Ως «βαθύς» και «ευρύς» αποτιμάται ο αντίκτυπος της μακράς οικονομικής κρίσης στα ελληνικά νοικοκυριά, σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) για το 2016.
Η ανάλυση της Τράπεζας καταδεικνύει πως το 76% των νοικοκυριών υπέστη σημαντικές απώλειες στο εισόδημά του, κατά τη διάρκεια της 7ετίας 2010 – 2016, λόγω:
- της μείωσης μισθών και συντάξεων
- της αύξησης της ανεργίας
- της καθυστερημένης καταβολής των μισθών
- του περιορισμού των ωρών εργασίας
Παράλληλα, το 92% δηλώνει ότι επηρεάστηκε σημαντικά από τα μέτρα λιτότητας και την οικονομική κρίση, με τα νοικοκυριά εθνικών μειονοτήτων, μεγάλων οικογενειών και χαμηλού εκπαιδευτικού επιπέδου να δέχονται το μεγαλύτερο «χτύπημα».
Μάλιστα, τα νοικοκυριά μονογονεϊκών οικογενειών και χαμηλού εκπαιδευτικού προφίλ προχώρησαν σε μεγαλύτερη μείωση των καταναλωτικών δαπανών – ιδίως σε τρόφιμα και υγεία – έναντι των υπόλοιπων νοικοκυριών.
Στον αντίποδα, όσα νοικοκυριά αύξησαν τις ώρες εργασίας ή αναζήτησαν μία πρόσθετη δουλειά, επηρεάστηκαν σε μικρότερο βαθμό από την οικονομική κρίση.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με την έρευνα της EBRD, μόλις ένα στα 10 νοικοκυριά δηλώνει ικανοποιημένο με την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση και μόλις ένα στα τέσσερα με την προσωπική του ζωή, γενικότερα.
Παράλληλα, λιγότερο από το 50% του πληθυσμού διαθέτει την οικονομική δυνατότητα να αντεπεξέλθει σε απροσδόκητες δαπάνες και έξοδα.
Τέλος, η μελέτη της Tράπεζας καταδεικνύει το βαθύ έλλειμμα εμπιστοσύνης των Ελλήνων προς τους εγχώριους πολιτικούς θεσμούς, τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, την κυβέρνηση και τη Βουλή.