΛΛΗ και Μ. ΠΟΤΛΗ, Αθήνησιν 1852-1859, επανεκτ. Αθήναι 1966», στον τόμο ΣΤ’, αριθμημένη σελίδα 8, σε συνδυασμό με τις σελίδες 29, 30.

Λίγοι, φοβούμαι, από τους αγαπητούς αναγνώστες της ιστοσελίδας θα μπορέσουν να καταλάβουν το περιεχόμενο του κατωτέρω κειμένου του Κανονολόγου Μ. Βλάσταρη, γιατί η γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι η ελληνική των μεσαιωνικών χρόνων (14ος αι.) και έχει όρους που δεν απαντούν σήμερα.

 

«Των γε μην οικουμενικών τε και τοπικών απασών, η εν Καρχηδόνι Σύνοδος αρχαιοτέρα ιστόρηται, έξαρχον μεν εσχηκυία τον μέγαν Κυπριανόν∙ εις επισκόπους δε επληθύνετο προς τοις τέσσαρσιν ογδοήκοντα∙ οι δή και εν μόνον εξήνεγκαν ως εν είδει κανόνος ψήφισμα, τους καθάπαξ υπό πάντων αιρετικών τε και σχισματικών βαπτισθέντας τη καθολική προσερχομένους Εκκλησία, αύθις βαπτίζεσθαι, σχισματικούς τους περί Ναυάτον αινιττόμενοι∙ τηνικαύτα γαρ η τούτου αίρεσις εισεφθάρη τη Εκκλησία∙ τούτου του ψηφίσματος και ο μέγας μέμνηται Βασίλειος εν τω πρώτω αυτού κανόνι, δι’ επαίνου μεν αυτό τιθέμενος, οικονομίας δε χάριν αργίαν αυτού καταψηφιζόμενος. Αλλά και η δευτέρα οικουμενική Σύνοδος, εν τω εβδόμω ταύτης κανόνι, ταναντία τούτου διατάττεται∙ δια τοι τούτο η έκτη και οικουμενική Σύνοδος, Ο εκδοθείς, φησί, τοις Πατράσι τούτοις κανών, εν τοις τόποις αυτών και μόνοις κατά το παραδοθέν αυτοίς έθος εκράτησε∙  τούτο γαρ, ως έοικε, τω τότε σενετέλει καιρώ και τοις πράγμασι∙ διό και η τούτων μεταβολή, εις το μηκέτι ενεργείν και τούτον μετέβαλεν.» (σελ. 8)

Η πεντηκονταετής φιλολογική μου εμπειρία περί τα αρχαία και μεσαιωνικά βυζαντινά κείμενα με βοήθησε να υιοθετήσω την πιο κάτω σχετική ερμηνεία:

«Η Εκκλησία εφόσον μεταβλήθηκαν εν πολλοίς οι ανάγκες των τέκνων της, όχι μόνο δύναται, αλλά και οφείλει να προσαρμόσει την νομοθεσία της προς τις νέες αυτές ανάγκες, από τη μια μεριά τροποποιούσα ή και καταργούσα τους εις αχρησίαν περιελθόντας ανεφαρμόστους καταστάντας κανόνες, και από την άλλη προβαίνουσα στη θέσπιση νέων κατά τις ανάγκες των πιστών της».

5. Ὁ κ. Ἐλ. ἀνέλαβε ἐργολαβικῶς τὴν ὑποστήριξι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου. Ἦταν, ἂν δὲν κάνω λάθος, συνυπότροφοι ἢ συνοικότροφοι σὲ παπικὸ πανεπιστήμιο στὴν Ρώμη κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ ᾽60. Ἐκεῖ εἶχαν συνδεθῆ δι᾽ ἀρρήκτου φιλίας. Στὴν προσπάθειά του λοιπὸν νὰ στηρίξῃ ὡς φίλος τὶς θέσεις τοῦ Παναγιωτάτου, χρησιμοποιεῖ τὰ δεκανίκια τῆς νομικῆς σκέψεως τῆς Πολιτείας. Ἐπικαλεῖται μία ἀπόφασι τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας (βλ. Σ.τ.Ε. 3003/2014, ὁλομ.) ἡ ὁποία κάνει διάκρισι τῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων σὲ δογματικοὺς καὶ διοικητικούς. Ἀλλ᾽ αὐτὴ ἡ ἀπόφασις εἶναι γιὰ τὴν Πολιτεία. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἰσχύουν ἐξ ἴσου, ἰσοκύρως, καὶ οἱ δογματικοὶ (οἱ ὅροι) καὶ οἱ διοικητικὲς διατάξεις (οἱ ἱ. Κανόνες). Γιὰ τοὺς ἱεροὺς Κανόνας ἰσχύει αὐτὸ ποὺ ὁ ἴδιος ὁ κ. Ἐλ. ἀναφέρει· «Οἱ ἱεροὶ κανόνες εἶναι τὰ ἱστία καὶ τὸ πηδάλιο τῆς “νοητῆς νηός”, τὴν τροπὴ καὶ τὴν κατεύθυνση καὶ τὴν ρύθμιση τῶν ὁποίων ἐλέγχει καὶ κατευθύνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα». Γιὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ταγοὺς οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὄντως ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα, οἱ ἱ. Κανόνες εἶναι ἰσόκυροι τῶν δογματικῶν ὅρων καὶ ἀποτελοῦν πέρας πάσης ἀντιλογίας. Γι᾽ αὐτὸ ἐξ ἄλλου καὶ ὁ Παναγιώτατος, μπροστὰ στὸν κίνδυνο νὰ τοῦ πάρῃ ὁ πατριάρχης Μόσχας τὰ πρωτεῖα, χρησιμοποιεῖ –καὶ καλὰ κάνει– τὸν ΚΗ΄ Κανόνα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (451 μ.Χ.), ποὺ κατοχυρώνει τὰ πρωτεῖα τοῦ Οἰκουμενικοῦ θρόνου. Καὶ εἶναι ἀνυποχώρητος σ᾽ αὐτό. Γιατί ὅμως, ἐνῷ σέβεται καὶ ὑπερασπίζεται αὐτὸν τὸν ἱ. Κανόνα ποὺ τὸν διευκολύνει, ἀσεβεῖ στοὺς ἱ. Κανόνας ἐκείνους ποὺ καθορίζουν τὶς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων μετὰ τῶν ἑτεροδόξων καὶ τῶν ἀλλοθρήσκων; Γιατί κάνει διάκρισι μεταξὺ τῶν ἱ. Κανόνων καὶ ἄλλους μὲν καταστρατηγεῖ ἄλλους δὲ ὑπερυψώνει ὡς λάβαρο ἀγῶνος; Γιατί δύο μέτρα καὶ δύο σταθμά; Μήπως ἐδῶ ἔχουν ἐφαρμογὴ τὰ λόγια τοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου περὶ «κανονίων» καὶ χρησιμοποιεῖ ὁ Παναγιώτατος τὸν κανόνα αὐτὸν ὡς «κανόνι» ἐναντίον τοῦ ἐν Χριστῷ ἀδελφοῦ του;

Ἐπίκαιρο εἶναι νὰ ἀναφέρουμε ἐδῶ τὴν πίστι τοῦ ἀοιδίμου μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου περὶ τῶν ἱ. Κανόνων: «Οἱ ἱεροὶ Κανόνες εἶνε φωτεινοὶ δεῖκται τῆς πρὸς τὰ ἄνω πορείας. Εἶνε χαλινοὶ τῶν κτηνωδῶν ὀρέξεων τοῦ ἀνθρώπου. Εἶνε πηδάλιον ἐν μαινομένῃ θαλάσσῃ. Εἶνε, διὰ νὰ φέρωμεν Ἁγιογραφικὴν εἰκόνα, ὁ φραγμός, τὸν ὁποῖον ἔθεσε πέριξ τοῦ θεοφυτεύτου Ἀμπελῶνος ὁ Κύριος, ἵνα μὴ ἄγρια ζῷα, ἀλώπεκες καὶ μονιοί, εἰσελαύνουν καὶ κατατρώγουν τοὺς καρποὺς καὶ ἐκτινάσσουν τὰς ῥίζας. Οἱ ἱεροὶ Κανόνες ἢ νόμοι τῆς Ἐκκλησίας εἶνε, διὰ νὰ ἐνθυμηθῶμεν καὶ τὴν προγονικὴν ἡμῶν σοφίαν, ὡς τὰ ἰσχυρὰ τείχη τῶν πόλεων, ἐπὶ τῶν ὁποίων ἱστάμενοι οἱ γενναῖοι ἀγωνισταὶ ἀποκρούουν τὰς ἐπιθέσεις τῶν βαρβάρων. Ἄνευ τειχῶν αἱ ἀρχαῖαι πόλεις ἦσαν εὐάλωτοι… Εἰς τὰ ὦτα ἡμῶν ἠχοῦν τὰ λόγια τοῦ ἀρχαίου φιλοσόφου Ἡρακλείτου· “Μάχεσθαι δεῖ τὸν δῆμον ὑπὲρ τοῦ νόμου ὅκωσπερ (=ὅπως ἀκριβῶς) τείχεος (=τείχους)”» (μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Καντιώτου, «Ἐξέστημεν;», Ἀθῆναι 1973, σσ. 64-65).

[Σχ.Ελ): Το ζήτημα που θίγεται σε αυτή την § της επιστολής είναι πολύ σπουδαίο για την κατανόηση της όλης λειτουργίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Ορθώς πιστεύεται ότι εκκλησία είναι θεανθρώπινος οργανισμός που ζει και κινείται και δρα εν χρόνω και εν τόπω. Ακρογωνιαίος λίθος και κεφαλή της Εκκλησία είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Ο Χριστός μέσω της αποστολικής διαδοχής των επισκόπων χθες και σήμερα και στους απέραντους αιώνες ζει στις ψυχές μας με τη αγία μετάληψη του Σώματος  και του Αίματός Του. Όλα τα άλλα μέσα που θεσπίζει η Αγία μας Εκκλησία (Δόγματα, Κανόνες, Λατρεία, Αρχιτεκτονική Ναών, Μουσική, Νηστεία, Ιερές Ακολουθίες, τιμητική προσκύνηση Ιερών Εικόνων κ.ά.) συνιστών το όχημα για να φτάσει ο άνθρωπος κάθε εποχής και της σημερινής στον υπερβατικό στόχο που στη γλώσσα των νηπτικών πατέρων ονομάζεται Θέωση.

 

Επανερχόμενοι στο ζήτημα του διαχωρισμού και της διάκρισης  των Κανόνων σε Όρους της Πίστεως κι σε Κανόνες  που διευθετούν συγκεκριμένες ανάγκες των πιστών, σε ορισμένες εποχές  και σε ορισμένες εκκλησιαστικές περιοχές ο καλός Πατήρ Χρυσόστομος μου απευθύνει το εξής με μικρή δόση ειρωνείας ερώτημα: "Μήπως ὅμως ἀγνοεῖς, ὅτι οἱ Ἱεροὶ Κανόνες στὸ Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος εἶναι ἰσό- κυροι μετὰ τῶν δογματικῶν Ὅρων; Ἐνθυμεῖσαι τί ἀγῶνες ἔγιναν δι᾽ αὐτό; Νὰ εἴπω, ὅτι ὁ κοσμικὸς νομοθέτης κατενόησε τὸ πρόβλημα καλύτερα ἀπὸ ὅ,τι τὸ κατανοεῖ ἕνας θεολόγος, φιλόλογος, μάλιστα δὲ καὶ διδάκτωρ;"

Και η απάντηση που κατά χρέος έδωσα ήταν η εξής: " Το ισχύον Ελληνικό Σύνταγμα του 1975 αναγνωρίζει, για πρώτη φορά, τους Αποστολικούς και Συνοδικούς Κανόνες των Ορθοδόξων Εκκλησιών (άρθρο 3 παρ.1). Συγκεκριμένα, μερικοί πίστεψαν πως η ελληνική πολιτεία εξισώνει τους δογματικούς λεγόμενους Κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων με τους Διοικητικούς. Αλλά ήρθε το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο ως αυθεντικός ερμηνευτής του Συντάγματος να δώσει τέρμα στη διαμάχη μεταξύ των συνταγματολόγων  γύρω από την εν λόγω συνταγματική διάταξη: πρόκειται για την υπ΄αριθμ. 2837/20153 του ΣτΕ. Ο αιτών είναι εγκαταβιών μόνιμα στην Ιερά Ανδρώα Κοινοβιακή και Επισκοπική Μονή ***του αγίου Όοους και αιτείται την ακύρωση της απόφασης*** της στρατολογικής Υπηρεσίας Δυτικής Ελλάδας. Στο σκεπτικό της απορριπτικής απόφασης του ΣτΕ διαβάζουμε τα εξής:

«Επειδή, κατά πρώτο λόγο προβάλλεται ότι οι Ιεροί Κανόνες, όπως ο έβδομος Κανών της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου (451 μ.Χ.), ο εξηκοστός έκτος Κανών των Αγίων Αποστόλων και ο όγδοος Κανών του Μεγάλου Βασιλείου, απαγορεύουν την στράτευση των Μοναχών και, ως θεμελιώδεις δογματικοί κανόνες της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπερισχύουν πάσης αντιθέτου νομοθετικής ρυθμίσεως. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η υπό του άρθρου 3 παρ. 1 του Συντάγματος κατοχύρωση, αναφερομένη στους Ιερούς Κανόνες και τις Παραδόσεις, αφορά μόνον στα δόγματα της Εκκλησίας και δεν επεκτείνεται σε Ιερούς Κανόνες και Παραδόσεις αφορώντες αποκλειστικώς διοικητικής φύσεως θέματα, ως η στράτευση (πρβλ. ΣτΕ 3003/2014, ολομ.)»

Καὶ τελειώνουμε μὲ τὰ ἑξῆς ὀλίγα:

Ἐὰν στὶς πόλεις τῆς ἀρχαιότητος ἦταν ἀπαραίτητα τὰ τείχη γιὰ τὴν ὑπεράσπισί τους ἐκ μέρους τῶν γενναίων μαχητῶν καὶ τὴν σωτηρία τοῦ λαοῦ, ἀσυγκρίτως πιὸ ἀπαραίτητη κρίνεται σήμερα ἡ διαφύλαξις τῆς ἱερότητος καὶ ἀκεραιότητος τῶν θείων Κανόνων, ὅταν τὰ πάντα ἔχουν γκρεμιστῆ καὶ τείνουν εἰς ἀφανισμόν. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μιλώντας στοὺς πρεσβυτέρους τῆς Μιλήτου, τόνισε μεταξὺ ἄλλων τὰ ἑξῆς: «Προσέχετε ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. Ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου· καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. Διὸ γρηγορεῖτε…» (Πράξ. 20,28-31). Καὶ σὲ μετάφρασι· «Νὰ προσέχετε τοὺς ἑαυτους σας καὶ ὅλο τὸ ποίμνιο, στὸ ὁποῖο τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο σᾶς ἔθεσε ἐπισκόπους, γιὰ νὰ ποιμαίνετε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, τὴν ὁποία ἀπέκτησε μὲ τὸ ἴδιο του τὸ αἷμα. Διότι ἐγὼ γνωρίζω τοῦτο, ὅτι μετὰ τὸν δικό μου ἐρχομό θὰ εἰσβάλουν σὲ σᾶς λύκοι φοβεροί, ποὺ δὲν λυποῦνται τὸ ποίμνιο. Καὶ ἀπὸ σᾶς τοὺς ἴδιους θὰ ἐμφανισθοῦν ἄνθρωποι, ποὺ θὰ διδάσκουν διεστραμμένα, γιὰ ν᾽ ἀποσποῦν τοὺς μαθητὰς (τοὺς πιστοὺς) καὶ νὰ κάνουν ὀπαδούς τους. Γι᾽ αὐτὸ νὰ ἀγρυπνῆτε...».

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τοὺς πάσης φύσεως αἱρετικοὺς τοὺς ὀνομάζει λύκους φοβερούς. Στὴν σύναξι τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης οἱ φοβεροὶ αὐτοὶ λύκοι ὠνομάσθηκαν «ἑτερόδοξες ἐκκλησίες». Ἤ ὁ ἀπόστολος Παῦλος σφάλλει ποὺ τοὺς ὀνομάζει «λύκους φοβεροὺς» ἢ ἡ σύναξι τοῦ Κολυμπαρίου ποὺ τοὺς ὀνομάζει «ἑτερόδοξες ἐκκλησίες». Κατανοεῖ ἆραγε τὸ ὀλίσθημά του ὁ συνήγορος τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ κατὰ συνέπειαν ὁ ὑποστηρικτὴς τῆς πανθρησκείας διδάκτωρ φιλολογίας καὶ θεολόγος κ. Ἀντώνος Ἰ. Ἐλευθεριάδης;

 [(Σχ.Ελ) Καλέ μου φίλε και σεβαστέ μου Γέροντα Χρυσόστομε, όλα καλά και ελεύθερα, γράφε ό,τι θέλεις, σοφά και μη σοφά. 'Έστω σοι μεν ταύτα δοκούντι εμοί δε τάδε" Μέχρις εδώ όμως. Χαρακτηρισμούς όπως "συνήγορος του οικουμενισμού" και "υποστηρικτής της πανθρησκείας" σου τους επιστρέφω μετά βδελυγμίας πίσω ως απαραδέκτους και προσβλητικούς στην προσωπικότητά μου. Είμαι των αμαρτωλών αμαρτωλότερος. Όχι όμως οικουμενιστής και πανθρησκευτής. Το έχω αποδείξει άλλωστε στο βιβλίο μου με τίτλο: Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΜΑΣΟΝΙΑ]

Μετὰ τιμῆς

Ἀρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Πῆχος

Καθηγούμενος Ἱ. Μονῆς Ζ. Πηγῆς Λογγοβάρδας Πάρου

 

*Ο Αντώνης Ιακώβου Ελευθεριάδης είναι δρ. Φιλολογίας και Θεολόγος

 

 

  

 

Tags
Back to top button