Το 1920, εκδόθηκε στο Λονδίνο το περίφημο βιβλίο της Λαίδης Augusta Gregory με τίτλο «Visions and Beliefs in the West of Ireland», όπου περιγράφονταν γλαφυρά οι πάμπολλοι θρύλοι και οι ευρηματικές δοξασίες της Ιρλανδίας.
Το βιβλίο αυτό αποδείκνυε θαυμάσια ότι η Ιρλανδία ήταν ίσως η μοναδική χώρα της Ευρώπης, όπου οι μάγοι, οι νεράιδες, οι βρυκόλακες και ένα σωρό άλλα δαιμόνια εξακολουθούσαν να διατηρούν την υπεροχή τους και να ευδοκιμούν μέσα στις καρδιές των δεισιδαιμόνων κατοίκων της.
Αυτό θα μπορούσε να εξηγηθεί από το γεγονός ότι όπου έζησαν οι Κέλτες, κατόρθωσαν να διασώσουν πολλές από τις πανάρχαιες ειδωλολατρικές τους δοξασίες από τη διττή επίθεση του Χριστιανισμού και του Ορθολογισμού.
Η διάσημη Ιρλανδή συγγραφέας Λαίδη Augusta Gregory, η οποία ενέκυψε σε σοβαρές μελέτες σχετικά με τους μύθους, τα παραμύθια και τις παραδόσεις του ιρλανδικού λαού, έδινε πολλές πληροφορίες για τις ιρλανδικές νεράιδες, τις λεγόμενες Sidhe.
Οι Sidhe, λοιπόν, χωρίζονταν σε δύο τάξεις. Η μία τάξη αποτελούνταν από ψηλές, ωραιότατες, εύθυμες, μαργιόλες, παιχνιδιάρες Νύμφες, οι οποίες παράσερναν τους ανθρώπους στα λιβάδια και τους πρόσφεραν πλέριο χρυσάφι, το οποίο, όμως, αργότερα μετατρεπόταν σε ξερά φύλλα ή χώμα. Οι Νύμφες αυτές περιφέρονταν τις νύχτες σε μεγάλες ομάδες έφιππες ή επέβαιναν σε άρματα, ενώ τα γέλια τους ακούγονταν τριγύρω. Ήταν πάντοτε στολισμένες με αγριολούλουδα και φορούσαν κομψές, περίτεχνες και υπέρλαμπρες εσθήτες.
Η άλλη κατηγορία των Sidhe αποτελούνταν από μικρόσωμα όντα, κακεντρεχή και ειδεχθή, με τεράστια κοιλιά, τα οποία έφεραν έμπροσθέν τους έναν σάκο. Όταν επέκειτο ο θάνατος ενός άντρα ή μιας γυναίκας, μια τέτοια δύσμορφη νεράιδα Sidhe πλησίαζε το σπίτι του ετοιμοθάνατου και εξέβαλε θρηνώδεις κραυγές και γοερά μοιρολόγια κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Μάλιστα, την ώρα του θανάτου, ακουγόταν στον αέρα, γύρω από το σπίτι, ένας άγριος σάλαγος μάχης, καθώς, σύμφωνα με τις ιρλανδικές δοξασίες, οι πεθαμένοι φίλοι του νεκρού μάχονταν με τις πονηρές και κακόβουλες Sidhe, προκειμένου να απαλλάξουν τον μόλις αποβιώσαντα φίλο τους από τα νύχια των δαιμόνων και να τον πάρουν με το μέρος τους.
Στο εν λόγω βιβλίο της Λαίδης Augusta Gregory αναφέρονταν πολυάριθμοι ιρλανδικοί θρύλοι. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι, οι οποίοι κατέρχονταν στη θάλασσα ως ψαράδες ή ως ναύτες, υπόκεινταν σε παράδοξους και υπερφυσικούς οραματισμούς. Από τον βυθό της θάλασσας αναδύονταν ένα σωρό ποικιλόμορφα τέρατα. Άλλωστε, πολλές ναυτικές τραγωδίες, τρικυμίες, τυφώνες και καταβυθίσεις πλοίων αποδίδονταν στην ενέργεια των κακοποιών δαιμόνων.
Μια ακόμα παράξενη δοξασία σχετιζόταν με τον δαιμονισμό. Ένα πνεύμα, δηλαδή, εισερχόταν στο σώμα ενός άντρα και συνηθέστερα, μιας γυναίκας και αποκτούσε την απόλυτη κυριαρχία του ατόμου. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, ένα παιδί αποκτούσε εντελώς ξαφνικά το χάρισμα να προφητεύει τα μελλούμενα και τότε, θεωρούνταν επιβεβλημένο να εξορκιστεί, ώστε να εκδιωχθεί το παρείσακτο πνεύμα, που το είχε καταλάβει.
Επίσης, η επάνοδος των νεκρών ήταν ένα θέμα, που αναπτύχθηκε ιδιαιτέρως στο βιβλίο της Λαίδης Gregory. Ιδού, λοιπόν, μια τυπική ιστορία, που απεικόνιζε το ζωηρό ενδιαφέρον, το οποίο διατηρούσαν οι νεκροί για εκείνους, που είχαν αφήσει πίσω τους:
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ», στις 27/06/1920…